Καλώς ήρθατε στον φαντασμαγορικό κόσμο της τηλεόρασης που έμελλε να αλλάξει για πάντα τις καθημερινές μας συνήθειες…
«Βρε γιαγιά μου, δεν σε ακούει δεν σε βλέπει μην της λες καληνύχτα». Πόσες φορές κι αν ακούστηκε η παραπάνω φράση από τηλεθεατές που στέκονταν με αμηχανία μπροστά στην τηλεόραση πιστεύοντας ότι οι άνθρωποί της, τους ακούνε και τους βλέπουνε; Ανάλογα σκηνικά ανήκουν κατά κύριο λόγο στο μακρινό παρελθόν, μιας και ο κόσμος έχει εξοικειωθεί για τα καλά με την τηλεόραση και το περιεχόμενό της και έχει αποκτήσει μαζί της μία χρόνια σχέση αγάπης και μίσους.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Πρόκειται για μία από τις εφευρέσεις που δεν οφείλεται στη φαεινή ιδέα ενός και μόνο ανθρώπου αλλά στους πειραματισμούς και τη συνεργασία πολλών επιστημόνων. Οι προσπάθειες ξεκινούν στα μέσα του 19ου αιώνα όμως την πρώτη συσκευή την παρουσιάζει το 1930 ο Αμερικανός Charles Jenkins. O Jenkins επινοεί ένα εξελιγμένο σύστημα αναπαραγωγής εικόνων, το κατοχυρώνει ως πατέντα και ιδρύει την πρώτη εταιρεία κατασκευής και εμπορίας συσκευών συστήματος «οπτικής ραδιοφωνίας».
Το 1947 και ενώ οι επιστήμονες ασχολούνται συστηματικά με την εξέλιξη του μέσου, πραγματοποιείται στην Αμερική και η πρώτη συνδιάσκεψη για τις ραδιοεπικοινωνίες οπότε και καθιερώνεται ο όρος «τηλεόραση» μεταβαίνοντας σε μία καινούργια και εντελώς διαφορετική εποχή.
Στα πρώτα της στάδια η τηλεόραση μοιάζει περισσότερο με ένα μεγάλο, ξύλινο έπιπλο πάνω στο οποίο βρίσκεται μία μικροσκοπική οθόνη – αποκλειστικά για παρακολούθηση από κοντινή απόσταση- ενώ είναι αδύνατον να αναπαραχθούν λεπτομέρειες.
Η εικόνα είναι ασπρόμαυρη μέχρι και το 1956 -χρονιά κατά την οποία ένα μικρό στούντιο στο Σικάγο επιτυγχάνει την πρώτη έγχρωμη πειρατική αναμετάδοση- για δέκτες χρησιμεύουν οι κεραίες τηλεφώνου, με αποτέλεσμα πολλές φορές η εμβέλεια να είναι αρκετά μικρή, και τα προγράμματα, αξιόλογα μεν, αλλά διακόπτονται απότομα και συχνά, από τα γνωστά και μη εξαιρετέα «χιόνια». Η έγχρωμη τηλεόραση καθιερώθηκε τελικά στην Αμερική το 1962 και στην Ευρώπη το 1967 ενώ η πρόοδος της τεχνολογίας βοήθησε αρκετά και στην εξέλιξη της εμφάνισης της τηλεόρασης που σταδιακά από ένα ογκωδέστατο έπιπλο μετατράπηκε σε ένα λεπτό και διακριτικό στοιχείο του σαλονιού.
Στην Ελλάδα η ιστορία της τηλεόρασης έχει ως αφετηρία τον νόμο του 1951 που προβλέπει την ίδρυση και τη λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών των Ενόπλων Δυνάμεων, όμως η επίσημη έναρξη της Ελληνικής Κρατικής Τηλεόρασης δεν πραγματοποιείται παρά το Φεβρουάριο του 1966 οπότε και βγαίνει στον αέρα η πρώτη εκπομπή με παρουσιάστρια την Ελένη Κυπραίου και συντονιστή το δημοσιογράφο Γεώργιο Κάρτερ.
