Κουνούπια που προκαλούν σοβαρές λοιμώξεις και είχαν εξαφανιστεί από τη χώρα μας πριν από 60 χρόνια, απειλούν και πάλι τη δημόσια υγεία. Τι αναφέρει η εγκύκλιος του υπουργείου Υγείας.
Με εγκύκλιο του προς όλες τις συναρμόδιες υγειονομικές υπηρεσίες, το Υπουργείο Υγείας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και ζητά άμεσα μέτρα για την έγκαιρη καταπολέμηση των κουνουπιών, με σκοπό και να μην εξαπλωθεί ο Δάγκειος Πυρετός.
Συγκεκριμένα τονίζεται η ανάγκη για αεροψεκασμούς, οι οποίοι θα πρέπει να πραγματοποιηθούν τον επόμενο μήνα, εποχή κατά την οποία αναπτύσσονται οι προνύμφες.
Η προληπτική εξολόθρευση των κουνουπιών θα μειώσει την πιθανότητα έξαρσης επιδημίας από κουνούπια, τα οποία μεταδίδουν ιούς που προκαλούν Δάγκειο Πυρετό, Ζίκα και Τσικουνγκούνια (Chikungunya).
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, οι Υγειονομικές Περιφέρειες της χώρας οφείλουν να ζητήσουν από τους διοικητές των Νοσοκομείων να λάβουν έκτακτα μέτρα και συγκεκριμένα, να προχωρήσουν σε δράσεις για την καταπολέμηση των κουνουπιών, ιδίως εάν διαθέτουν περιβάλλοντα χώρο με δυνητικές εστίες αναπαραγωγής κουνουπιών (λιμνάζοντα ύδατα, πράσινο κλπ).
Επίσης, να φροντίσουν για την προστασία των ασθενών, επισκεπτών και εργαζομένων των μονάδων υγείας από τα τσιμπήματα κουνουπιών, π.χ. με τοποθέτηση αντικουνουπικών πλεγμάτων και σητών σε παράθυρα και πόρτες, διάθεση και χρήση κλιματιστικών μηχανημάτων ή ανεμιστήρων, διάθεση και χρήση εγκεκριμένων εντομοαπωθητικών χώρου ή και σώματος σε περιπτώσεις που αυτό κρίνεται σκόπιμο (π.χ. σε περίπτωση νοσηλείας ασθενών με ελονοσία, Δάγκειο πυρετό, νόσο Ζίκα και Τσικουνγκούνια κατά την περίοδο μετάδοσης και εφόσον κυκλοφορεί στην περιοχή ικανός διαβιβαστής).
Επίσης, οι δήμοι οφείλουν να προβαίνουν, παράλληλα με τις περιφέρειες, στη λήψη μέτρων για την εξάλειψη εστιών αναπαραγωγής κουνουπιών, την εξυγίανση του περιβάλλοντος, την ευαισθητοποίηση των δημοτών και να υλοποιούν έργα διαχείρισης κουνουπιών, βάσει των προκαθορισμένων αρμοδιοτήτων τους.
Ο επικείμενος κίνδυνος σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας «καθιστά επιτακτική την ανάγκη λήψης μέτρων για την επιτήρηση και τον έλεγχο αυτού του γένους κουνουπιών, με ιδιαίτερη προσοχή και ενισχυμένη επιτήρηση σε περιοχές που αποτελούν δυνητικές πύλες εισόδου του κουνουπιού Aedes aegypti», όπως υπογραμμίζεται στην εγκύκλιο.
Τονίζεται δε, πως τα κουνούπια μπορούν εύκολα να μεταφερθούν από χώρα σε χώρα, μέσω αεροπλάνων και πλοίων.
Η νόσος Τσικουνγκούνια
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, η νόσος Τσικουνγκούνια, μπορεί είναι δώσει συμπτώματα στο 3% με 28% των ατόμων που θα μολυνθούν.
