Όποιοι θεωρούν ότι η έκρηξη του φαινομένου οφείλεται στην κρίση πλανώνται πλάνη οικτρά. Οι ελληνοποιήσεις, το ανθόμελο που βαπτίζεται θυμαρίσιο και το μεγάλο παιχνίδι με τις τιμές. Ο Νίκος Κατσαρός, πρώην Πρόεδρος ΕΦΕΤ, ο Γιώργος Πίττας, Πρόεδρος ΣΕΤΣΕΜ, και ο Βασίλης Ντούρας, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας, μιλούν για μια παλιά ιστορία που έχει γίνει πληγή…
Στο μέλι τα πράγματα είναι απλά: κανείς δεν γνωρίζει πόσο νοθευμένο μέλι κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά. Και κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει το νοθευμένο μέλι πριν πάει για ανάλυση στο χημείο, ακόμα και αν είναι μελισσοκόμος και έχει περάσει όλη του τη ζωή στα μελίσσια. Για αυτό, άλλωστε, το φαινόμενο… ανθεί ακολουθώντας τον μοναδικό κανόνα της αγοράς: προσφορά και ζήτηση.
Γιατί το ελληνικό μέλι είναι τόσο ακριβό;
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: «το καλό ελληνικό μέλι είναι ακριβό. Και όταν λέμε ακριβό, εννοούμε ότι δεν μπορεί να πέσει κάτω από 10 ευρώ το κιλό στο ράφι», εξηγεί ο Βασίλης Ντούρας, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας και Γραμματέας της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης (ΕΔΟ) Μελιού και Λοιπών Προϊόντων Μελιού. Και είναι ακριβό όχι μόνο λόγω της υψηλής ποιότητάς του -έχουμε το καλύτερο μέλι στον κόσμο με διαφορά αλλά όπως πάντα, αδυνατούμε να το διαφημίσουμε- αλλά και λόγω της ποσότητάς του. «Οι Έλληνες τρώνε περίπου δέκα κιλά μέλι το χρόνο. Όχι τόσο μεγάλες ποσότητες που να δικαιολογούν το κυνήγι της φτηνής τιμής στο ράφι», συνεχίζει, «αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση».
Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα. «Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις νόθευσης ελληνικού μελιού με εισαγόμενο», υποστηρίζει ο Γιώργος Πίττας, Πρόεδρος ΣΕΤΣΕΜ (Σύνδεσμος Ελλήνων Τυποποιητών Συσκευαστών Εξαγωγέων Μελιού). «Από το 2010 ενημερώνουμε το κράτος με τα στοιχεία διακίνησης μελιού στην Ελλάδα. Και η διαφορά εισαγωγών–εξαγωγών τα τελευταία χρόνια (υπόλοιπο 2.5 τόνοι και 4.6 τόνοι) δεν δικαιολογεί την νόμιμη κατανάλωσή του στην Ελλάδα».
Αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να χτυπήσει το καμπανάκι. «Μόνο που οι έλεγχοι πρέπει να γίνονται στις πύλες εισόδου της χώρας», υπογραμμίζει ο Νίκος Κατσαρός, πρώην Προέδρος ΕΦΕΤ και πρώην Διευθυντής Ερευνών του ΕΚΕΦΕ, «έτσι ώστε να περιοριστούν οι ελληνοποιήσεις που είναι και η πραγματική μάστιγα». Ο ΕΦΕΤ είναι υπεύθυνος για ελέγχους τόσο στις εγκαταστάσεις παραγωγής, τυποποίησης και την αλυσίδα διακίνησης συμπεριλαμβανομένης με της λιανικής, όσο και εργαστηριακών δειγμάτων για την συμμόρφωση με την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Πόσοι έλεγχοι γίνονται κάθε χρόνο;
Σύμφωνα με τα στοιχεία που απέστειλε το Τμήμα Δόλιων Πρακτικών και Νοθείας της Διεύθυνσης Προστασίας Καταναλωτών του ΕΦΕΤ στο www.olivemagazine.gr στις 4/11(στη διάθεση των αναγνωστών), το διάστημα 2019 και 2020 ως και σήμερα, πραγματοποιήθηκαν 63 έλεγχοι σε εγκαταστάσεις παραγωγής και συσκευασίας μελιού. Στις 14 περιπτώσεις διαπιστώθηκαν μη συμμορφώσεις ενώ σε 4 από αυτές η επιχείρηση παραπέμφθηκε για επιβολή διοικητικού προστίμου. Επίσης, διενεργήθηκαν δύο ετήσια προγράμματα επίσημου ελέγχου/δειγματοληψίας και από τα 181 δείγματα, παρά το γεγονός ότι ακόμα οι έλεγχοι βρίσκονται σε εξέλιξη, έχουν ανιχνευτεί 5 περιπτώσεις μελιού που χαρακτηρίστηκε μη κανονικό-νοθευμένο.
