Οι νέοι που έχουν υποστεί bullying κατά την παιδική τους ηλικία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κακής οδοντικής υγείας, σύμφωνα με νέα έρευνα στη Νορβηγία
Οι περισσότεροι έφηβοι βουρτσίζουν τα δόντια τους κάθε μέρα, αλλά όχι όλοι. Λίγο περισσότερο από το 6% των νέων μεταξύ 13 και 17 ετών παραλείπουν να τα βουρτσίζουν. Τώρα μια έρευνα στο Norwegian University of Science and Technology (NTNU), δείχνει ότι οι κακές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, συμπεριλαμβανομένου του bullying, σχετίζονται με κακές στοματικές συνήθειες.
«Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το ένα οδηγεί στο άλλο, αλλά ξέρουμε ότι υπάρχει συσχέτιση», λέει σε σχετικό δελτίο τύπου η υποψήφια διδάκτορας του NTNU και ειδική ψυχολόγος Lena Myran, η οποία διερευνά τους τρόπους με τους οποίους οι δυσάρεστες εμπειρίες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας επηρεάζουν την οδοντική υγεία.
Στη μελέτη με την ονομασία ‘Young-HUNT’ συμμετείχαν 6351 νέοι (13-19 ετών), οι οποίοι εκτός από τις συνήθειες καθαρισμού των δοντιών τους, ρωτήθηκαν αν είχαν βιώσει κάτι κακό στην παιδική τους ηλικία, όπως σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, βία, χωρισμό/διαζύγιο γονέων, εκφοβισμό ή ζούσαν με γονείς που αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα με το αλκοόλ.
Η εν λόγω έρευνα αποτελεί μέρος του τέταρτου κύματος της Μελέτης HUNT, που διεξήχθη μεταξύ Αυγούστου 2017 και Ιανουαρίου 2019, στην οποία προσκλήθηκαν όλοι οι έφηβοι (13–19 ετών) που ζουν στην κομητεία Nord-Trøndelag της Νορβηγίας. Τα ερωτηματολόγια διανεμήθηκαν στα σχολεία 3 εβδομάδες πριν από την έρευνα και συμπληρώθηκαν σε tablet κατά τη διάρκεια μιας σχολικής ώρας (40 λεπτά) μέσα στην τάξη. Μέσα σε ένα μήνα, εκπαιδευμένοι νοσηλευτές επισκέφθηκαν τα σχολεία για τις συνεντεύξεις.
«Διεξήγαμε μια μελέτη στην οποία συνδυάσαμε τις απαντήσεις των εθελοντών με κλινικά δεδομένα για την υγεία των δοντιών. Αυτό έκανε τη μελέτη μας μοναδική και μείναμε έκπληκτοι με αυτό που διαπιστώσαμε», λέει η Myran.
Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι νεαρά άτομα με δυσάρεστες παιδικές εμπειρίες ήταν πιθανότερο κατά 30% να αναφέρουν ότι δεν βουρτσίζουν τα δόντια τους καθημερινά. Ειδικότερα η θυματοποίηση εξαιτίας bullying συσχετίστηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα παραμέλησης του βουρτσίσματος των δοντιών (95%) και με την εμφάνιση περισσότερης τερηδόνας σε άτομα ηλικίας 16-17 ετών.
«Κατά μέσο όρο, τα στοιχεία μας υποδεικνύουν περισσότερη τερηδόνα σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα μεταξύ εκείνων που βιώνουν εκφοβισμό, βία και κακοποίηση, συγκριτικά με αυτούς που δεν βιώνουν», προσθέτει η Myran, τονίζοντας ωστόσο ότι υπάρχει και ένα μεγάλο ποσοστό νέων που ενώ είχαν δυσάρεστες παιδικές εμπειρίες δεν παραμέλησαν τη στοματική τους υγεία.
«Δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι υφίστανται εκφοβισμό δεν καθαρίζουν τα δόντια τους κάθε μέρα. Οι περισσότεροι άνθρωποι τα βουρτσίζουν καθημερινά και η συντριπτική πλειοψηφία κάνει καλή δουλειά, προσέχει τα δόντια της και έχει περιορισμένη τερηδόνα. Ωστόσο, υπάρχει μια ομάδα που είναι λίγο πιο ευάλωτη την οποία πρέπει να τη γνωρίζουμε», λέει η Myran.