Λίγους μήνες αργότερα και ενώ η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς δικτατορίας, η τηλεόραση προβάλει σημαντικά αθλητικά γεγονότα όπως τους Πανευρωπαϊκούς του Ά69 και το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου ενώ αναμεταδίδονται και τα πρώτα βήματα του Νιλ Άρμστρονγκ στο φεγγάρι, γεγονός που λέγεται ότι κράτησε ανοιχτές όλες τις συσκευές του λεκανοπεδίου.
Με την πτώση της δικτατορίας και μέχρι και το 1989 στην Ελλάδα γίνεται λόγος μόνο για Κρατική Τηλεόραση, η οποία άλλαξε πολλές φορές ονομασία και πειραματίστηκε με ποικίλες εκπομπές και τηλεοπτικές σειρές κυρίως βασισμένες σε έργα σπουδαίων συγγραφέων. Το 1989 όμως είναι μία καθοριστική ημερομηνία για τον Έλληνα τηλεθεατή καθώς εμφανίζονται τα δύο πρώτα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας: το Mega Channel και ο Antenna TV που έφεραν ραγδαίες αλλαγές στη χρήση του μέσου.
Η ιδιωτική τηλεόραση εξελίσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, καινούργια κανάλια εκπέμπουν, οι άνθρωποι που εργάζονται σε αυτήν γίνονται σιγά-σιγά οι επόμενοι stars προκαλώντας το θαυμασμό και την εκτίμηση των τηλεθεατών ενώ τα χρόνια που ακολουθούν, νέες μορφές τηλεόρασης όπως η καλωδιακή και η συνδρομητική κάνουν την εμφάνισή τους αλλάζοντας για μία ακόμη φορά το τηλεοπτικό σκηνικό.
Η τηλεόραση αποκτά τεράστια δύναμη, διαμορφώνει συνειδήσεις και καταφέρνει να αλλάξει τη νοοτροπία των τηλεθεατών. Η οικογένεια συσπειρώνεται μπροστά από αυτό το μαγικό κουτί, προβληματίζοντας ολοένα και περισσότερο ψυχολόγους και κοινωνιολόγους οι οποίοι προσπαθούν να σκιαγραφήσουν τις επιπτώσεις του γυαλιού στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων. Οι ειδικοί προειδοποιούν για την αλόγιστη χρήση του μέσου ενώ δεν είναι λίγοι πια εκείνοι που αποζητούν τα 15 λεπτά δημοσιότητας όπως προφητικά είχε αναφέρει ο μεγάλος καλλιτέχνης Andy Warhol αρκετά χρόνια πριν.
Τον Ιούλιο του 2013, ένα πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα γεγονός έρχεται να ανατρέψει την καθιερωμένη τηλεοπτική ελληνική πραγματικότητα. Η Κυβέρνηση της Ελλάδας ανακοινώνει ξαφνικά το κλείσιμο της Κρατικής Τηλεόρασης προκαλώντας αντιδράσεις στα λοιπά πολιτικά κόμματα, την ΕΣΗΕΑ ενώ δεν άφηνει ανεπηρέαστα και τα διεθνή τηλεοπτικά μέσα. Οι εργαζόμενοι αρνούνται να εγκαταλείψουν το κεντρικό κτήριο της ΕΡΤ στην Αγία Παρασκευή και πλήθος κόσμου, απλών πολιτών και καλλιτεχνών καταφθάνουν στο προαύλιο για να δηλώσουν τη συμπαράστασή τους. Το Νοέμβριο τα ΜΑΤ εισβάλλουν στο Ραδιομέγαρο και απομακρύνουν και τους τελευταίους εναπομείναντες στο κανάλι.
Τα τελευταία χρόνια, η τηλεόραση φαίνεται να αρχίζει να χάνει τη δύναμή της. Δεδομένου ότι ο στόχος της σημερινής Παγκόσμιας ημέρας Τηλεόρασης είναι η ανταλλαγή μεταξύ των χωρών, προγραμμάτων που προωθούν τον πολιτισμό και βελτιώνουν τον άνθρωπο, ας ελπίσουμε ότι η τηλεόραση θα ξαναβρεί τον χαμένο της «εαυτό» και θα καταφέρει να προσφέρει στους τηλεθεατές την ενημέρωση, την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση που χρειάζεται.
Ειδικά για την ημέρα κυκλοφόρησε το επίσημο βίντεο για την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης 2018