Τι κατέθεσαν οι ανήλικοι που έδειραν τον σταθμάρχη του μετρό

«Ήμουν σε σοκ, θυμό και με θολωμένο μυαλό» , λέει ο 17χρονος – «Πήγα να βοηθήσω για να μην λιντσαριστούν» λέει ο αστυνομικός που εμπλέκεται στην υπόθεση

Λεπτό προς λεπτό το χρονικό της φρίκης στο μετρό με τον άγριο ξυλοδαρμό του σταθμάρχη ξεδιπλώνεται μέσα από τις απολογίες των δύο μαθητών που παρουσιάζει το protothema. Οι δύο ανήλικοί πρωταγωνιστές μιλούν για το «θερμό» επεισόδιο πρωτοφανούς βιαιότητα και δίνουν τη δική τους εκδοχή των πραγμάτων για όσα συνέβησαν με θύμα τον σταθμάρχη.

Οι απολογίες τους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος αφού και οι δύο περιγράφουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το συμβάν με τον μεγαλύτερο να αναφέρει για τον ξυλοδαρμό ότι «υστερα από στιγμιαία συμπλοκή ο παθών βρέθηκε στο έδαφος με αποτέλεσμα πλέον σε κατάσταση σοκ, θυμού και θολωμένου μυαλού να επέλθει το τραγικό αποτέλεσμα για το οποίο ντρέπομαι και λυπάμαι ειλικρινά» και στη συνέχεια να ζητά συγγνώμη λέγοντας ότι «το δραματικό αυτό συμβάν που με έχει συγκλονίσει ως μαθητή και έχει διασύρει το πρόσωπο μου αλλά και την οικογένεια μου σε ολόκληρη την επικράτεια. Ουδέποτε έχω δημιουργήσει οποιοδήποτε πρόβλημα στην καθημερινότητα μου και φυσικά δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου από ένα σημείο και μετά».

Από την πλευρά του και ο ειδικός φρουρός μέσα από την απολογία του αναφέρει πως ενεπλάκη στην ιστορία καθώς γνωρίζει τη μητέρα των παιδιών χρόνια και θέλησε να βοηθήσει προκειμένου να «γίνει καλύτερη διαχείριση της σύλληψης και να μην λιντσαριστούν».

Όλη η απολογία του 17χρονου – «Ήμουν σε σοκ, θυμό και με θολωμένο μυαλό»

Ο μεγάλος αδερφός στην απολογία του ξεδιπλώνει με λεπτομέρειες το σκηνικό ως εξής: «Τυγχάνω μαθητής 17 ετών διαμένω επί της οδού (σ.σ αναφέρεται στην οδό) με τη μητέρα μου και με τον αδερφό μου, με τον άλλο αδερφό μου 14 ετών και το βρέφος των 4 ετών. Την ημέρα εκείνη ήμουν με τον αδερφό μου και συγκατηγορούμενο μου όταν και επιβιβαστήκαμε αρχικά στον σταθμό του μετρό Άγιος Αντώνιος με κατεύθυνση προς Σύνταγμα και προορισμό μας τον σταθμό Αττικής. Και συγκεκριμένα καθόμασταν ο ένας δίπλα στον άλλο στη θέση μας και αμφότεροι φορούσαμε τα ακουστικά μας και αναμέναμε την άφιξη στον σταθμό Αττική.

Η αλήθεια είναι ότι τη στιγμή εκείνη είχαμε καθίσει κάπως άκομψα με τη μάσκα περί προστασίας από τον κορωνοιό φορεμένη κάτω από το πηγούνι διότι είχαμε τα ακουστικά ενώ τόσο εγώ όσο ο αδερφός μου πίναμε από ένα αναψυκτικό. Στη συνέχεια όλως αιφνιδίως ακούσαμε μια έντονη άναρθρη ιαχή, γύρισα το βλέμμα μου και διαπίστωσα ότι ένας αρκετά σωματώδης και ψηλός κύριος περίπου 50 ετών, με μεγάλη ένταση στη φωνή απευθύνθηκε προς το μέρος μας. Ο συγκεκριμένος άνδρας στεκόταν πλάι μου και σε ορθή στάση.

