Αποδεικτικά στοιχεία στα δικαστήρια τα post στο Facebook και τα μηνύματα στο Messenger

Του Γιάννη Καλαϊτζίδη, δικηγόρου Αθηνών

Θα μπορούσε ένα μήνυμα που γράφουμε στο Messenger, αργά το βράδυ έχοντας το ποτό μας δίπλα στην οθόνη, να αποτελέσει αποδεικτικό στοιχείο στο δικαστήριο; Θα μπορούσε μια, κατά τα άλλα αφελής και αθώα ανάρτησή μας στο Facebook να αποτελέσει αποδεικτικό στοιχείο σε μια αντιδικία εφόσον είναι δημόσια; Ή ένα προσωπικό μήνυμα στον messenger;

Ποια θα μπορούσε να είναι η νόμιμη χρήση των αναρτήσεών μας ;

Στο ερώτημα αυτό, έδωσε ξεκάθαρες, εύλογες και κυρίως, χρήσιμες για το κοινό, απαντήσεις η με αριθμό 8-9 + 12-21/2019 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου και η οποία με ενάργεια και αντικειμενικότητα οριοθέτησε το σύννομο της χρήσης αναφορικά για γραπτά μηνύματα (SMS/MMS), φωτογραφία ή φωτογραφίες σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης και συνομιλίες μέσω messenger.

Αποδελτιώνοντας κι εκλαϊκεύοντας την συγκεκριμένη απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, μπορούμε να συμπεράνουμε τα ακόλουθα:

1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 177 παρ. 2 ΚΠΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 2 του Ν. 3674/10-7-2008, «αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών, δεν λαμβάνονται υπόψη στην ποινική διαδικασία». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η χρησιμοποίηση στην ποινική δίκη απαγορευμένου αποδεικτικού μέσου προσβάλλει το δικαίωμα υπεράσπισης του κατηγορουμένου και δημιουργεί απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 171 παρ. 1δ΄ΚΠΔ. Συνακόλουθα, κατ’ αρχήν η χρήση των αναρτήσεών μας είναι προστατευμένη κι απαγορεύεται η αναπαραγωγή τους και η επεξεργασία τους και η χρήση τους ως αποδεικτικό μέσον σε δίκη. Παρακαλώ κρατήστε κυρίως το «κατ’ αρχήν» διότι αυτό σηματοδοτεί την ύπαρξη ενός κανόνα και στους κανόνες υπάρχουν εξαιρέσεις όπως θα αναλυθεί παρακάτω.

2. Τα σύγχρονα τηλέφωνα τύπου smart phones δεν προσομοιάζουν σε τηλέφωνα με την κλασική έννοια του όρου, αλλά σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές δεδομένου ότι ο χρήστης μπορεί να αποθηκεύει τα ληφθέντα και τα σταλθέντα μηνύματα και να τα ανασύρει οιαδήποτε στιγμή και να κάνει χρήση αυτών.

3. «Η δυνατότητα δε αυτή (να αποθηκεύει και να ανασύρει τα  μηνύματα) που παρέχεται στον παραλήπτη του μηνύματος τελεί σε γνώση του αποστολέα, αφού και ο τελευταίος με τον ίδιο τρόπο πράττει» κρίνει η εν λόγω απόφαση και συνεχίζει : «Πρέπει να γίνει δεκτό, συνεπώς, ότι υπάρχει τεκμαιρόμενη συναίνεση του αποστολέα να καταστήσει τον παραλήπτη κοινωνό και άρα νόμιμο κάτοχο του μηνύματος. Δικονομικά, δε, τα γραπτά μηνύματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν για την ταυτότητα του νομικού λόγου, όπως οι επιστολές, αφού σε αμφότερες τις μορφές αυτού του είδους της επικοινωνίας συνυπάρχουν τα στοιχεία της αποτυπωμένης σε αναγνώσιμη μορφή επικοινωνίας από απόσταση, ενώ η μετάβαση από την κυριαρχία της επιστολής στην κυριαρχία του μηνύματος, έγινε κυρίως λόγω του εκσυγχρονισμού της διαθέσιμης τεχνολογίας»

4. Για να μην υπάρχει επομένως η δυνατότητα πχ να ηχογραφείται κάποιος χωρίς την συναίνεσή του, πολύ εύστοχα κρίνει η απόφαση αυτή: »Εφόσον αποδεικτικό μέσο αποτελεί δέσμευση και περιορισμό στην ελεύθερη άσκηση της επικοινωνίας, είναι συνταγματικά απαγορευμένο αποδεικτικό μέσο και δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί σε πολιτική δίκη. Πράγματι, η απονομή της δικαιοσύνης δεν πρέπει να γίνεται έναντι οιουδήποτε τιμήματος».

5. Ας μας επιτραπεί να ανοίξουμε μια μικρή παρένθεση στο σημείο αυτό για να θυμίσουμε ότι με την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης 3256/2015, η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων προχώρησε, για πρώτη φορά και κήρυξε απαράδεκτη την απόδειξη πραγματικών ισχυρισμών με προσκόμιση μηνυμάτων sms, επικαλούμενη μάλιστα το νομολογιακό προηγούμενο της απόφασης του  Αρείου Πάγου 1/2201 που πλέον έχει καταστεί σημείο αναφοράς. Η απόφαση 1/2001 της Ολομελείας του Αρείου Πάγου ασχολήθηκε με το εάν μπορεί να προσκομιστεί σε πολιτικό δικαστήριο μαγνητοταινία που αποτυπώνει ιδιωτική συνομιλία, στην οποία ο διάδικος Δ1 ανέφερε στον διάδικο Δ2 ότι κατέχει ιδιόχειρη διαθήκη της θανούσας Θ, με την οποία διαθήκη, ο τελευταίος (Δ2) καθίσταται κληρονόμος της Θ κι έκρινε ότι η μαγνητοφώνηση αυτών, χωρίς την συγκατάθεση ενός εκ των συνομιλούντων αποτελεί παγίδευση και παράνομη προσβολή του ιδιωτικού του βίου κι άρα η συγκεκριμένη μαγνητοταινία συνιστά παράνομο αποδεικτικό μέσο και το οποίο δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί στην δίκη.