Το ίδιο χρονικό διάστημα ο ΕΦΕΤ, ως Σημείο Επαφής της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε θέματα δόλιων πρακτικών και νοθείας στα τρόφιμα, έλαβε 4 κοινοποιήσεις για διακίνηση σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης νοθευμένου μελιού που συσκευάστηκε στην Ελλάδα. Κατά τη διερεύνηση σε μιας από αυτές που αφορούσε πρώτη ύλη μέλι συγκομιδής από τη Βουλγαρία, ορισμένα από τα 29 δείγματα χαρακτηρίστηκαν μη κανονικά-μη ασφαλή λόγω της ανίχνευσης καραμελοχρώματος.
«Σύμφωνα με τον νόμο, δεν επιτρέπεται καμία προσθήκη στο μέλι», συμπληρώνει ο Νίκος Κατσαρός. «Οτι προστεθεί συγκαταλέγεται στη νοθεία και το τελικό προϊόν δεν επιτρέπεται να ονομάζεται μέλι». Είναι καθορισμένες, μάλιστα, οι αναλογίες για κάθε κατηγορία μελιού. Παρά το γεγονός, όμως, ότι διαθέτουμε άριστο μέλι-ειδικά μια εποχή που γίνεται μεγάλο λόγος για το μέλλον της μελισσοκομίας αφού οι μέλισσες είναι πρώτος δείκτης ότι κάτι δεν πάει καλά στο περιβάλλον, και δεν πάει κάτι καλά εδώ και πολύ καιρό!- μόνο δυο ελληνικά μέλια έχουν πιστοποιηθεί ΠΟΠ. Το μέλι Ελάτης Μαίναλου και το Πευκοθυμαρόμελο Κρήτης.
Πώς γίνονται τα… βαφτίσια του εισαγόμενου σε ελληνικό;
Το ελληνικό μέλι είναι ισχυρό brand και επειδή ο καταναλωτής είναι πάντα ευαίσθητος στην ελληνική ταυτότητα αρχίζουν οι ελληνοποιήσεις. Κοινώς, τα βαφτίσια. Και βέβαια, η νοθεία. Το «καλό» σενάριο της εξαπάτησης ξεκινά από τις αντικαταστήσεις, ανθόμελο, κατώτερης ποιότητας, που πουλιέται, παράδειγμα, για θυμαρίσιο. Το κακό σενάριο: εισαγόμενο μέλι, «κυρίως, Βουλγαρίας αλλά και από άλλες πρώην Ανατολικές Χώρες και χώρες Νότιας Ασίας», υπογραμμίζει ο Νίκος Κατσαρός, «βαπτίζεται ελληνικό με την προσθήκη καραμελοχρώματος εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι άχρωμο». Και το χειρότερο σενάριο: εισαγόμενο μέλι αντικαθίσταται μέρος ή κατά ολοκληρία από σιρόπι γλυκόζης, πιο φτηνό, με την προσθήκη πάντα καραμελοχρώματος, για να μοιάζει ελληνικό.
Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση: κάθε τόπος έχει και το δικό του μέλι. Άλλο μέλι -και εννοούμε σε ποιότητα, γεύση, χρώμα, άρωμα- βγάζει η Χαλκιδική, άλλο τα Κύθηρα, άλλο η Εύβοια, άλλο η Κεφαλονιά. Κάθε τόπος έχει τις ποικιλίες του: θυμάρι, πεύκο, έλατο, καστανιά, ρείκι, πορτοκαλιά. Οι Έλληνες προτιμούν, κατά μια περίεργη ιδέα συλλογικού υποσυνείδητου, το θυμαρίσιο άρα οι ελληνοποιήσεις τείνουν περισσότερο προς αυτό αλλά όχι αποκλειστικά.
Και μια δεύτερη παρένθεση για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε: υπεύθυνος για τη νοθεία δεν είναι μόνο ο παραγωγός που αναγράφεται πάνω στη συσκευασία αλλά και το σούπερ μάρκετ που το βάζει στο ράφι.
Τελικά, ξέρουμε τι μέλι αγοράζουμε;
«Έχουμε κάνει μεγάλο αγώνα να πείσουμε για την έκταση της νοθείας», συνεχίζει ο Βασίλης Ντούρας. «Και νομίζω, χωρίς υπερβολή, ότι βλέπουμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Ουδείς γνωρίζει με ακρίβεια τις ποσότητες του νοθευμένου μελιού που κυκλοφορούν στην αγορά και ούτε, βέβαια, μπορεί να διακρίνει εύκολα το νοθευμένο μέλι. Ούτε εμείς που είμαστε μελισσοκόμοι τριάντα χρόνια». Και ξέρει πολύ καλά τι λέει.
Γιατί η νοθεία πριν χτυπήσει τον καταναλωτή, χτυπά πρώτα τον μελισσοκόμο. Όταν κλονίζεται η εμπιστοσύνη, κλονίζεται η αγορά, ο κόσμος διστάζει, δεν ξέρει τι να διαλέξει και δεν ξέρει ποιόν να πιστέψει. «Το πρώτο θύμα της νοθείας είναι ο παραγωγός», υποστηρίζει. «Και παρόλο που προσπαθούμε να εξηγήσουμε γιατί το ελληνικό μέλι είναι ακριβό είναι δύσκολο να τα καταφέρουμε. Το μέλι είναι ζωντανός οργανισμός, υπάρχουν οι καλές και κακές χρονιές -φέτος, παράδειγμα, ήταν μια κακή χρονιά- όταν λοιπόν έρχεται και η νοθεία αποδεκατίζεται η αγορά».
Και όταν πλέον το πρόβλημα φτάνει στον ΕΦΕΤ είναι ήδη αργά. Έτσι καταλήγουμε στην αρχή: τι μέλι αγοράζουμε και από ποιόν; Η απάντηση είναι ομόφωνη από όλους. Ελληνικό μέλι. Προσέχουμε, όμως, πάντα στην ετικέτα του προϊόντος να αναγράφονται τα στοιχεία παραγωγού/συσκευαστή, η κατηγορία του μελιού, η προέλευση και η ημερομηνία ανάλωσης. Και όταν αγοράζουμε από παραγωγό και όχι από το ράφι εμπιστευόμαστε μόνο αυτόν με τον οποίον έχουμε δημιουργήσει μια σχέση χρόνων, πηγαίνουμε στον τόπο του, τον ξέρουμε και μας ξέρει. Και σε αυτή την περίπτωση ελέγχουμε ότι εξασφαλίζεται το απαραβίαστο του περιέκτη με πώμα ή ταινία ασφαλείας. «Κοινώς», όπως εξηγεί ο κ. Πίττας, «διαβάζουμε προσεκτικά τα ψιλά γράμματα και είμαστε υποψιασμένοι για τις πολύ χαμηλές τιμές στο ράφι». Εκεί που κρύβεται πάντα ο διάβολος!
(Για οποιαδήποτε υποψία απάτης λόγω ανεπαρκούς επισήμανσης ή δελεαστικής τιμής ή αλλοίωσης χαρακτηριστικών του μελιού, επικοινωνήστε με τον ΕΦΕΤ, τηλ. 11717, www.efet.gr)
olivemagazine