Στη συνέχεια με έντονο ύφος, δίχως να μας γνωστοποιήσει την ιδιότητα του και δίχως φυσικά να φέρει οποιοδήποτε διακριτικό γνώρισμα και χωρίς κανένα ίχνος ευγένειας μας, είπε τα εξής: «Κατεβάστε τα πόδια σας κάτω. Δεν ντρέπεστε λίγο; Φορέστε τις μάσκες σας, ντροπή στην οικογένεια σας. Έτσι κάνετε σπίτι σας» Τότε του απάντησα, ότι δεν τον αφορά τι κάνουμε σπίτι μας και τότε σε ειρωνικό ύφος «ίσως έτσι κάνουμε σπίτι μας». Τότε ο άγνωστος μέχρι τότε άνδρας χωρίς καμία ιδιαίτερη πρόκληση όλως αιφνιδίως με γρονθοκόπησε στο πρόσωπο από κοντινή απόσταση αφού στεκόταν όρθιος πάνω μου λέγοντας μου παράλληλα τη φράση «Ε, τότε και εγώ έτσι κάνω στο σπίτι μου».

Αμέσως ο αδερφός μου αντέδρασε και απευθυνόμενος προς αυτόν τον ρώτησε για ποιο λόγο με χτύπησε ενώ εκείνος του απάντησε με την εξής φράση: «Τι θες εσύ; Άντε βγάλε πρώτα τα σιδεράκια και μετά μίλα» προσβάλλοντας την τιμή και την υπόληψη του. Στη συνέχεια προσπάθησα να ηρεμήσω τον μικρότερο μου αδερφό αδιαφορώντας για τον συγκεκριμένο κύριο και παρά το γεγονός ότι μόλις είχα υποστεί βία και τον προέτρεψα να κατέβουμε στο σταθμό Αττικής όπου και ήταν ο προορισμός μας.

Τότε ο συγκεκριμένος κύριος όταν το άκουσε αυτό χωρίς να του απευθύνει κανένας τον λόγο, είπε το εξής «Ωραία θα κατέβω και εγώ εδώ, με κάποιους άλλους που πρέπει να κατέβουν εδώ», τραβώντας επιδεικτικά το μπουφάν του και κάνοντας με το χέρι του κινήσεις εκδικητικές προς το μέρος μας. Τότε παραξενεύτηκα και άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι τα πράγματα σοβαρεύουν ενώ κυριεύτηκα από συναίσθημα φόβου και ιδιαίτερης ανησυχίας για τη σωματική ακεραιότητα εμού και του αδερφού μου.

Ήδη, επαναλαμβάνω ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος με έχει χτυπήσει και σαν να μην έφθανε αυτό, επεδείκνυε μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά. Στη συνέχεια ενώ είχαν ηρεμήσει τα πνεύματα ένας κύριος ο οποίος είχε δει το περιστατικό μας προέτρεψε να κατέβουμε στην επόμενη στάση ώστε να προσπαθήσει να ηρεμήσει τον παθόντα ο οποίος βρισκόταν σε έξαλλη κατάσταση. Πράγματι αποφασίσαμε πλέον να κατέβουμε στη στάση Ομόνοια αφού προηγουμένως λόγω του φόβου μας και της αλλοπρόσαλλης επιθετικής συμπεριφοράς του συγκεκριμένου κυρίου, δεν κατεβήκαμε στη στάση Αττική. Την στιγμή που εξερχόμασταν αμφότεροι από τον συρμό, από διαφορετική θύρα όπως προκύπτει από βιντεοληπτικό υλικό της δικογραφίας παρατήρησα ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος εξήλθε ομοίως από τον συρμό από τη διπλανή θύρα και στάθηκε σχεδόν στην πόρτα δίχως καμία διάθεση να απομακρυνθεί από το σημείο.