Η κακή οδοντική υγεία συνδέεται επίσης και με την ντροπή
«Οι συσχετισμοί που διαπιστώνουμε παρέχουν σημαντικές γνώσεις για τους νέους. Οι εμπειρίες βίας, κακοποίησης και εκφοβισμού είναι επιβλαβείς σε πολλούς τομείς της ζωής, και τώρα βλέπουμε ότι αυτό ισχύει και για την υγεία των δοντιών. Όσο πιο πολλά και διαφορετικά είδη κακών εμπειριών έχει κάποιος από την παιδική του ηλικία, τόσο ισχυρότερη είναι η επίδραση τους στις συνήθειες βουρτσίσματος των δοντιών και κατ’ επέκταση στην εμφάνιση τερηδόνας. Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι που έχουν βιώσει κακοποίηση αλλά είχαν και γονείς με προβλήματα που σχετίζονταν με το αλκοόλ ήταν πιο πιθανό να έχουν κακή οδοντική υγεία από εκείνους που βίωσαν μόνο ένα από τα δύο», λέει η Myran.
Η επιστήμονας προτείνει στους επαγγελματίες της οδοντιατρικής υγείας να αναρωτιούνται για το ποια μπορεί να είναι η αιτία της κακής οδοντικής υγείας ενός ατόμου που τους επισκέπτεται και να τους ρωτούν αν βίωσαν στο παρελθόν δυσάρεστες εμπειρίες, έτσι ώστε να διαπιστώσουν αν πρόκειται για ευάλωτα άτομα: «Αντί να λένε στους ασθενείς: “Πρέπει να βουρτσίζετε καλύτερα τα δόντια σας και να χρησιμοποιείτε οδοντιατρικό νήμα” μπορούν να τους ρωτούν: “Γιατί σας έχει γίνει τόσο δύσκολο να καθαρίζετε τα δόντια σας;”. Μπορούν επίσης να αναρωτηθούν “Τι είναι αυτό που έχει βιώσει ο ασθενής” το οποίο προκάλεσε επιδείνωση της οδοντικής του υγείας;”»
Η Myran πιστεύει ότι μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ένα άτομο έχει τερηδόνα ή ταλαιπωρείται με την οδοντική του υγιεινή. Δεν υπάρχει κανένας εκεί έξω που να ξεκινά ενσυνείδητα να παραμελεί τα δόντια του. Μια ολιστική προσέγγιση, αντίθετα, μπορεί να οδηγήσει σε πιο στοχευμένα προληπτικά μέτρα.
«Μπορεί να περιλαμβάνει μέτρα όπως πρόσθετη υποστήριξη των ανθρώπων να ενημερώνονται για την οδοντική υγιεινή ή η παραπομπή τους σε άλλες σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης», λέει η Myran.
Η Myran ως ψυχολόγος έχει επίγνωση της σημασίας που έχει η επικοινωνία και η οικοδόμηση εμπιστοσύνης όταν αλληλεπιδρά με νεαρούς ασθενείς. Θα ήθελε οι επαγγελματίες της οδοντιατρικής υγείας να επικεντρωθούν ακόμη περισσότερο στην οικοδόμηση θετικών και υποστηρικτικών σχέσεων με τους νέους. «Η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι νέοι άνθρωποι αισθάνονται αρκετά ασφαλείς ώστε να είναι ειλικρινείς για τις συνήθειές τους και να μοιράζονται τις εμπειρίες τους είναι προϋπόθεση για να βοηθηθούν ορισμένοι ευάλωτοι ασθενείς».
Είναι σημαντικό οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων για τις δημόσιες υπηρεσίες οδοντιατρικής υγείας να το διευκολύνουν αυτό. «Η καλή συνεργασία όχι μόνο οδηγεί σε βελτίωση της οδοντικής υγείας των νέων, αλλά συμβάλλει θετικά στη γενική ποιότητα της ζωής τους», λέει η Myran.