Το σχέδιο νόμου για τη δημόσια υγεία δόθηκε σήμερα από το υπουργείο Υγείας για δημόσια διαβούλευση και προβλέπει, μεταξύ άλλων, υποχρεωτικούς εμβολιασμούς κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.
Οι εμβολιασμοί θα γίνονται υποχρεωτικά σε περιπτώσεις που κρίνεται ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με άρθρο του νέου νομοσχεδίου. Πιο αναλυτικά, το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών (ΕΠΕΜΒ) προβλέπει ότι σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, «μπορεί να επιβάλλεται δυνάμει απόφασης του υπουργού Υγείας, μετά από σχετική γνωμοδότηση της ΕΕΔΥ, υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου».
Στο πλαίσιο της εκάστοτε υπουργικής απόφασης, θα ορίζεται η ομάδα του πληθυσμού ως προς την οποία θα καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός με καθορισμένο εμβόλιο, η τυχόν καθορισμένη περιοχή υπαγωγής στην υποχρεωτικότητα, το χρονικό διάστημα ισχύος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού.
Θεσπίζεται 5ετές εθνικό σχέδιο δράσης για τη δημόσια υγεία, το οποίο είναι δεσμευτικό για τις υπηρεσίες υγείας, με στόχο τη σταδιακή αύξηση της δαπάνης για τη δημόσια υγεία στο μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, προβλέπει ενδεχόμενες συμπράξεις μεταξύ φορέων του Δημοσίου, εθελοντικών οργανώσεων και άλλων φορέων.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει επίσης εθνικό πρόγραμμα πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς πρόληψης με την ονομασία «Σπύρος Δοξιάδης», το οποίο εντάσσεται στο εθνικό σχέδιο δράσης για τη δημόσια υγεία.
Η πρωτογενής πρόληψη, περιλαμβάνει το εθνικό πρόγραμμα προαγωγής της υγιεινής διατροφής και της σωματικής άσκησης (ΕΠΠΣΑΥΔ) και έχει ως στόχο τον «έλεγχο και τη διαχείριση των παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με την κακή διατροφή και την έλλειψη της σωματικής άσκησης. Επίσης το εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης του αλκοόλ (ΕΠΑΑ) για τον περιορισμό των παραγόντων κινδύνου από την έκθεση στο αλκοόλ και την ενίσχυση των προστατευτικών παραγόντων, που επιδρούν στην επίπτωση της συγκεκριμένης διαταραχής.
Στην πρωτογενή πρόληψη υπάρχει το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών (ΕΠΕΜΒ.) που προβλέπει ότι σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, «μπορεί να επιβάλλεται δυνάμει απόφασης του υπουργού Υγείας, μετά από σχετική γνωμοδότηση της ΕΕΔΥ, υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου. Στο πλαίσιο της υπουργικής απόφασης θα ορίζεται η ομάδα του πληθυσμού ως προς την οποία θα καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός με καθορισμένο εμβόλιο, η τυχόν καθορισμένη περιοχή υπαγωγής στην υποχρεωτικότητα, το χρονικό διάστημα ισχύος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, το οποίο πρέπει πάντοτε να αποφασίζεται ως έκτακτο και προσωρινό μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας για συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού, και ρυθμίζεται η διαδικασία του εμβολιασμού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια».
Προσυμπτωματικός έλεγχος
Τα προγράμματα δευτερογενούς πρόληψης περιλαμβάνουν το εθνικό πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου (ΕΠΠΕ) για την πρώιμη ανίχνευση νοσημάτων υψηλού επιπολασμού. Στο πρόγραμμα, «εμπεριέχονται δράσεις πρόληψης, με πρωταρχική την καθιέρωση προληπτικών διαγνωστικών εξετάσεων των πολιτών για τον καρκίνο του μαστού, του τραχήλου της μήτρας και του παχέος εντέρου, τον καρδιαγγειακό κίνδυνο και την έγκαιρη διάγνωση του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής».