Συγκεκριμένα και ενώ όλοι οι επιβάτες αποχωρούσαν προς την έξοδο, συνέχισε να μας κοιτάζει προκλητικά, να στέκεται αλλοπρόσαλλα με τα χέρια του σε στάση επίθεσης, να προκαλεί και να μας βρίζει χυδαία με τις φράσεις αρχικά απευθυνόμενος στον αδερφό μου «τι με κοιτάς ρε μ…..; Έλα εδώ να σε γ…… Φοβάσαι ρε;». Εγώ ακούγοντας αυτόν να εξυβρίζει χυδαία και να απειλεί, επί προσωπικού πλέον τον μικρότερο μου αδερφό, αισθάνθηκα φόβο και άρχισα να απομακρύνομαι από την έξοδο του συρμού παροτρύνοντας τον αδερφό μου να κάνει το ίδιο ο οποίος ομολογουμένως μπερδεύτηκε προς στιγμήν και κατευθύνθηκε προς λανθασμένη έξοδο του συρμού.

Το γεγονός αυτό προκύπτει από το ίδιο το βιντεοληπτικό υλικό που η αρχική μου θέση είναι εμφανώς πιο πίσω από τον αδερφό μου και διαφορετική κατεύθυνση και θέση από τον παθόντα. Στη συνέχεια άκουσα τον συγκεκριμένο κύριο ο οποίος συνεχίζει να στέκεται στο ίδιο σημείο να μην αποχωρεί ενώ ήδη είχαν αποχωρήσει όλοι οι επιβάτες από την αποβάθρα να λέει επαναλαμβανόμενα τη φράση «Είστε μ… κ…παιδα». Και τότε άρχισα φοβάμαι περισσότερο και αισθάνθηκα ότι αυτός ο άνθρωπος θα μας κάνει κακό.

Στη συνέχεια και ενώ εγώ οπισθοχωρούσα, κάνοντας βήματα προς τα πίσω και με πλάγια καμπή του σώματος μου, όπως φυσικά και ο αδερφός μου, ο συγκεκριμένος άνθρωπος άρχισε να τρέχει μαινόμενος προς το μέρος μας. Το γεγονός αυτό μου έδειξε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν υπολόγιζε τίποτα πλέον συνδυάζοντας τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί εντός και εκτός του συρμού. Τότε λοιπόν τη στιγμή ου έτρεξε στο μέρος του μικρού μου αδερφού κάνοντας κινήσεις επιθετικές με τα χέρια του και το σώμα του και λίγο πριν έρθει σε επαφή σωματικά με τον αδερφό μου θεώρησα ότι έπρεπε να προστατέψω τη σωματική του ακεραιότητα. Στη συνέχεια και ύστερα από στιγμιαία συμπλοκή ο παθών βρέθηκε στο έδαφος με αποτέλεσμα πλέον σε κατάσταση σοκ, θυμού και θολωμένου μυαλού να επέλθει το τραγικό αποτέλεσμα για το οποίο ντρέπομαι και λυπάμαι ειλικρινά. Επαναλαμβάνω συγγνώμη για το δραματικό αυτό συμβάν που με έχει συγκλονίσει ως μαθητή και έχει διασύρει το πρόσωπο μου αλλά και την οικογένεια μου σε ολόκληρη την επικράτεια. Ουδέποτε έχω δημιουργήσει οποιοδήποτε πρόβλημα στην καθημερινότητα μου και φυσικά δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου από ένα σημείο και μετά. Θέλω α εκφράσω την ειλικρινή μου συγγνώμη συζητήσω μαζί του και να δοθούν οι αμοιβαίες εξηγήσεις.

Η πράξη μου αυτή με στιγμάτισε σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο και τις πρώτες στιγμές μετά το συμβάν ήμουν σπίτι μου σε κατάσταση σοκ δίχως να μπορώ να αντιληφθώ τι πραγματικά είχε συμβεί. Όταν μπόρεσα με τη βοήθεια της μητέρας μου να σταθώ στα πόδια μου ήρθα σε επαφή με το δικηγόρο μου με μοναδικό σκοπό την εμφάνιση μας για τις έννομες συνέπειες ενώπιον του αρμόδιου αστυνομικού τμήματος…».

