Η Δρ. Χατζηλεοντιάδου, η καθηγήτρια Στέφανι Γκρας και ο διδακτορικός φοιτητής Λάουτον Μαρντόλο από το Πανεπιστήμιο La Trobe ανακάλυψαν ένα γονίδιο που σχετίζεται με την ανοσία κατά της Covid-19
της Σοφίας Χρήστου
Ένα συγκεκριμένο γονίδιο φαίνεται πως βρίσκεται πίσω από όσους νόσησαν με τον ιό SARS-CoV-2, αλλά δεν εμφάνισαν ποτέ συμπτώματα.
Η σημαντική αυτή ανακάλυψη προέρχεται μετά από τη συνεργασία ερευνητών από το Πανεπιστήμιο La Trobe της Αυστραλίας και του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο.
Μάλιστα μεταξύ των ερευνητών του Πανεπιστημίου La Trobe βρίσκεται και η ομογενής Δρ. Δήμητρα Χατζηλεοντιάδου, η οποία εξηγεί στην «Κ» πώς τα ευρήματα μπορούν να οδηγήσουν σε βελτιωμένα εμβόλια και θεραπεία κατά της Covid-19.
«Σύμφωνα με την έρευνά μας που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό
Nature, κάποιος που φέρει το γονίδιο HLA-B*15:01 (HLA – Human Leucocyte Antigen) έχει διπλάσιες πιθανότητες να παραμείνει ασυμπτωματικός σε περίπτωση μόλυνσης από τον ιό SARS-CoV-2, ενώ κάποιος που φέρει δύο αντίγραφα του γονιδίου έχει οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να μην εμφανίσει συμπτώματα», εξηγεί η ερευνήτρια στην «Κ», επισημαίνοντας πως αυτή είναι η πρώτη έρευνα στον κόσμο που δείχνει γενετική σύνδεση με ασυμπτωματικό COVID-19 προφίλ.
Κύτταρα-δολοφόνοι
Οι δύο επιστημονικές ομάδες μελετώντας τον μοριακό μηχανισμό αυτής της γενετικής σύνδεσης, διαπίστωσαν ότι τα Τ κύτταρα-δολοφόνοι (killer T cells), τα οποία βοηθούν τον οργανισμό μας να καταπολεμήσει τις μολύνσεις, είχαν ισχυρή ανοσολογική απόκριση στον ιό SARS-CoV-2 σε άτομα με το συγκεκριμένο «προστατευτικό» γονίδιο.
«Αυτό συμβαίνει γιατί τα Τ κύτταρα στους ασυμπτωματικούς δότες αναγνωρίζουν ένα τμήμα της πρωτεΐνης “Spike” του ιού SARS-CoV-2 που είναι παρόμοιο σε εποχικούς κορωνοϊούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Συμπερασματικά, η έρευνά μας έδειξε ότι η σύνδεση μεταξύ του γονιδίου HLA-B*15:01 και της ασυμπτωματικής COVID-19 σχετίζεται με προϋπάρχουσα ανοσία λόγω έκθεσης σε εποχικούς κορωνοϊούς», σημειώνει η κ. Χατζηλεοντιάδου.
Προσπαθώντας η ίδια να το εξηγήσει πιο απλά, τονίζει πως ουσιαστικά τα άτομα που φέρουν το συγκεκριμένο γονίδιο έχουν ήδη υψηλά επίπεδα προϋπαρχόντων «Τ-κυττάρων μνήμης», τα οποία με τη σειρά τους αναγνωρίζουν τον SARS-CoV-2 και πραγματοποιούν ταχύτερη και ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση μετά τη μόλυνση και πιθανότατα εξαλείφουν γρήγορα τον ιό, με αποτέλεσμα τα συμπτώματα να μην εκδηλωθούν ποτέ.
Στην ερώτηση αν υπάρχει κάποιος άλλος παράγοντας που να συνδέεται με όσους νόσησαν από Covid-19, αλλά δεν εμφάνισαν συμπτώματα, η επιστήμονας επισημαίνει πως από την αρχή της πανδημίας η έρευνα έχει επικεντρωθεί στην κατανόηση των μηχανισμών που εμπλέκονται στην εμφάνιση εντόνων συμπτωμάτων, ενώ πολύ λίγα είναι γνωστά για τις ασυμπτωματικές περιπτώσεις (περίπου 20% αυτών που εξετάζονται είναι θετικοί στον SARS-CoV-2).
«Είμαστε οι πρώτοι που δείξαμε γενετική σύνδεση. Παρόλα αυτά, αυτός μπορεί να αποτελεί μόνο έναν μηχανισμό προστασίας. Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι ένας πολύ περίπλοκος μηχανισμός και πολλοί διαφορετικοί παράγοντες συνεργάζονται για να επιτευχθεί «προστασία», σημειώνει.
