Η 29χρονη έφτασε στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και με σκυμμένο το κεφάλι – Ο ασφυκτικός θάνατος προϋποθέτει ένταση και διάρκεια και συνεπώς είναι σχεδόν σίγουρο ότι η μητέρα ψεύδεται, λένε οι αστυνομικοί – Σε ψυχιατρική κλινική στην Πολωνία ο βιολογικός πατέρας του παιδιού
Την πόρτα της Εισαγγελειας Πρωτοδικών Αθηνών πέρασε πριν από λίγη ώρα η 29χρονη μητέρα του 7χρονου Ανδρέα η οποία κατηγορείται για ανθρωποκτονία από κοινού με τον 33χρονο σύντροφό της ο οποίος το 2017 έπνιξε με μια μονωτική ταινία το άτυχο παιδί.
Ο 33χρονος Πολωνός οδηγήθηκε χθες ενώπιον του εισαγγελέα ο οποίος του απήγγειλε την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από κοινού και πήρε προθεσμία προκειμένου να απολογηθεί το πρωί της Τρίτης.
Η 29χρονη έφτασε λίγο πριν από τις 10 στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και με σκυμμένο το κεφάλι δεν απάντησε σε καμία από τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων.
Οι ισχυρισμοί της μητέρας που δεν έπεισαν και ο μυστηριώδης πληροφοριοδότης
Στο μεταξύ, ένας μυστηριώδης πληροφοριοδότης από μια σύλληψη στα νότια προάστια, το ψέμα της μητέρας ότι ο πρώην σύζυγος της επέστρεψε από την Πολωνία για να πάρει τον γιο του και η πληροφορία ότι ο βιολογικός πατέρας του 7χρονου αγοριού εδώ και χρόνια νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική στην πόλη Βάρτα της κεντρικής Πολωνίας, αποτέλεσαν τους βασικούς άξονες για να εξιχνιαστεί από το Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής το ειδεχθές έγκλημα με θύμα ένα μικρό αγόρι στο κέντρο της Αθήνας.
Το protothema.gr, παρουσιάζει, τα όσα φέρεται να υποστήριξαν οι δύο συλληφθέντες στις απολογίες τους, ενώ αποκαλύπτει και λεπτομέρειες από τον τρόπο που εξιχνιάστηκε το έγκλημα. Έμπειροι αξιωματικοί, χαρακτηρίζουν πολύ σκληρή τη μητέρα του αγοριού που επιχείρησε να αποτινάξει από πάνω της οποιαδήποτε ευθύνη, αν και γνώριζε τα πάντα, την ίδια ώρα που δεν μπορούν να εξηγήσουν την αδιανόητη κίνηση του 34χρονου Πολωνού, να κουβαλά συνεχώς μαζί του, μέσα σε μια εργαλειοθήκη, τα οστά του αγοριού που δολοφόνησε με μαρτυρικό τρόπο τον Ιανουάριο του 2017.
Τα προφίλ και οι καταθέσεις
Σε ό,τι έχει να κάνει με τα προφίλ των δύο κατηγορούμενων, αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ που έχει γνώση της υπόθεσης αναφέρει πως ο Πολωνός δολοφόνος, ο οποίος είναι σεσημασμένος για μικροαδικήματα «Είναι σε ένα μεγάλο ποσοστό ειλικρινής. Όχι 100%. όμως, είναι σε μεγάλο βαθμό ειλικρινής. Είναι αυτός ο τύπος που βάζει τα κλάματα, κατεβάζει το κεφάλι κάτω εμφανίζεται μετανιωμένος και λέει ότι έκανε ένα λάθος. Για την πράξη του, είπε ότι έβαλε ταινία στο πρόσωπο του παιδιού, ότι ήταν μέσα στο σπίτι ενώ υπέδειξε και το σημείο που είχε κρύψει το πτώμα. Ο 34χρονος δεν ασχολείται με τη μητέρα. Δείχνει να την καλύπτει και να μην της επιρρίπτει ευθύνες. Λέει ότι ναι μεν ήταν εκεί αλλά δεν συμμετείχε. Την προστατεύει. Βέβαια ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να αντιληφθεί το μέγεθος της ποινικής ευθύνης. Γιατί την ταινία δεν την έβαλαν και οι δύο…» εξηγεί ο αξιωματικός.
