Το κράτος με «μπατζετ» 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο και για πέντε χρόνια αναλαμβάνει να επιδοτεί την αποπληρωμή δανείων α’ κατοικίας που θα ρυθμιστούν εξωδικαστικά στο πλαίσιο του νέου Πτωχευτικού Κώδικα.
Με το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας» που κατατέθηκε στη Βουλή αργά το βράδυ της Δευτέρας, ενσωματώνονται όλα τα επιμέρους εργαλεία ρύθμισης οφειλών που υπάρχουν σήμερα (υπερχρεωμένα νοικοκυριά, προστασία 1ης κατοικίας, εξωδικαστικός μηχανισμός, κ.λπ.) σε ένα ενιαίο πλαίσιο και μια ενιαία διαδικασία. Επίσης, αναμορφώνεται εκ βάθρων το πλαίσιο αντιμετώπισης της οικονομικής αδυναμίας, συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών και απαλλαγής από χρέη κάθε προσώπου, φυσικού ή νομικού το οποίο αναλαμβάνει οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του αν η δραστηριότητα αυτή είναι επιχειρηματική ή όχι.
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι σε όσους έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για χρονικό διάστημα άνω των 90 ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, παρέχεται επιδότηση του δανείου πρώτης κατοικίας από 70 – 210 ευρώ το μήνα για πέντε έτη από την ημερομηνία της αίτησης, με το μέγιστο ποσό να ορίζεται ως ακολούθως:
α) Για τον αιτούντα: 70 ευρώ ανά μήνα.
β) Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση κατά 35 ευρώ τον μήνα.
γ) Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.
δ) Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο.
δ) Ως ανώτατο όριο του επιδόματος στέγασης ορίζονται τα 210 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
Η επιδότηση δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:
α) ποσοστό 80% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια εξυπηρετούμενα ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι 90 ημέρες κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης,
β) ποσοστό 60% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης,
γ) ποσοστό 40% επί της μηνιαίας δόσης, προκειμένου για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και έχουν επιπλέον καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός έτους προ της υποβολής της αίτησης.
Όσον αφορά στα κριτήρια, ο οφειλέτης πρέπει να πληροί σωρευτικά τα ακόλουθα:
α) Έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
β) Για την εμπράγματη εξασφάλιση της οφειλής έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αίτησης, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη.
γ) Το σύνολο των οφειλών του προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής ασφάλισης είναι τουλάχιστον 20.000 ευρώ.
δ) Το υπόλοιπο της οφειλής από το δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία του οφειλέτη δεν υπερβαίνει το ποσό των 135.000 ευρώ προκειμένου για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά το ποσό των 20.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των 215.000 ευρώ ανά πιστωτή.
ε) Το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του ενός έτους από την υποβολή της αίτησης.
στ) Έχει επέλθει μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων ως εξής:
στα). εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, των οποίων ο μέσος μικτός μηνιαίος μισθός, αφαιρουμένων πρόσθετων ή άλλων έκτακτων αποδοχών των τελευταίων έξι μηνών πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασε μείωση, σε σχέση με τους αντίστοιχους έξι προηγούμενους μήνες, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
i) για ποσά έως 1.000 ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 20%,
ii) για ποσά μεγαλύτερα των 1.000 ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 30%, όπως οι αποδοχές αυτές δηλώνονται στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης από τον εργοδότη.
στβ) ελεύθεροι επαγγελματίες ή φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, των οποίων τα έσοδα του τελευταίου εξαμήνου πριν την υποβολή της αίτησης παρουσίασαν μείωση ίση ή μεγαλύτερη του 30%, σε σχέση με το αντίστοιχο προηγούμενο εξάμηνο, όπως αυτό προκύπτει από τις περιοδικές φορολογικές δηλώσεις,
στγ) σε περίπτωση εποχικής απασχόλησης ή δραστηριότητας συγκρίνονται οι αποδοχές ή τα έσοδα του τελευταίου ενός έτους πριν την υποβολή της αίτησης, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, προκειμένου να εντοπιστεί η μείωση. Ως «εποχική» νοείται η απασχόληση ή δραστηριότητα που παρέχεται σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις, υποκαταστήματα ή παραρτήματα επιχειρήσεων οι οποίες από τη φύση τους, τις καιρικές ή ιδιαίτερες συνθήκες ή λόγω των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών λειτουργούν κατά ημερολογιακό έτος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δύο και μικρότερο από εννέα μήνες, κατά το υπόλοιπο δε, χρονικό διάστημα του ημερολογιακού έτους δεν απασχολούν προσωπικό που υπερβαίνει το 25% του μέσου όρου του προσωπικού, το οποίο απασχολούν κατά την περίοδο αιχμής της δραστηριότητάς τους.
ζ) Λόγω της μείωσης που παρουσίασαν τα οικογενειακά εισοδήματα πληροί τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και λοιπά κριτήρια που εκάστοτε ισχύουν. Τα εν λόγω εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια ελέγχονται κατά το χρονικό σημείο της αίτησης και εάν προκύπτει ότι τα εισοδηματικά αυτά κριτήρια υπολείπονται των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, λαμβάνονται υπόψη ως κριτήριο τα εν λόγω εισοδηματικά κριτήρια, προσαυξημένα κατά ποσοστό 15%.