Η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα σώσει την Silicon Valley Bank – η οποία θα παραμείνει υπό κατάρρευση ή θα εκκαθαριστεί με τα εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία να διανέμονται στους πιστωτές. Προσπαθεί, ωστόσο, να σώσει το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα
Η Silicon Valley Bank (SVB) γεννήθηκε πριν τέσσερις δεκαετίες κι εξελίχθηκε στην 16η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, καλύπτοντας κατά βάση τις χρηματοοικονομικές ανάγκες νεοφυών εταιρειών τεχνολογίας παγκοσμίως, προτού οδηγηθεί σε κατάρρευση έπειτα από μια σειρά από ατυχείς επενδυτικές αποφάσεις.
Λόγω της εξειδίκευσής της στον τεχνολογικό τομέα, οι υπηρεσίες της SVB είχαν μεγάλη ζήτηση καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας. Το αρχικό σοκ της αγοράς στις αρχές του 2020 έδωσε γρήγορα τη θέση του σε μια «χρυσή περίοδο» όχι μόνο για τις start-ups, αλλά και για τις καθιερωμένες εταιρείες τεχνολογίας – καθώς οι καταναλωτές ξόδευαν πολλά χρήματα για gadgets και ψηφιακές υπηρεσίες.
Πολλές εταιρείες τεχνολογίας χρησιμοποίησαν την SVB για τη μισθοδοσία τους και άλλα επιχειρηματικά έξοδα, γεγονός που οδήγησε σε μια σημαντική εισροή κεφαλαίων.
Η τράπεζα επένδυσε μεγάλο μέρος των καταθέσεων, με την «αρχή του τέλους» να καταγράφεται όταν επένδυσε σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα με μεγάλο φάσμα ωρίμανσης – συμπεριλαμβανομένων και ενυπόθηκων ομολόγων.
Όμως τα ομόλογα έχουν αντίστροφη σχέση με τα επιτόκια, που σημαίνει πως όταν τα επιτόκια αυξάνονται οι τιμές των ομολόγων πέφτουν.
Όταν η Federal Reserve Bank άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων της SVB άρχισε να χάνει σημαντική αξία.
Εάν η SVB είχε το περιθώριο να περιμένει αρκετά χρόνια μέχρι τα ομόλογα να λήξουν, τότε θα λάμβανε πίσω το κεφάλαιό της. Επειδή οι οικονομικές συνθήκες, όμως, επιδεινώθηκαν το τελευταίο έτος – με τις εταιρείες τεχνολογίας να επηρεάζονται ιδιαίτερα – πολλοί από τους πελάτες της τράπεζας άρχισαν να προχωρούν στην ανάληψη των κεφαλαίων τους.
Ελλείψει μετρητών, η SVB άρχισε να πουλάει τα ομόλογά της με μεγάλες απώλειες, προκαλώντας τρόμο σε επενδυτές και πελάτες.
«Bank Run»: 48 ώρες ήταν αρκετές
Όπως εξηγεί ο Guardian, δεδομένου ότι οι τράπεζες διατηρούν μόνο ένα μικρό μέρος του ενεργητικού τους σε μετρητά, είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε μια βιαστική ζήτηση από τους πελάτες.
Ενώ τα προβλήματα της SVB έχουν ξεκινήσει από προηγούμενες επενδυτικές αποφάσεις της, η μαζική φυγή κεφαλαίων προκλήθηκε στις 8 Μαρτίου, όταν ανακοινώθηκε αύξηση κεφαλαίου ύψους 1,75 δισ. δολαρίων.
Η απόφαση της SVB να ενημερώσει τους επενδυτές της για την ανάγκη κάλυψης της «τρύπας» που προκλήθηκε από την πώληση του ζημιογόνου χαρτοφυλακίου ομολόγων της σήμανε και… την αντίστροφη μέτρηση για την πτώχευση.
«Ξαφνικά όλοι ανησύχησαν ότι η τράπεζα είχε έλλειψη κεφαλαίων», λέει ο Fariborz Moshirian, καθηγητής στο UNSW και διευθυντής του Institute of Global Finance.
Οι πελάτες γνώριζαν πλέον τα βαθιά οικονομικά προβλήματα της SVB και άρχισαν να αποσύρουν μαζικά τα χρήματά τους. Σε αντίθεση με μια τράπεζα λιανικής που απευθύνεται σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, οι πελάτες της SVB έχουν πολύ μεγαλύτερους λογαριασμούς και επιλέγουν πιο γρήγορα το… bankrun.
Δύο ημέρες αφότου ανακοίνωσε ότι θα αντλούσε κεφάλαια, η εταιρεία – αξίας 200 δισ. δολαρίων – κατέρρευσε, σηματοδοτώντας τη μεγαλύτερη τραπεζική χρεοκοπία στις ΗΠΑ μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Είναι αυτή η αρχή μιας νέας τραπεζικής κρίσης;
Οι μεγάλες ανησυχίες για ευρεία μετάδοση της κρίσης περιορίστηκαν από την ταχεία αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης, η οποία εγγυήθηκε όλες τις καταθέσεις των πελατών των τραπεζών.
Χωρίς αυτή την κρατική εγγύηση, οι κάτοχοι λογαριασμών της SVB δεν θα ήταν σε θέση να πληρώσουν την μισθοδοσία τους, γεγονός που θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αμερικανική οικονομία.
«Όσον αφορά τη σταθερότητα, αποφεύχθηκαν οι συνέπειες στην αλυσίδα εφοδιασμού», σημειώνει ο Moshirian στον Guardian.
Κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο – μεταξύ άλλων το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία – ελέγχουν τώρα εγχώριες τράπεζες κι επιχειρήσεις για έκθεση στην SVB.
Το πιο σοβαρό ερώτημα, ωστόσο, που μένει να απαντηθεί είναι αν η ευπάθεια της SVB στην άνοδο των επιτοκίων θα «χτυπήσει» και άλλες τράπεζες που είναι υπερβολικά εκτεθειμένες σε κρατικά ομόλογα.
Ενώ ο Moshirian εκφράζει την εκτίμηση ότι το τραπεζικό σύστημα δεν πρόκειται να καταρρεύσει, σημειώνει ότι αντίστοιχες εκτιμήσεις υπήρχαν και το 2008. Αυτό, μάλιστα, προκάλεσε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ παρουσίασε ένα νέο πρόγραμμα που επιτρέπει στις τράπεζες να δανείζονται κεφάλαια που υποστηρίζονται από κρατικούς τίτλους για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των πελατών καταθέσεων.
Με τον τρόπο αυτό, αποτρέπει τις τράπεζες από το να αναγκαστούν να πουλήσουν, για παράδειγμα, κρατικά ομόλογα – τα οποία έχουν χάσει την αξία τους λόγω της αύξησης των επιτοκίων.