Αναφερόμενος στην 29χρονη Χριστίνα Κλαούντια Μανιατάκη, επισημαίνει ότι «Εκείνη, από την άλλη μεριά στην απολογία της είναι πολύ αρνητική. Είναι προφανές, ότι λέει ψέματα, γιατί λέει πράγματα που δεν στέκουν στην λογική. Όπως για παράδειγμα ότι δεν είδε την ταινία στο στόμα του παιδιού. Αυτό είναι σίγουρα ένα ψέμα. Όπως και ότι λέει ότι δεν τον είδε να τοποθετεί την ταινία στο στόμα του θύματος. Ότι δεν τον είδε να του προκαλεί ασφυκτικό θάνατο».
Οι αστυνομικοί λένε ότι ο ασφυκτικός θάνατος, προϋποθέτει ένταση και διάρκεια όσο μικρό και να είναι το παιδί και συνεπώς θεωρούν σίγουρο ότι η 29χρονη μητέρα ψεύδεται. Στην κατάθεση της λέει ότι τον γιο της, ο Πολωνός τον είχε τιμωρία και ξαφνικά έπεσε κάτω. Και αυτό λένε ότι δεν στέκει και εκτιμούν ότι πάει να καλύψει τον εαυτό της, ότι δηλαδή δεν έχει ευθύνη γιατί δεν κατάλαβε τι είχε συμβεί στο παιδί υποστηρίζοντας ότι έπαιζε ηλεκτρονικό παιχνίδι την ώρα της δολοφονίας και δεν είδε τι γινόταν. «Έπαιζα τα παιχνίδια στον υπολογιστή και δεν έβλεπα» ανέφερε σε μια προσπάθεια να «ξελασπώσει».
Αυτή, εκτιμούν οι αστυνομικοί ότι είναι και η πιο σκληρή. Άκαμπτη και ψυχρή με την έννοια ότι, ισχυρίζεται πράγματα τα οποία πηγαίνουν κόντρα σε κάθε λογική και δεν τα δέχεται κανένας. Για τους profilers του Ανθρωποκτονιών, είναι δεδομένο ότι σε αυτή την απάνθρωπη συμπεριφορά, η συγκεκριμένη γυναίκα, συμμετείχε. Ακόμα κι αν φοβόταν, ακόμα και αν οτιδήποτε συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού της οδού Σκιάθου 5 στα Κάτω Πατήσια όπου έγινε το έγκλημα, την ενέκρινε γιατί γινόταν κατ’ εξακολούθηση. Και σε αυτό συνηγορεί το γεγονός, ότι μετά τον θάνατο του παιδιού, ο Πολωνός εξακολουθούσε να κακοποιεί το κοριτσάκι. Κάτι που σημαίνει, λένε οι έμπειροι αστυνομικοί του Ανθρωποκτονιών, ότι το «ζευγάρι της φρίκης και των παραισθήσεων» (σ.σ και οι δύο είναι βουτηγμένοι στον κόσμο της μεθαμφεταμίνης με τη γυναίκα να φέρεται να έχει «καθαρίσει» πριν δύο χρόνια και τον Πολωνο εραστή της σεσημασμένο για μικροαδικήματα, να εξακολουθεί να κάνει χρήση Sisha) δεν έμαθαν κάτι από την προηγούμενη συμπεριφορά τους και την δολοφονία του παιδιού, και ίδια συνέχιζε να διατηρεί δεσμό με το δράστη.
Αυτά τα στοιχεία λένε στους αστυνομικούς ότι η 29χρονη Χριστίνα – Κλαούντια Μανιατάκη, ψυχικά,νοητικά, ηθικά, ανεχόταν, συναινούσε και εν τέλει ενθάρρυνε τουλάχιστον την αδιανόητη στάση του αυτουργού της πράξης και γενικότερα την κακοποιητική συμπεριφορά του απέναντι στα παιδιά της. Μάλιστα, οι πληροφορίες λένε ότι ο εισαγγελέας έκρινε, κάτι στο οποίο φυσικά συμφωνούν και οι αστυνομικοί, ότι η απολογία της δεν πείθει στο ότι δεν συναυτουργησε.