Αιφνίδια εμφάνιση πυρετού, πόνοι στις αρθρώσεις και εξάνθημα είναι τα πιο συχνά συμπτώματα, ενώ σε κάποιους εκδηλώνονται ρίγος, μυαλγίες, κεφαλαλγία, ναυτία, έμετοι, φωτοφοβία, κόπωση, επιπεφυκίτιδα.
Οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως και τα οξέα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν σε 7-10 ημέρες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, μπορεί οι ασθενείς να παρουσιάσουν υποτροπές των συμπτωμάτων από τις αρθρώσεις (π.χ. της πολυαρθραλγίας, πολυαρθρίτιδας, τενοντοελυτρίτιδας).
Επίσης, μερικοί ασθενείς μπορεί να αναπτύξουν παροδικές διαταραχές περιφερικών αγγείων, όπως σύνδρομο Raynaud, ενώ έχουν αναφερθεί κόπωση και κατάθλιψη. Στους ηλικιωμένους, η αρθραλγία μπορεί να εξελιχθεί σε σύνδρομο χρόνιας ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Η μηνιγγοεγκεφαλίτιδα αποτελεί σοβαρή επιπλοκή, που αφορά κυρίως σε νεογνά.
Τι είναι η νόσος Τσικουνγκούνια
Η νόσος Τσικουνγκούνια (Chinkungunya) είναι μία ιογενής νόσος που μεταδίδεται στους ανθρώπους κυρίως από μολυσμένα κουνούπια. Περιγράφηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας στη νότια Τανζανία το 1952. Η ονομασία «Chikungunya» προέρχεται από τη διάλεκτο Kimakonde και σημαίνει «αυτός που παραμορφώνεται» και πιθανόν συνδέεται με το ότι το συγκεκριμένο νόσημα προκαλεί σημαντική αρθραλγία. Είναι ένας ιός RNA που ανήκει στο γένος Alphavirus της οικογένειας Togaviridae.
Υπάρχουν τρεις διαφορετικοί γονότυποι του ιού.
Ιός Τσικουνγκούνια: Μετάδοση
O ιός Chikungunya μεταδίδεται στον άνθρωπο κυρίως μέσω νυγμού μολυσμένων θηλυκών κουνουπιών, κυρίως των ειδών Aedes aegypti και Aedes albopictus («κουνούπι τίγρης»). Οι άνθρωποι είναι η κύρια δεξαμενή (reservoir) του ιού, ιδίως κατά τη διάρκεια επιδημιών. Τα κουνούπια μολύνονται από τον ιό όταν τσιμπήσουν έναν ασθενή σε φάση ιαιμίας (γίνονται μολυσματικά μετά από μία περίοδο επώασης 10 ημερών κατά μέσο όρο).
Στους ανθρώπους το ιϊκό φορτίο στο αίμα μπορεί να είναι πολύ υψηλό στην έναρξη της νόσου και η ιαιμία διαρκεί 5-6 ημέρες μετά την έναρξη του πυρετού (έως 10 ημέρες), οπότε στο διάστημα αυτό μπορεί να μολυνθούν άλλα κουνούπια από τον ασθενή. Ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού από ένα μολυσμένο άτομο στο κουνούπι ή μέσω αίματος είναι μεγαλύτερος όταν ο ασθενής έχει ιαιμία, κυρίως κατά τη διάρκεια των πρώτων 7-10 ημερών της νόσου (κατά τη διάρκεια τουλάχιστον της πρώτης εβδομάδας).
Τσικουνγκούνια: Τα συμπτώματα
Ο χρόνος επώασης, από το τσίμπημα ενός μολυσμένου κουνουπιού μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων, κυμαίνεται από 1 έως 12 ημέρες (συνήθως 3-8 ημέρες). Συχνά τα συμπτώματα της νόσου είναι ήπια και -σύμφωνα με οροεπιδημιολογικές μελέτες- η λοίμωξη μπορεί είναι ασυμπτωματική στο 3-28% των ατόμων.