Επίσης, στη δευτερογενή πρόληψη εντάσσεται το εθνικό πρόγραμμα συστηματικού προγεννητικού και περιγεννητικού ελέγχου (ΕΠΠΓΕ), το οποίο στοχεύει στην προάσπιση της υγείας κατά την προγεννητική και περιγεννητική περίοδο. Αυτό «περιλαμβάνει δέσμη των επιστημονικά συνιστώμενων εργαστηριακών ελέγχων κατά την προγεννητική περίοδο καθώς και την επέκταση του εθνικού προγράμματος προληπτικού ελέγχου νεογνών (ΕΠΠΕΝ) ώστε η πρώιμη διάγνωση να αφορά στο σύνολο των σπάνιων αλλά σοβαρών νοσημάτων, που επιδέχονται θεραπείας και μπορούν να καταστούν ελεγχόμενα)».
Η τριτογενής πρόληψη
Στην τριτογενή πρόληψη συμπεριλαμβάνονται το εθνικό πρόγραμμα ψυχοκοινωνικής ένταξης και αποκατάστασης για άτομα με σοβαρά ψυχοκοινωνικά προβλήματα (ΕΠΨΕΑΑΨΠ) και η επίλυση οργανωτικών θεμάτων των υπηρεσιών δημόσιας υγείας. «Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή διάθεση των πόρων και κατανέμονται οι δράσεις μεταξύ των πλέον αποτελεσματικών επιχειρησιακά φορέων» αναφέρεται στο σχέδιο νόμου.
Προς την κατεύθυνση αυτή δημιουργούνται:
1. Τμήμα κινητοποίησης του κοινωνικού κεφαλαίου στον τομέα της υγείας στο υπουργείο Υγείας, με αντικείμενο το συντονισμό και την υποστήριξη των εθελοντικών οργανώσεων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, που δραστηριοποιούνται στον τομέα της δημόσιας υγείας και τη δημιουργία και τήρηση ειδικού μητρώου ελληνικών και διεθνών εθελοντικών οργανώσεων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες δύνανται να συμμετέχουν στην υλοποίηση δράσεων δημόσιας υγείας του εθνικού σχεδίου δράσης για την δημόσια υγεία.
2. Διευθύνσεις δημόσιας υγείας στις ΔΥΠΕ, ως το αναγκαίο ενδιάμεσο επίπεδο, η μέχρι σήμερα απουσία του οποίου, είχε ως αποτέλεσμα την αδυναμία επικοινωνίας εφαρμογής των πολιτικών δημόσιας υγείας από το κεντρικό επίπεδο του εθνικού συστήματος υγείας στα περιφερειακά επίπεδα.
3. Διυπουργικό συμβούλιο δημόσιας υγείας (ΔΙ.ΣΥ.ΔΥ). Σκοπός του ΔΙ.ΣΥ.ΔΥ είναι ο συντονισμός και η παρακολούθηση της εφαρμογής του εθνικού σχεδίου δράσης για τη δημόσια υγεία και η επίλυση σχετικών ζητημάτων πολυτομεακού και διατομεακού χαρακτήρα.
4. Επιτροπή εμπειρογνωμόνων δημόσιας υγείας (ΕΕΔΥ) ως επιστημονικό, συμβουλευτικό και γνωμοδοτικό όργανο του υπουργείου Υγείας.
Το σχέδιο νόμου, λαμβάνει υπόψιν ότι οι Έλληνες ζουν περισσότερο από το μέσο όρο των πολιτών της ΕΕ αλλά ο χρόνος ζωής με καλή υγεία μειώνεται. Στόχο έχει την «αντιμετώπιση των συμπεριφορικών παραγόντων, όπως η χρήση καπνικών προϊόντων, η κατάχρηση οινοπνευματωδών, η κακή διατροφή, η απουσία φυσικής άσκησης, τα φαινόμενα εθισμού και εξάρτησης από “νέους” κινδύνους, όπως ο εθισμός στο διαδίκτυο. Όλα αυτά που έχουν αλλάξει τον τρόπο ζωής και αποτελούν βασικές αιτίες νοσηρότητας και πρώιμης θνησιμότητας: Καρδιοπάθειες, καρκίνους, πνευμονοπάθειες, παιδική παχυσαρκία, διαβήτη».