Κατά την προανακριτική της κατάθεση στα γραφεία του Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής, η 29χρονη «Μήδεια» προσπάθησε να φανεί συναισθηματική και δεν ήταν λίγες οι φορές που φαινόταν να «σπάει» και έβαζε τα κλάματα. Όμως αυτές οι αντιδράσεις δεν έπεισαν τους αστυνομικούς. Και αυτό γιατί θεωρούν βέβαιο, ότι δεν τους αποκάλυψε όλη την αλήθεια. «Αυτό το άτομο, δεν φαίνεται να έχει μετανιώσει να είναι συντετριμμένη και να παραδέχεται ότι εκείνη φταίει. Να πει έστω ότι «Εγώ ήμουν η μάνα και έπρεπε να προστατέψω τα παιδιά μου». Αντιθέτως προσπαθεί να βγάλει την ουρά της έξω από την υπόθεση με μία πονηριά επαναλαμβάνοντας ότι «εγώ δεν ξέρω, δεν είδα δεν άκουσα τίποτα, επαναλαμβάνοντας ότι αυτός το είχε βάλει τιμωρία και το παιδί κάτι έπαθε».
Σε ό,τι έχει να κάνει με την απόκρυψη του πτώματος, η 29χρονη αποστασιοποιείται λέγοντας ότι όταν ο Πολωνός έκανε ο,τι έκανε της είπε «Φύγε. Θα το τακτοποιήσω» και εκείνη έφυγε χωρίς να ξέρει από εκεί και πέρα τι έκανε. Την ώρα φυσικά που ο Πολωνός περιγράφει τα πάντα. Μέχρι και το πώς έβαλε το παιδί στην συγκεκριμένη κατασκευή, στον τσιμεντένιο τάφο για να το κρύψει. Για τους αστυνομικούς, οι ενέργειες του, είχαν κάποια λογική καθώς έχουν δει και στο παρελθόν τέτοιες καταστάσεις όπως στην περίπτωση το 2015 με το πτώμα του ναυτικού που έκρυψε η Βουλγάρα σύντροφος του στον καταψύκτη, και την περίπτωση της 5χρονης Άννυ, όπου επίσης το 2015, ο πατέρας της, την τεμάχισε, την έβρασε και τη μοίρασε στα σκυλιά για να εξαφανίσει τις αποδείξεις της κτηνώδους πράξης του.
Όμως, αυτό που τους εξέπληξε όμως είναι το μετά. Όταν δηλαδή, ο Πολωνός δολοφόνος φεύγει από το σπίτι και επιλέγει να το βγάλει από εκεί γιατί κάποιος θα μπορούσε να το βρει και το κυριότερο το γεγονός ότι τα κουβαλούσε τα οστά μαζί του. Και αυτό είναι που εγκληματολογικά έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Στους αστυνομικούς είπε ότι για ένα διάστημα όταν έφυγε από το πρώτο σπίτι, υπήρξε άστεγος και όπου πήγαινε να κοιμηθεί τα κουβαλούσε μαζί του. Μετά όταν πήγε στο σπίτι το τελευταίο της οδού Αστυπάλαιας, τα έβαλε στον καναπέ και τα άφησε εκεί.
Γιατί άραγε επέλεξε να έχει συνεχώς μαζί του τα κόκκαλα ενός παιδιού που έχει δολοφονήσει;
Ο πληροφοριοδότης και η ψυχιατρική κλινική της Πολωνίας
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη της δολοφονίας του 7χρονου παιδιού, έγινε το φθινόπωρο. Τότε που ένας μυστηριώδης άνδρας που συνελήφθη στα νότια προάστια, έδωσε την πληροφορία ότι κάτι συνέβαινε με αυτό το ζευγάρι. Η πληροφορία, μπαίνει στο μικροσκόπιο των έμπειρων αξιωματικών του Ανθρωποκτονιών και σιγά – σιγά αρχίζει να ξεδιπλώνεται το κουβάρι.