Η πλειοψηφία πάντως των μολυνθέντων ατόμων (>75%) εκδηλώνουν συμπτώματα.
Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι:
- αιφνίδια εμφάνιση πυρετού
- αρθραλγίες/πολυαρθραλγίες
- εξάνθημα (κηλιδοβλατιδώδες ή πετεχειώδες, ή διάχυτο ερύθημα, πιθανά φυσαλιδώδες σε βρέφη)
Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
- ρίγος
- μυαλγίες
- κεφαλαλγία
- ναυτία
- εμέτους
- κόπωση
Τα παράξενα συμπτώματα του ιού είναι:
- φωτοφοβία
- επιπεφυκίτιδα
Επίσης, μπορεί να παρουσιασθούν οιδήματα, συχνά συσχετιζόμενα με τενοντοελυτρίτιδα. Τα συμπτώματα από τις αρθρώσεις συνήθως είναι αμφοτερόπλευρα και συμμετρικά, αφορούν συχνά στις άκρες χείρες και πόδες και είναι συχνά έντονα και πολύ εξουθενωτικά. Τα πιο συχνά εργαστηριακά ευρήματα περιλαμβάνουν λεμφοπενία, θρομβοπενία, αυξημένη κρεατινίνη και αυξημένες ηπατικές τρανσαμινάσες.
Η ασθένεια έχει κάποια κοινά κλινικά συμπτώματα με το Δάγκειο πυρετό και μπορεί να διαγνωσθεί λανθασμένα ως Δάγκειος, ιδίως σε περιοχές όπου ο Δάγκειος πυρετός είναι ενδημικός.
Οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως και τα οξέα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν σε 7-10 ημέρες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν υποτροπές των συμπτωμάτων από τις αρθρώσεις (π.χ. της πολυαρθραλγίας, πολυαρθρίτιδας, τενοντοελυτρίτιδας), με εμμένουσες, διαλείπουσες αρθραλγίες που μπορεί να διαρκέσουν για αρκετούς μήνες ή ακόμη και χρόνια μετά την οξεία νόσο.
Το ποσοστό των ασθενών με εμμένουσες αρθραλγίες ποικίλλει σε διάφορες μελέτες. Μερικοί ασθενείς μπορεί να αναπτύξουν παροδικές διαταραχές περιφερικών αγγείων, όπως σύνδρομο Raynaud, ενώ έχουν αναφερθεί -σε χρόνια φάση- κόπωση και κατάθλιψη. Στους ηλικιωμένους, η αρθραλγία μπορεί να εξελιχθεί σε σύνδρομο χρόνιας ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Θεραπεία
Δεν υπάρχει ειδική αντι-ιική αγωγή για τη νόσο. Ασθενείς με υποψία νόσου Chikungunya θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν κρούσματα Δάγκειου πυρετού, μέχρι να αποκλεισθεί η διάγνωση του Δάγκειου πυρετού, αν και υπάρχουν και περιπτώσεις συλλοίμωξης.
Η αγωγή είναι υποστηρικτική για την ανακούφιση των συμπτωμάτων και μπορεί να περιλαμβάνει ξεκούραση, χορήγηση υγρών, αντιπυρετικών και αναλγητικών. Συστήνεται η αποφυγή χορήγησης ασπιρίνης και άλλων σαλικυλικών στα ύποπτα κρούσματα, τουλάχιστον μέχρι να αποκλεισθεί η διάγνωση του Δάγκειου πυρετού. Στην περίπτωση αυτή η ασπιρίνη, και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αιμορραγίας.
Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, κορτικοστεροειδή και φυσιοθεραπεία συνιστώνται για την αντιμετώπιση εμμένουσας αρθραλγίας σε επιβεβαιωμένη λοίμωξη από ιό Chikungunya.