Δημήτρης, Μίμης, Δημητράκης: Μια ιστορία του 1931 γα τους εορτάζοντες

Σύμφωνα με μια στατιστική που δημοσιεύτηκε στα «Αθηναϊκά Νέα» του 1932 τα πέντε πρώτα ονόματα που προτιμούσαν οι πρόγονοί μας να δώσουν στ’ αγόρια τους ήταν κατά σειρά: Γεώργιος, Δημήτριος, Κωνσταντίνος, Ιωάννης και Νικόλαος. Μεγάλη λοιπόν η σημερινή γιορτή!

Και βέβαια τα παλιά χρόνια τα πράγματα ήταν πολύ-πολύ διαφορετικά. Ήταν αναμενόμενο στη γιορτή σου να γνωρίσεις όλο σου το σόι και φίλους σου, που σήμερα μόνο μέσω Facebook βρίσκεις. Όλη την ημέρα, όλοι γύριζαν με ένα κουτί πάστες στο χέρι. Η απέραντη χαρά των παιδιών που φυσικά έπεφταν πρώτα στο κουτί και γινόταν, εν μέσω τριβών, το σχετικό καπάρωμα. Τι ωραίες εικόνες…

«Με την σημερινήν εορτήν άρχίζει η μακρά περίοδος των ονομαστικών εορτών και επισκέψεων, των συγχαρητηρίων και των ευχών. Μετά τους Δημητράκηδες έρχονται οι Νικολάκηδες, οι Σπύροι, οι Μανώληδες, οι Βασίληδες, οι Γιάννηδες. Και δεν είνε αυτοί μόνον. Είνε και η Δήμητρες, η Νικολέττες, η Σπυριδούλες, η Βασιλικούλες, η Γιαννούλες.

Όλοι οι Άγιοι και οι Όσιοι, κατά περίεργον σύμπτωσιν, ήγιασαν τον χειμώνα. Δι’ αυτό και όλοι οι Έλληνες εορτάζουν αυτήν την εποχήν. Αυτός δε είνε ο λόγος δια τον οποίον παραπονούνται όσοι τηρούν τους τύπους, και έχουν ένα καρνέ με σημειώσεις δια τους εορτάζοντας.

(σ.σ. Εδώ θα μου επιτρέψετε ν’ ανοίξω μια παρένθεση, μια που αναφέρθηκε το καρνέ, για να σας γνωρίσω με χαρά ότι από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ κυκλοφορεί εκτός από το βιβλίο μου «Ξεφυλλίζοντας παλιές εφημερίδες» και ένα ημερολόγιο-λεύκωμα για το 2019 με τίτλο «Η Ελλάδα της Νοσταλγίας»)

Να τρέχη κανείς με την βροχήν, με τον άνεμον, με το κρύο για να προσφέρη τας ευχάς του! Δεν είνε και τόσον ευχάριστον το σπορ αυτό. Αλλά τί να κάνετε. Ημπορείτε να αφήσετε ένα Μίμην ή ένα Νίκον χωρίς να του σφίξετε το χέρι;

Το χειρότερο όμως δεν είνε η υπό ραγδαίαν βροχήν μετάβασις εις τον οίκον του εορτάζοντος. Το χειρότερον αναντιρρήτως είνε το μαρτύριον, εις το οποίον υποβάλλεται ο επισκέπτης να προφέρη τας αυτάς στερεοτύπους ευχάς, να επαναλαμβάνη τα ίδια λόγια, να μασάη τα ίδια φοντάν, και να πίνη τα ίδια λικέρ.

-Χρόνια πολλά. Και του χρόνου. Να ζήσετε.

Σιγή τριών λεπτών. Κατά το διάστημα αυτό όλοι κυττάζουν το ταβάνι, τα ταμπλώ που είνε στον τοίχον.

-Δεν παίρνετε κάτι ακόμη; Λέγει η υποχρεωτική οικοδέσποινα.

-Μερσί.

Και πάλιν σιωπή.

Κάποτε επεμβαίνει η δεσποινίς.

-Ευτυχώς ο καιρός διορθώθηκε.

-Μάλιστα, λέτε σεις, διορθώθηκε.

Σιγή…

-Δεν παίρνετε ένα κονιάκ ακόμη;

-Είνε πάρα πολύ… Σας ευχαριστώ.

Σιγή…

Ευτυχώς εις την κρίσιμον αυτήν στιγμήν έρχεται νέα επίσκεψις. Όλοι σηκώνονται. Η ευκαιρία είνε μοναδική.

-Λοιπόν εγώ να πηγαίνω.

-Γιατί βιάζεσθε;

-Έ, μα είνε ώρα. Λοιπόν, χρόνια πολλά, και ότι επιθυμείτε.

Μετά πέντε λεπτά τα ίδια. Κτυπάτε την πόρτα της κυρίας Δήμητρας.

-Καλημέρα σας. Χρόνια πολλά.

Και παίζεται η ίδια δραματική σκηνή. Τα φοντάν, το λικέρ, η αμηχανία, το ταβάνι, τα ταμπλώ του τοίχου: «Δεν παίρνετε κάτι ακόμη;» «Σας ευχαριστώ, όχι άλλο», η βελτίωσις του καιρού, η νέα επίσκεψις, η φυγή.

Ευτυχώς οι περισσότεροι από τους νέους ανθρώπους, πρακτικώτεροι από τους παλαιούς, καταφεύγουν εις την γνωστήν ειδοποίησιν: «Σήμερον, εορτήν του Αγίου Δημητρίου, δεν εορτάζει, ούτε δέχεται επισκέψεις ο κ. Δημήτριος Παπαδημητράκης.»

Και έτσι σώζονται όχι μόνον αυτοί, αλλά και οι άνθρωποι των επισκέψεων. Και μένουν μόνον… οι στενοί φίλοι και οι συγγενείς, οι οποίοι δεν παραιτούνται…

-Απόψε, Μίμη, θα μας κάνης το τραπέζι, δεν είνε έτσι;

Τι να κάνη ο Μίμης. Αφού εορτάζει, έχει καθήκον να περιποιηθή τους φίλους του. Και οι φίλοι και οι συγγενείς, ως γνωστόν, ουδέποτε φθάνουν κατόπιν εορτής… όταν ο Μίμης δίδη χορόν ή γεύμα…».

(«Έθνος», 1931, Τίμος Μωραϊτίνης)
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)

www.paliaathina.com