Γιατί ο εγκέφαλός μας δεν θέλει να κάνουμε γυμναστική – Πως να το ξεπεράσουμε

Το να θέλουμε να πάμε να γυμναστούμε μπορεί να αποτελέσει δύσκολο εγχείρημα

Το να ξεκινήσουμε να παραθέτουμε τα οφέλη της άσκησης είναι κάπως περιττό, μιας και ο θετικός της αντίκτυπος στην σωματική και ψυχική υγεία μας, είναι πλέον ευρέως γνωστός και επιστημονικά αποδεδειγμένος. Ακόμα και λίγα λεπτά άσκησης την εβδομάδα, είναι ικανά να μειώσουν τον κίνδυνο χρόνιων παθήσεων και πρόωρου θανάτου, υποστηρίζοντας το μυϊκό, κυκλοφορικό και νευρικό μας σύστημα. Όλα καλά μέχρι εδώ. Τι γίνεται όμως όταν είμαστε πολύ κουρασμένοι, πολύ αγχωμένοι, πολύ πιεσμένοι ή απλά δεν θέλουμε να ασκηθούμε;

Αν περιπλανιούνται στο μυαλό σας όλα τα παραπάνω ερωτήματα, δεν χρειάζεται να αισθάνεστε άσχημα, αφού δεν είστε οι μόνοι. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με την κοινή έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για τα δεδομένα για τον αθλητισμό και τη σωματική δραστηριότητα στην ΕΕ το 2022, η Ελλάδα ανήκει στις χώρες που αποφεύγουν την σωματική δραστηριότητα. Αν και την πρώτη θέση την καταλαμβάνει η Πορτογαλία, οι Έλληνες ακολουθούν το παράδειγμα των Πορτογάλων, με το 68% του πληθυσμού μας να δηλώνουν ότι δεν αθλούνται ποτέ και το 9% να το κάνουν σπανίως.

Γιατί αποφεύγουμε την άσκηση;

Ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους που μας αποτρέπουν από την άσκηση, σύμφωνα με τα ευρήματα της ίδιας έρευνας, είναι η έλλειψη χρόνου. Πιο συγκεκριμένα, το 41% δήλωσε ότι δεν συμμετείχε σε αθλήματα πιο τακτικά λόγω έλλειψης χρόνου, ενώ το 25% δήλωσε ότι δεν έχει κίνητρο ή δεν ενδιαφέρεται. Πέρα από την έρευνα ωστόσο, υπάρχουν πολλοί ακόμα λόγοι που μας αποτρέπουν από το να ενδώσουμε στην καθημερινή γυμναστική.

Είναι για παράδειγμα οι φυσικοί περιορισμοί και τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα υγείας, οι υποδομές της πόλης που ζούμε – έλλειψη ποδηλατόδρομων και χώρων για τρέξιμο και αθλήματα – και οι οικονομικές δυσκολίες – για κάποιους είναι εξαιρετικά δύσκολο να πληρώνουν μια μηνιαία συνδρομή σε ένα γυμναστήριο ή σε μαθήματα personal.

Ακόμα όμως και όταν όλα τα προαναφερθέντα δεν μας επηρεάζουν, υπάρχει ακόμα ένας παράγοντας που φαίνεται να μας δυσκολεύει να ξεκινήσουμε επιτέλους αυτά τα μαθήματα γιόγκα που θέλαμε, ή να πάμε στο γυμναστήριο που έχουμε γραφτεί σχεδόν 3 μήνες τώρα και δεν ξέρουμε καν πώς μοιάζει. Αυτός είναι ο εγκέφαλός μας, ο οποίος δεν χαίρεται ιδιαίτερα όταν γυμναζόμαστε. Ο λόγος είναι καθαρά βιολογικός και εντοπίζεται στην εξέλιξη του είδους μας.

Στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης πιο συγκεκριμένα, οι άνθρωποι έπρεπε να είναι σωματικά δραστήριοι για να επιτελούν τις βασικές λειτουργίες της ζωής, όπως η εύρεση ή η καλλιέργεια τροφής. Έτσι εξελιχθήκαμε ώστε να αντέχουμε ένα υψηλό επίπεδο δραστηριότητας, αλλά και να προτιμούμε την ανάπαυση όταν είναι δυνατόν, για να εξοικονομήσουμε ενέργεια, σύμφωνα με τον Daniel Lieberman, εξελικτικό βιολόγο του ανθρώπου και συγγραφέα του βιβλίου Exercised: Why Something We Never Evolved to Do is Healthy and Rewarding, ο οποίος μίλησε στο περιοδικό Time.

Απλούστερα, οι πρόγονοί μας, οι κυνηγοί-συλλέκτες, δεν έτρεχαν στην φύση απλά για να κάψουν επιπλέον θερμίδες, καθώς έτσι θα σπαταλούσαν ενέργεια που δεν θα τους έδινε απολύτως κανένα όφελος. Το έκαναν μόνο όταν ήταν απαραίτητο για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες. Σταδιακά όμως, η επιτακτική ανάγκη για να κυνηγήσουμε για την τροφή μας σταμάτησε να υφίσταται και μαζί της και το ατέρμονο κυνηγητό στη ζούγκλα.