6. Εξαίρεση από τον, συνταγματικής ισχύος, κανόνα της απαγόρευσης των εν λόγω αποδεικτικών μέσων ισχύει μόνο χάριν της προστασίας συνταγματικά υπέρτερων έννομων αγαθών, όπως είναι η ανθρώπινη ζωή.

7. Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι έχει απόλυτη σημασία ποιος κάνει χρήση αναφορικά για γραπτά μηνύματα (SMS/MMS), φωτογραφία ή φωτογραφίες σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης και συνομιλίες μέσω messenger. Αν η χρήση τους γίνεται από έναν από τους δύο επικοινωνούντες ή συνομιλούντες τότε δεν αποτελούν παράνομο αποδεικτικό μέσο καθότι όπως προεκτέθηκε ο δημόσιος χαρακτήρας αυτών και η δημοσίευσή τους σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης υποδηλώνει την συναίνεση των επικοινωνούντων κι άρα η προσκόμισή τους σε Δικαστήριο δεν είναι παράνομη.

8. Αντιθέτως, όταν τρίτος (ως προς τους επικοινωνούντες – συνομιλούντες)  προσκομίζει μήνυμα που αφορά ξεχωριστούς από αυτόν συνομιλούντες τότε θα πρέπει να θεωρείται παράνομο αποδεικτικό μέσο, εκτός κι εάν ο επικαλούμενος αυτό διάδικος δεν έχει άλλο αποδεικτικό μέσο προς απόδειξη των ισχυρισμών του, οπότε, όμως, σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να γίνει στάθμιση από τον Δικαστικό Λειτουργό με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Η αρχή αυτή της αναλογικότητας είναι ένα νομικό εργαλείο που βοηθά τον Δικαστικό Λειτουργό να κρίνει βάσει των υφιστάμενων πραγματικών περιστατικών τι προέχει περισσότερο: η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή η πρόσβαση στη δικαιοσύνη και η γενικότερη προστασία της ελεύθερης αναπτύξεως της προσωπικότητας.

9. Στη συγκεκριμένη υπόθεση το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου ξεκίνησε από την βάση ότι όλοι οι χρήστες του facebook έχουν συναινέσει στους όρους χρήσης του μέσου αυτού κι είναι επομένως σε γνώση ότι κάθε ανάρτησή τους έχει συγκεκριμένο κοινό που οι ίδιοι έχουν προεπιλέξει ανάλογα με το προφίλ που οι ίδιοι ορίζουν.  Εύλογα επομένως έκρινε ότι : Υπό το πρίσμα της ανωτέρω συμφωνίας που είναι υποχρεωτική για την εγγραφή και χρήση της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης facebook, ο χρήστης αυτών γνωρίζει και αποδέχεται ρητά τη δυνατότητα του κάθε χρήστη ή μη, ο οποίος έχει πρόσβαση στα προϊόντα facebook, να συλλέξει («κατεβάσει» κατά την ιδιόλεκτο των χρηστών μέσων πληροφορικής), αποθηκεύσει, αναδιανείμει και εν τέλει χρησιμοποιήσει κάθε υλικό που κοινοποιείται («ανεβαίνει» κατά την ανωτέρω ιδιόλεκτο) σε αυτό. Συνεπώς, έχοντας δώσει ρητή συγκατάθεση κατά τα ανωτέρω, συνεπάγεται ότι η οικειοθελής ανάρτηση προσωπικών πληροφοριών σε ένα δημοσίως προσβάσιμο μέσο, όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι τεκμήριο υπέρ της επιθυμίας του χρήστη αυτών των υπηρεσιών για δημοσιοποίηση και όχι για περιφρούρηση και προστασία των δεδομένων του».

10. Δεδομένου λοιπόν ότι η συγκεκριμένη δίκη αφορούσε σε αντιδικία μεταξύ δύο χρηστών της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης facebook  και οι οποίοι είχαν ανταλλάξει μηνύματα μεταξύ τους και αναρτήσεις, και με βάση όλα τα ανωτέρω, έκρινε ΚΑΙ ΜΕ ΓΝΩΜΟΝΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΕΡΗ ΑΠΟΝΟΜΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ επιτρεπτή τη χρήση των μηνυμάτων αυτών στην  συγκεκριμένη δίκη ως αποδεικτικό μέσο.

Είμαι βέβαιος ότι στο μέλλον θα δούμε εξίσου ενδιαφέρουσες αποφάσεις αναφορικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την δυσχερή στάθμιση ανάμεσα σε συγκρουόμενα συνταγματικά αγαθά και την ανάγκη εξισορρόπησης τους κι αυτή η αέναη πάλη συνιστά κατά την ταπεινή μου άποψη μέρος από την γοητεία της Ποινικής μας Δικονομίας.