Σε κάθε περίπτωση η μελέτη των μολυσμένων, αλλά ασυμπτωματικών ατόμων μπορεί να επιτρέψει στους ειδικούς να εντοπίσουν νέους τρόπους προώθησης της προστασίας από τη λοίμωξη SARS-CoV-2 μιμούμενοι αυτή την ανοσολογική «ασπίδα» που παρατηρείται σε άτομα που μπορούν να αποφύγουν την νόσο.
Βελτίωση εμβολίων και θεραπείας
«Ηδη η ομάδα μας τώρα στοχεύει στο να ερευνήσει σε βάθος τους μοριακούς μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από το ασυμπτωματικό προφίλ. Η μελέτη αυτή θα βοηθήσει να κατανοήσουμε σε βάθος τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην έγκαιρη αντιμετώπιση του ιού και μπορεί να βοηθήσουν τη βελτίωση των εμβολίων και θεραπείας», σημειώνει η κ. Χατζηλεοντιάδου.
Τέλος, σχετικά με το αν υπάρχει πιθανότητα να κρύβεται ένα γονίδιο πίσω από τον λόγο που κάποιοι κόλλησαν δύο και τρεις φορές, ενώ άλλοι όχι, η ερευνήτρια απαντά «πιθανώς ναι».
«Οπως και σε άλλες ιικές μολύνσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του ιού που
προκαλεί το σύνδρομο της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS), ΗΙV (Human
Immunodeficiency Virus), υπάρχουν γονίδια που σχετίζονται με την «προστασία» από την ασθένεια και γονίδια που επιτείνουν την ασθένεια. Το ίδιο είναι πιθανό να ισχύει και στην περίπτωση της μόλυνσης από τον ιο SARS-CoV-2», καταλήγει.
Η Δήμητρα Χατζηλεοντιάδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καστοριά. Το 2017, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της, αποφάσισε να έρθει στη Μελβούρνη για να ασχοληθεί με μεταδιδακτορική έρευνα. Τότε, ο σκοπός της ήταν να παραμείνει στην Αυστραλία για «μερικά χρόνια», και στη συνέχεια να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Η ζωή όμως τις επιφύλασσε διαφορετικά σχέδια, και μετά από έξι χρόνια παραμονής στην Αυστραλία, αναγνωρίζει ότι η αρχική της πρόθεση άλλαξε.
Η θετική εμπειρία από το «φανταστικό εργασιακό περιβάλλον», η υποστήριξη που έλαβε από την καθηγήτρια, Stephanie Gras, τους συναδέλφους και τους φίλους της, καθώς και από τον «υπέροχο σύντροφό» της, τελικά την έπεισαν να παραμείνει στη Μελβούρνη.
Παρά το γεγονός ότι ζει σε διαφορετικούς κόσμους, η 36χρονη ερευνήτρια διατηρεί στενούς δεσμούς με την πατρίδα της, και δεν ξεχνά τις ρίζες της, καθώς κάθε χρόνο φροντίζει να επισκέπτεται τους «στενούς φίλους και την οικογένειά της» στην Ελλάδα.
Μάλιστα, η επόμενη επίσκεψή της στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο φέρει ιδιαίτερη σημασία, καθώς εκεί πρόκειται να παντρευτεί τον εκλεκτό της καρδιάς της, ενώ σύντομα θα γίνει μητέρα.
kathimerini
Η Δήμητρα Χατζηλεοντιάδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καστοριά. Το 2017, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της, αποφάσισε να έρθει στη Μελβούρνη για να ασχοληθεί με μεταδιδακτορική έρευνα. Τότε, ο σκοπός της ήταν να παραμείνει στην Αυστραλία για «μερικά χρόνια», και στη συνέχεια να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Η ζωή όμως τις επιφύλασσε διαφορετικά σχέδια, και μετά από έξι χρόνια παραμονής στην Αυστραλία, αναγνωρίζει ότι η αρχική της πρόθεση άλλαξε.
Η θετική εμπειρία από το «φανταστικό εργασιακό περιβάλλον», η υποστήριξη που έλαβε από την καθηγήτρια, Stephanie Gras, τους συναδέλφους και τους φίλους της, καθώς και από τον «υπέροχο σύντροφό» της, τελικά την έπεισαν να παραμείνει στη Μελβούρνη.
Παρά το γεγονός ότι ζει σε διαφορετικούς κόσμους, η 36χρονη ερευνήτρια διατηρεί στενούς δεσμούς με την πατρίδα της, και δεν ξεχνά τις ρίζες της, καθώς κάθε χρόνο φροντίζει να επισκέπτεται τους «στενούς φίλους και την οικογένειά της» στην Ελλάδα.
Μάλιστα, η επόμενη επίσκεψή της στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο φέρει ιδιαίτερη σημασία, καθώς εκεί πρόκειται να παντρευτεί τον εκλεκτό της καρδιάς της.