του Χρίστου Παπαγεωργίου
Η ιδιομορφία του συγκεκριμένου έργου για το οποίο και θα μιλήσουμε, του πολύ καλού, ταλαντούχου, αλλά και ώριμου πλέον Kαστοριανού συγγραφέα Ηλία Λ. Παπαμόσχου, έγκειται στο ότι, ενώ άλλα μυθιστορήματα (σχεδόν στο σύνολό τους) ξεκινούν κάπως διερευνητικά, στη συνέχεια αναπτύσσουν στροφές και αναγνωστικό ενδιαφέρον και στο τέλος κορυφώνουν την ένταση, όλα παίζονται δηλαδή στην έξοδο, που στην ουσία καθορίζει και την ποιότητά τους, εδώ τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Ενώ όλοι θα περιμέναμε (και απευθύνομαι τώρα σε όσους έχουν διαβάσει το βιβλίο) ότι το σοβαρότερο μέρος θα ήταν εκείνο του ναυαγίου, ότι ο συγγραφέας θα περιέγραφε οδυνηρά τον θάνατο επτά ανθρώπων (όχι της κλίμακας του Τιτανικού ή του Σάμινα, δεν εννοώ αυτό), ότι με πολύ ρεαλιστικές γραμμές θα κατέγραφε νεκρούς ναυαγούς, παράλληλα με τον πανικό, την αγωνία των διασωθέντων για τους δικούς τους, τις φωνές αλλά και τις κατάρες των συγγενών για το σαπιοκάραβο, όπως αποδείχτηκε, που θα τους μετέφερε στο Νησί, στη λίμνη της Καστοριάς, προκειμένου να γιορτάσουν όλοι μαζί την Ανάληψη, αντιθέτως ο Παπαμόσχος κρατά το κύριο οπλοστάσιό του για άλλους λόγους, για το μετά και πώς αυτό θα εξελισσόταν, με μια δέσμη σελίδων άκρως τραγικών, για την πραγματική κάθαρση. (Δεν θα μεταφέρουμε το οτιδήποτε για το φινάλε, για να μη χαθεί η μαγεία της ανάγνωσης, δεν μπορώ όμως να μην υπενθυμίσω πως για μια ακόμη φορά έχουμε μετακίνηση του κεντρικού θέματος και παράλληλα αλλαγή σκηνικού σε έναν καμβά που αληθινά εκτιμήθηκε για την οριοθέτηση της ιδέας.) Έχω την ιδιοτροπία να διαβάζω το οπισθόφυλλο μετά το πέρας της ανάγνωσης και όχι πριν, όπως κάνουν δηλαδή οι περισσότεροι γνώστες και λάτρεις των βιβλίων, προκειμένου να πάρουν μίαν αίσθηση για το τι ακριβώς πραγματεύεται, και τούτο γιατί οι συγγραφείς θέλουν πολλές φορές να γίνουν πιο ελκυστικοί, ώστε ο λήπτης να εντυπωσιαστεί περισσότερο και να αγοράσει το βιβλίο, προβαίνουν σε αποκαλύψεις που αφορούν το σασπένς από ένα μυθιστόρημα το οποίο εντρυφά σε μια κεντρική πλάνη (υπήρχε περίπτωση μυθιστορήματος όπου αναφερόταν στο οπισθόφυλλο ένας φόνος, ο οποίος πραγματοποιείται στην τελευταία σελίδα). Εδώ όμως στον Παπαμόσχο, και ενώ διατρέχοντας το σώμα υποψιαζόμαστε συνειδητά για το ναυάγιο, στην ουσία κρατά το καλό για το τέλος, η Νέμεσις έρχεται ανακόλουθη και απειλεί τον υπεύθυνο, ο οποίος και παρά την οποιαδήποτε αδελφική προστασία και την προσωπική του εμμονή πως δεν κινδυνεύει, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη λαϊκή οργή, αντίδραση και αγανάκτηση.