Ωστόσο φαίνεται, ότι το εξελικτικό ένστικτο της εξοικονόμησης ενέργειας παραμένει μέσα μας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Lieberman, με αποτέλεσμα ο εγκέφαλός μας να προτιμάει συνήθως να ανέβει τις κυλιόμενες σκάλες από ό,τι τις κανονικές, ή να πάρει το αμάξι, αντί να περπατήσει. Αυτή η απροθυμία μας να δαπανήσουμε ενέργεια, είναι τελικά απόλυτα βιολογική. Αυτό που δεν είναι φυσιολογικό όμως, είναι οι αμέτρητες διευκολύνσεις που προσφέρει η τεχνολογία στις σύγχρονες κοινωνίες που ζούμε και οι οποίες μας οδηγούν συχνά σε τέτοιο αδρανές σημείο, που δεν ωφελούν πια την υγεία μας.

Αντιστρέφοντας τα δεδομένα

Αν η αντίστασή μας στην άσκηση είναι λοιπόν τόσο έντονη και βασίζεται κυριολεκτικά στο DNA μας, πόσο μπορούμε εμείς οι ίδιοι να διαφοροποιηθούμε από αυτήν; Μάλλον, το να ξεπεράσουμε την αντίστασή μας στην άσκηση απαιτεί ένα συνδυασμό στρατηγικών και αλλαγής νοοτροπίας. Θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους, βρίσκοντας ευχάριστες δραστηριότητες, δημιουργώντας μια ρουτίνα, εναλλάσσοντας τις προπονήσεις μας και εστιάζοντας στα οφέλη, μπορούμε τελικά να ξεπεράσουμε τις στιγμές που τα κίνητρά μας είναι χαμηλά. Παρακάτω ακολουθούν μερικοί πρακτικοί τρόποι με τους οποίους μπορούμε να ενισχύσουμε την θέλησή μας για άσκηση, χωρίς να καταπιέσουμε τα ένστικτά μας:

1. Θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους

Ένας από τους κύριους λόγους για την αντίσταση στην άσκηση είναι η αίσθηση των στόχων ως κάτι τρομακτικό. Αντί λοιπόν να στοχεύουμε σε μια ώρα έντονης προπόνησης, ας ξεκινήσουμε με μικρότερους, εφικτούς στόχους, όπως ένας 15λεπτος γρήγορος περίπατος ή μια σύντομη ρουτίνα προπόνησης στο σπίτι. Οι ρεαλιστικοί στόχοι όχι μόνο κάνουν την άσκηση να φαίνεται πιο διαχειρίσιμη, αλλά δημιουργούν μια αίσθηση επίτευξης που μπορεί να ενδυναμώσει τα κίνητρά μας με την πάροδο του χρόνου.

2. Βρίσκοντας ευχάριστες δραστηριότητες

Η άσκηση δεν χρειάζεται να είναι συνώνυμο της μονοτονίας. Η ανακάλυψη δραστηριοτήτων που είναι πραγματικά ευχάριστες μπορεί να μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς τη σωματική δραστηριότητα. Είτε πρόκειται για χορό, είτε για πεζοπορία, είτε για κάποιο άθλημα, η εύρεση χαράς στην κίνηση μπορεί να κάνει την άσκηση να μοιάζει λιγότερο με αγγαρεία και περισσότερο με μια ικανοποιητική εμπειρία.

3. Δημιουργώντας μια ρουτίνα

Η καθιέρωση μιας σταθερής ρουτίνας άσκησης βοηθά η γυμναστική να γίνει συνήθεια, όχι καταναγκαστική προσπάθεια. Επιλέγοντας για αρχή μια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας που ταιριάζει με το πρόγραμμά μας και τηρώντας την, μπορούμε να “χτίσουμε” μια ρουτίνα, η οποία με την πάροδο του χρόνου θα ενσωματωθεί στην καθημερινότητά μας, διευκολύνοντας έτσι το να ξεπεράσουμε την αρχική μας αντίσταση.

4. Working out buddies

Η ύπαρξη ενός φίλου που θα προπονείται μαζί μας, μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τα κίνητρά μας. Ο λόγος είναι ότι όταν κάποιος άλλος βασίζεται σε εμάς, η δέσμευσή μας στην γυμναστική γίνεται πιο δύσκολη να σπάσει. Είτε λοιπόν πρόκειται για έναν φίλο, ένα μέλος της οικογένειας ή έναν προσωπικό γυμναστή, ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να προσφέρει ενθάρρυνση, υποστήριξη και μια υγιή δόση ανταγωνισμού, μετατρέποντας την άσκηση σε μια κοινωνική και ευχάριστη δραστηριότητα.

5. Εναλλαγή προπονήσεων

Η μονοτονία είναι ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην αντίσταση στην άσκηση. Για να κρατήσουμε τα πράγματα ενδιαφέροντα αρκεί να διαφοροποιήσουμε τις προπονήσεις μας. Διαφορετικές μορφές άσκησης, όπως η γιόγκα, η προπόνηση ενδυνάμωσης ή η ποδηλασία, μπορούν να μας δώσουν μια άλλη οπτική γύρω από την άσκηση και να την κάνουν πιο ολοκληρωτική και διασκεδαστική.

6. Επικέντρωση στα οφέλη

Το να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας τα πολυάριθμα οφέλη για τη σωματική και ψυχική υγεία που συνδέονται με την τακτική άσκηση, είναι άκρως αποτελεσματικό. Από τη βελτίωση της διάθεσης και των επιπέδων ενέργειας, έως την ενίσχυση της καρδιαγγειακής υγείας, η κατανόηση του θετικού αντίκτυπου στην ευζωία μας, μπορεί να λειτουργήσει ως ισχυρό κίνητρο, ακόμη και τις ημέρες που το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε να κάνουμε είναι να ιδρώσουμε.