Το πρώτο πράγμα που κάνουν είναι να ψάξουν την οικογένεια. Και τότε μαθαίνουν ότι πράγματι υπήρχε κακοποίηση με θύμα το κοριτσάκι. Γιατί ο Πολωνός σύντροφος της μητέρας του, χρησιμοποιούσε σκληρες και απάνθρωπες μεθόδους για να τιμωρεί τα παιδιά οταν δεν ήταν φρόνιμα ή δεν πειθαρχούσαν στις εντολές του. Όπως ξυλο, ορθοστασία, ασιτία. Και τα δύστυχα αδερφάκια υπεμεναν. Μέχρι που το 2018, δηλαδή έναν χρόνο μετά τη δολοφονία του 7χρονου αγοριού με μονωτική ταινία στο στόμα, το κοριτσάκι πήγε στο σχολείο άγρια κακοποιημένο με αποτέλεσμα οι δασκαλοι να ενημερώσουν την Εισαγγελία Ανηλίκων και το παιδί να δοθεί σε ανάδοχη οικογένεια.
Έμαθαν επίσης ότι ο Εισαγγελέας Ανηλίκων, αναζήτησε και το αγόρι για το οποίο όμως η μητέρα είπε ότι βρίσκεται με τον βιολογικό του πατέρα στην Πολωνία. Και αυτό είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους αξιωματικούς του ανθρωποκτονιών. Όπως λένε ήταν μια δικαιολογία πολύ εύκολη, η οποία όμως έπρεπε να ψαχτεί σε βάθος. Και το έκαναν. Σε αυτό το κομμάτι ωστόσο, λένε οι πληροφορίες ότι είχαν μια πολύ μεγάλη δυσκολία να διαπιστώσουν αν το παιδί πράγματι βρισκόταν στην Πολωνία. Κατάφεραν παρόλα αυτά, να βρουν άτομα του συγγενικού περιβάλλοντος του πατέρα και να φωτίσουν την υπόθεση, γιατί ο βιολογικός πατέρας βρίσκεται σε ψυχιατρική κλινική της πόλης Βάρτα, κεντρικά της Πολωνίας, από το 2018 Και οι αστυνομικοί δεν μπορούσαν να έρθουν σε επαφή μαζί του. «Είναι ένας άνθρωπος οποίος δεν φαίνεται να έχει καμία επαφή με το περιβάλλον. Είναι στον δικό του κόσμο» λέει αξιωματικός που έχει γνώση της υπόθεσης στο protothema.gr με τις πληροφορίες να λένε ότι η μητέρα, ισχυρίστηκε ο πρώην σύζυγός της ενώ έφυγε το 2015 και τους εγκατέλειψε, το 2016 επέστρεψε στην Αθήνα και πήρε το παιδί. Κάτι το οποίο είναι ψευδές καθώς η έρευνα του Ανθρωποκτονιών έδειξε ότι το 2016, ο βιολογικός πατέρας του παιδιού, ούτε ταξιδέψε στην Ελλάδα ούτε επέστρεψε στην πατρίδα του με το αγοράκι. Με αυτό λοιπόν το αδιαμφισβήτητο δεδομένο κι εφόσον γνώριζαν ότι η μητέρα τους είχε πει ψέματα και παράλληλα ήξεραν ότι εκείνη δεν είχε το παιδί και δεν είχε το παιδί ούτε ο πατέρας άρχισαν να ψάχνουν που είναι ο 7χρονος. Έτσι, όταν συγκέντρωσαν τα απαραίτητα στοιχεία τους προσήγαγαν το μεσημέρι της Παρασκευής στο μέγαρο της ΓΑΔΑ όπου τελικά έσπασαν και ομολόγησαν το φρικαλέο αυτό έγκλημα.
Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι προσήχθησαν χωριστά καθώς το τελευταίο δεκαπενθήμερο φαίνεται το ζευγάρι να είχε τσακωθεί και να ζούσε χωριστά.
Πρώτο Θέμα