Δεδομένου ότι περισσότερο από το 30 τοις εκατό των παιδιών στις ΗΠΑ εκτίθενται για πρώτη φορά στις έξυπνες συσκευές και τις ψηφιακές οθόνες πριν ακόμα βγάλουν την πάνα, οι γιατροί ψάχνουν να βρουν τη μαγική φόρμουλα που θα ορίσει τον χρόνο που πρέπει να εκτίθεται κάθε παιδί ανάλογα με την ηλικία του στο νέο ψηφιακό τοπίο
Είτε πρόκειται για παιδιά ηλικίας τριών ετών που παίζουν στα δάχτυλα τα τάμπλετ, παιδιά επτά ετών που παρακολουθούν το ένα βίντεο στο YouTube μετά το άλλο ή εννιάχρονα που διεκδικούν το δικό τους smartphone κι εφήβους να έχουν τα δικά τους προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάθε στάδιο της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας συνοδεύεται από τις αντίστοιχες προκλήσεις για τους γονείς που δυσκολεύονται να διαχειριστούν τη νέα πραγματικότητα.
Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (AAP) κατά καιρούς εκδίδει αυστηρές συστάσεις σχετικά με την έκθεση των παιδιών στις οθόνες αν και πρόσφατα επανήλθε με μια πιο «χαλαρή» επικαιροποίησή τους, που λαμβάνει υπόψη την εδραίωση των ψηφιακών μέσων στη ζωή των οικογενειών αλλά και τις θετικές συνέπειες που ενδεχομένως έχουν.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτές τις συστάσεις, αρχικά πρέπει να αποφεύγουμε τη χρήση οθονών από παιδιά μέχρι 18 μηνών- κι αν τις χρησιμοποιούμε να γίνεται μόνο για λόγους επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους μέσα από την ανταλλαγή βίντεο και φωτογραφιών. Οι γονείς παιδιών ηλικίας 18 έως 24 μηνών πρέπει να επιλέγουν προγράμματα υψηλής ποιότητας και, κυρίως, να τα παρακολουθούν μαζί με τα παιδιά τους για να τους βοηθούν να καταλάβουν τι βλέπουν.
Για παιδιά ηλικίας από 2 έως 5 ετών, οι συστάσεις περιορίζουν τη χρήση οθόνης σε 1 ώρα ημερησίως και πάντως για προγράμματα υψηλής εκπαιδευτικής ποιότητας. Και πάλι η παρουσία των γονέων κρίνεται αναγκαία για να αλληλεπιδρούν με τα παιδιά τους, να τα καθοδηγούν και να τους εξηγούν το περιεχόμενο που βλέπουν, επικοινωνώντας μαζί τους.
Για παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει να μπαίνουν σταθερά όρια στον χρόνο που αφιερώνουν τα παιδιά στις οθόνες ενώ οι γονείς πρέπει να ελέγχουν ότι ο χρόνος αυτός δεν αντικαθιστά τον ενδεδειγμένο ύπνο, τη σωματική άσκηση και άλλες συνήθειες που είναι στοιχειώδεις για την ψυχική, πνευματική και σωματική ευεξία του παιδιού.
Πέρα από αυτές τις οδηγίες όμως, η Ακαδημία τείνει να συμφωνήσει με τα αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών που δείχνουν ότι δεν έχει σημασία μόνο ο χρόνος που δαπανάται από τα παιδιά στις οθόνες αλλά και η φύση και το είδος των προγραμμάτων στα οποία εκτίθενται. «Αντί να μετράμε τις θερμίδες (τα λεπτά που περνάει ένα παιδί στην οθόνη, δηλαδή) καλύτερα να σκεφτόμαστε τι τρώμε (το περιεχόμενο του ψηφιακού προγράμματος που καταναλώνουμε.», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Jocelyn Brewer, ψυχολόγος που ειδικεύεται στην έννοια της “ψηφιακής διατροφής”.
Είναι δύσκολο να απομονώσουμε τις οθόνες από την ζωή των παιδιών μας όταν πλέον έχουν γίνει μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, της μάθησης και της επικοινωνίας. Αυτό όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να είμαστε εκεί ως γονείς στη νέα αυτή πραγματικότητα, να γνωρίσουμε ποια μέσα χρησιμοποιούν και να συζητάμε μαζί τους. Να παίξουμε και να μάθουμε μαζί τους, γιατί πάντοτε η αλληλεπίδραση βοηθάει την επικοινωνία αλλά μας δίνει και τη δυνατότητα να έχουμε εμείς τον έλεγχο της κατάστασης.
Επίσης, πρέπει ως γονείς να είμαστε ανοιχτοί στα προειδοποιητικά σημάδια. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν η χρήση των οθονών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εκτοπίζει τη φυσική δραστηριότητα, την ανάγκη για εξερεύνηση και την κοινωνική επαφή στον πραγματικό κόσμο, που είναι κρίσιμη για τη μάθηση. Η υπερβολική χρήση της οθόνης μπορεί ακόμα να βλάψει την ποσότητα και την ποιότητα του ύπνου.
Όλα καταλήγουν πως σε αυτή τη νέα ψηφιακή πραγματικότητα περισσότερο από απαγορεύσεις χρειάζεται ο ενεργός ρόλος των γονέων και η αυθεντική επαφή τους με τα παιδιά- αυτό είναι το μυστικό που θα προλάβει την προβληματική χρήση των οθονών και θα τις μετατρέψει σε ευκαιρία για μάθηση και επικοινωνία.
Το κείμενο αυτό υπογράφει η συντακτική ομάδα της Nannuka.