«Κλειστήκαμε στο δωμάτιο και κλαίγαμε»

Στις συμπληρωματικές απολογίες στον ανακριτή και τα δύο αδέρφια έμειναν στις ίδιες θέσεις για το πώς έγινε το συμβάν. Ειδικότερα ο μικρότερος προσθέτει: «Αναφέρομαι στο απολογητικό μου υπόμνημα το περιεχόμενο του οποίου επιβεβαιώνω και συμπληρωματικά αναφέρω ότι, την Τετάρτη θέλαμε να πάμε στη Φιλαδέλφεια στον ξάδερφο μου. Πήραμε το μετρό από τον Άγιο Αντώνιο και θέλαμε να πάμε στο σταθμό Αττική, για να κάνουμε την ανταπόκριση με τον ηλεκτρικό. Μετά όλα τα πραγματικά περιστατικά έγιναν όπως τα αναφέρω στο υπόμνημα. Καθόμασταν και ακούγαμε μουσική και πίναμε τα αναψυκτικά μας. Ξαφνικά ακούσαμε τον παθόντα να λέει στον αδερφό μου να κατεβάσει τα πόδια από το κάθισμα, κάτι το οποίο έκανε. Καθόταν απέναντι μας από την άλλη πλευρά ήταν εκνευρισμένος και χτύπησε τον αδερφό μου. Του είπα: «Γιατί χτυπάς τον αδερφό μου;» και τότε μας είπε ένας κύριος να κατέβουμε στην Ομόνοια για να τον ηρεμήσει. Τελικά βγήκε αυτός μαζί μας στην Ομόνοια. Μας κοίταζε απειλητικά και μας έβριζε. Του ρίξαμε τα αναψυκτικά για να τον κάνουμε να φύγει. Κινήθηκε απειλητικά προς εμάς και αντιδράσαμε και έγινε ο,τι έγινε. Μετά φύγαμε τρέχοντας γιατί είχαμε πανικοβληθεί. Σταματήσαμε στο Μοναστηράκι και πήγαμε σε έναν δρόμο που δεν ξέρουμε και πήραμε τη μητέρα μας να έρθει να μας πάρει. Πήγαμε σπίτι κλειστήκαμε στο δωμάτιο και κλαίγαμε. Στη μητέρα μου δεν είπαμε τίποτα. Της είπαμε την επόμενη ημέρα. Το Σάββατο μάθαμε ότι θα πηγαίναμε με δικηγόρο στην Αστυνομία. Δεν θέλαμε να του κάνουμε κακό. Πηγαίνω σχολείο στο 2ο ΕΠΑΛ Περιστερίου στην Α΄ Λυκείου και μένω με τη μητέρα μου. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη στον άνθρωπο που χτύπησα. Δεν έχω κάτι άλλο να προσθέσω».

Αστυνομικός: «Πήγα να βοηθήσω για να μην λιντσαριστούν»

Στην απολογία του ο ειδικός φρουρός υποστήριξε: «Υπηρετώ στη ΔΙ.ΑΣ δυτικής Αττικής περίπου 1.5 χρόνο. Είμαι πολύ στεναχωρημένος με όλο αυτό. Πήγα να βοηθήσω τα παιδιά όχι για να αποφύγουν τη σύλληψη αλλά για να γίνει καλύτερη διαχείριση της σύλληψης με την έννοια να μην λιντσαριστούν. Ξημερώματα Πέμπτης δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τη μητέρα των παιδιών. Έχουμε φιλικές σχέσεις. Τη γνωρίζω από τη γειτονιά πολλά χρόνια. Με ρώταγε διάφορα σαν να ψάρευε χωρίς κάτι συγκεκριμένο. Την Παρασκευή έμαθα τι έγινε και προσπάθησα να δω τι θα κάνω και πως θα χειριστώ και να βοηθήσω την κατάσταση να παραδοθούν τα παιδιά όσο πιο ομαλά γινόταν. Όταν ρωτήθηκα από τη μητέρα της είπα ότι πρέπει να παραδοθούν και ότι σε κάθε περίπτωση θα τα έβρισκαν. Ο (σ.σ αναφέρεται σε ανδρικό όνομα) που αναφέρεται στις συνομιλίες είναι ένας φίλος της μητέρας και δεν τον γνωρίζω. Ο σκοπός όσων λέω στο τηλέφωνο ήταν για να κερδίσω την εμπιστοσύνη της μητέρας προκειμένου να τα πάω εγώ στην Αστυνομία. Δεν ήξερα ότι ειχε αναλάβει η Ασφάλεια και καμία άλλη πληροφορία για την υπόθεση. Δεν έχω τίποτα άλλο να προσθέσω».