Ο πεζογράφος Ηλίας Λ. Παπαμόσχος –ο οποίος γράφει αποκλειστικά για την περιοχή του και αυτό είναι ένα σημείο το οποίο και πρέπει να ερευνηθεί ενδελεχώς, ως ένας δηλαδή δημιουργός της Περιφέρειας, μια που σήμερα με το διαδίκτυο και εφόσον όλα έχουν έρθει πολύ κοντά τέτοιες ιδιότητες δεν υφίστανται–, ενώ στα διηγήματά του παρουσιάζει ένα πρόσωπο άκρως σκοτεινό (γράφει συνήθως κείμενα μικρά με χαρακτήρα πεζοποίησης), ενώ διαχειρίζεται μύθους οι οποίοι και εξελίσσονται με τρόπο εντελώς παραμυθιακό (δεν λείπουν οι στιγμές που ένας μαγικός ρεαλισμός παρεισφρέει στα πονήματά του), ενώ φαίνεται καθαρά (και στο παρόν βιβλίο, το οποίο είναι χωρισμένο σε εξήντα πέντε υποκεφάλαια, η έκτασή τους δεν ξεπερνά τις τρεις με τέσσερις σελίδες) ότι του πηγαίνει η μικρή φόρμα και ενώ, τέλος, γράφει ένα μυθιστόρημα με αληθινή αφετηρία, εμπλουτισμένο με πάμπολλα στοιχεία λογοτεχνικού ψεύδους και παράλληλη λογοτεχνική παρέκκλιση, το θέμα είναι πως πετυχαίνει –όπως πολλοί άλλοι που έγραψαν για τις ιδιαίτερες πατρίδες τους– και μας μεταφέρει νοερά εκεί, στο Νησί της Καστοριάς, στο Δισπηλιό, ενενήντα τόσα χρόνια πριν, με ήρωες καθημερινούς της πόλης, άντρες, γυναίκες, παιδιά, βρέφη, να δούμε πώς μια θρησκευτική τελετή και ένα πανηγύρι που θα ακολουθούσε, μετατρέπεται σε υγρό τάφο, εν κατακλείδι, πώς όλοι αυτοί που έχασαν δικούς τους ανθρώπους αδυνατούν να πιστέψουν στην απώλεια, ψυχανεμίζονται, αποφασίζουν, πράττουν, ζητώντας δικαιοσύνη. Ο Παπαμόσχος παίρνει στα χέρια του ένα πραγματικό γεγονός και το μετατρέπει, το μετουσιώνει σε δράμα, σε τραγωδία, το προτείνει σε όλους μας ώστε να ταυτιστούμε, το κάνει δώρο στη μικρή κοινωνία της πόλης του έτσι ως ενθύμιο, ως απόσταγμα μνήμης, ως μια πικρή ανάμνηση.
Απ’ ό,τι προαναφέραμε γίνεται εμφανές, νομίζω, πως τα τεχνικά χαρακτηριστικά της γραφής του Παπαμόσχου είναι δεδομένα. Γλώσσα στρωτή και κατανοητή παρά τις δύο με τρεις ποιητικές ακροβασίες, ατμόσφαιρα μελαγχολική χωρίς ίχνος κωμικού (πώς θα μπορούσε, άραγε;) παραθύρου, ύφος που παραπέμπει σε ό,τι καλύτερο διαβάζουμε τελευταία, έκφραση που κατέχει τα μυστικά της αφήγησης και γενικώς άψογη δομή, μια κατασκευή η οποία αναδεικνύει την τραγικότητα του μύθου και την υπόγεια αποξένωσή του από οτιδήποτε το πλαστικό στην αντίληψη, αλλά και στη σύνδεση της ρήξης με το πραχθέν. Ο Παπαμόσχος με τρόπο θα έλεγε κανείς οργιώδη (ρόλο μεγάλο παίζουν σε αυτό τα όνειρα που κάποιοι εκ των ηρώων βλέπουν την παραμονή του ταξιδιού – μηνύματα θανάτου;) διαχειρίζεται μια ιστορία, μια υπόθεση, μια κατάσταση και την ολοκληρώνει ουσιαστικά με έμβλημα τις τελευταίες σελίδες, όπου ανατρέπονται όλα τα δεδομένα, όπου ακροβατεί με όλες τις παραστάσεις, όπου ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να την αφομοιώσει, όπου η παρουσία της δύναμης να αφουγκραστείς την τραγωδία γίνεται πλησίστια ανεπάρκεια. Μια δηλαδή πέραν όλων των υπολοίπων αριστοτεχνικά δουλεμένη και ατμοσφαιρικά λειτουργική μείξη ζωής και θανάτου, πράξης και συνείδησης, ατομικής ευθύνης και ανθρώπινης και Θείας δικαιοσύνης.
Δεν είναι το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα Ηλία Λ. Παπαμόσχου που διαβάζω, άρα μπορώ να έχω μια συνολικότερη εικόνα της δουλειάς του. Αυτή η στροφή που με το παρόν μυθιστόρημα επιχειρείται ασφαλώς και ανοίγει καινούργιους δρόμους στην περιπέτεια της γραφής του, του λογοτεχνικού αποτυπώματός του, της πεζογραφικής του εκδοχής και, στο φινάλε, της δραματοποίησης όσων τον εμπνέουν. Και, κλείνοντας, αφενός παροτρύνω τους αναγνώστες να περιπλανηθούν παρέα με ένα βιβλίο σε ατραπούς που ανακαλύπτονται έστω και αργά από έναν συγγραφέα τίμιο και χαμηλών τόνων, αφετέρου βάζω την υπογραφή μου σε ένα κείμενο για ένα μυθιστόρημα το οποίο τουλάχιστον δεν με πρόδωσε.
Ανάληψη
Ηλίας Λ. Παπαμόσχος
Εκδόσεις Πατάκη
Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο [ΕΔΩ]
Ο Χρίστος Παπαγεωργίου είναι ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας.