Έρευνα για τις ευθύνες που οδήγησαν στο έγκλημα – Τι είπαν στις καταθέσεις τους οι αστυνομικοί που απευθύνθηκε η 28χρονη Γεωργία – Χρόνια ψυχικά νοσήματα και νοσηλείες επικαλείται ο 39χρονος δράστης
Όλα τα κομμάτια του παζλ της άγριας δολοφονίας της 28χρονης Κυριακής Γρίβα έξω από το αστυνομικό τμήμα Αγίων Αναργύρων προσπαθούν να ενώσουν οι Αρχές προκειμένου να αποτυπωθούν πλήρως οι συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβη το περιστατικό και να αναδειχθούν τα λάθη και οι παραλείψεις των εμπλεκόμενων αστυνομικών.
Μέσα από τα στοιχεία που συλλέγονται από την έρευνα και τις καταθέσεις που έχουν ληφθεί προκύπτει πως η 28χρονη παρέμεινε στο τμήμα περίπου 5 λεπτά, από τις 22.10 έως και τις 22.15. Συζήτησε με τους αστυνομικούς και ζήτησε ένα περιπολικό να τη συνοδεύσει στο σπίτι της. Οι αστυνομικοί της είπαν πως αυτό δεν γίνεται και την προέτρεψαν να καλέσει το 100.
Χαρακτηριστικό είναι το σημείο από την κατάθεση της αξιωματικού υπηρεσίας που είχε υπηρεσία εκείνη την ημέρα και η οποία, ενώπιον των συναδέλφων της, ανέφερε πως «Η συνάδελφός μου της εξήγησε ότι εκείνη την ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο περιπολικό του τμήματος να την πάει στο σπίτι της και εγώ της είπα ότι δεν γίνεται να μπει μέσα σε περιπολικό, παρά μόνο να κληθεί το 100, προκειμένου να δώσει κάποιο σημείο συνάντησης ή την οικία της ή το αστυνομικό τμήμα, προκειμένου να μεταβούν μαζί στο σπίτι της».
Στη συνέχεια η Κυριακή ρώτησε πόση ώρα θα κάνει να φτάσει κάποιο περιπολικό με τους αστυνομικούς να της λένε ότι δεν γνωρίζουν πόσος χρόνος θα χρειαστεί.
«Της εξηγήσαμε ότι δεν γνωρίζουμε πόσο χρόνο χρειάζεται ακριβώς για να έρθει. Μας είπε ότι θα πάρει εκείνη το 100 και έφυγε μαζί με τον άνδρα που ήρθαν μαζί. Αφού με ρωτάτε η συζήτηση αυτή κράτησε περίπου 5 λεπτά, οπότε η ώρα που έφυγαν πρέπει να ήταν 22.15. Φεύγοντας την είδα από τις κάμερες να διασχίζει τον διάδρομο μπροστά από την σκοπιά του τμήματος μιλώντας στο κινητό και να φεύγει μαζί με τον άνδρα που σας είπα» περιέγραψε.
Από το σημείο αυτό και μετά ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για τον χαμό της κοπέλας αφού ο δράστης καραδοκούσε έξω από το τμήμα και ήταν αποφασισμένος να της πάει τη ζωή. Όπως ανέφερε σχετικά η αξιωματικός υπηρεσίας «αφότου έφυγαν εγώ και η συνάδελφός μου παραμείναμε στο γραφείο και μιλούσαμε, ενώ η αστυνόμος είχε πάει στο γραφείο της. Μετά από περίπου 3 – 4 λεπτά, άκουσα έναν άνδρα να φωνάζει “βοήθεια, την σκοτώνει, την σκοτώνει”».
Δηλαδή η 28χρονη επισκέφθηκε το τμήμα, εξέφρασε τους προβληματισμούς της, ζήτησε βοήθεια και μετά από λίγα λεπτά δολοφονήθηκε. Την ίδια ώρα ο φρουρός του τμήματος βρισκόταν μέσα στο κουβούκλιο και δεν έκανε τίποτα προκειμένου να την βοηθήσει καθώς, όπως ανέφερε, δεν αντιλήφθηκε το παραμικρό. Πρόκειται δηλαδή για ένα σπιράλ ενεργειών από τις οποίες ανακύπτουν σοβαρά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν. Το βασικό ερώτημα βέβαια είναι ένα. Πώς γίνεται ένας πολίτης να δολοφονείται μπροστά από ένα αστυνομικό τμήμα στο οποίο υπάρχουν αστυνομικοί που γνωρίζουν ήδη πως διατρέχει κίνδυνο.
Η στιγμή της δολοφονικής επίθεσης:
Ψυχικά νοσήματα επικαλείται ο δράστης
Από την μεριά του ο δολοφόνος της 28χρονης κοπέλας επικαλείται ψυχικά νοσήματα και ακολουθεί τη γραμμή «δεν ξέρω και δεν θυμάμαι τίποτα».
Μετά την απολογία του χθες Πέμπτη (4/4) ανακρίτρια και Εισαγγελέας έκριναν πως ο δράστης θα πρέπει να οδηγηθεί στο Ψυχιατρείο της φυλακής.
Ο 39χρονος μεταφέρθηκε μετά τις 13.00 το μεσημέρι στο ανακριτικό γραφείο, έχοντας επιδέσμους στο κεφάλι εξαιτίας, επιπόλαιων σύμφωνα με τους γιατρούς, τραυμάτων που επέφερε ο ίδιος στον εαυτό του μετά το έγκλημα.
Σύμφωνα με την υπεράσπιση του κατηγορούμενου, ο δράστης της δολοφονίας δεν ήταν σε θέση να δώσει απαντήσεις στην δικαστική λειτουργό για όσα έγιναν το βράδυ της Δευτέρας που επιτέθηκε και μαχαίρωσε την πρώην σύντροφο του. Έτσι στο ανακριτικό γραφείο παρέμεινε λίγα λεπτά, όπου φέρεται να είπε στην δικαστική λειτουργό ότι «δεν θυμάμαι τι έχει γίνει. Σήμερα έμαθα ότι έκανα κακό στην Κυριακή».
Παραδόθηκε ωστόσο από τον συνήγορο του, υπόμνημα όπου ο 39χρονος επικαλείται «σοβαρά και χρόνια ψυχικά νοσήματα» για τα οποία, όπως υποστηρίζεται, έχει νοσηλευτεί τα τελευταία δέκα χρόνια επτά φορές. Όπως φαίνεται να αναφέρει ο κατηγορούμενος, έχει διαγνωστεί με σοβαρές ψυχικές ασθένειες, αποτέλεσμα των οποίων ήταν να υποστεί και ψυχωσικά επεισόδια.
Με βάση τους ισχυρισμούς του 39χρονου, η υπεράσπιση ζητά να του αναγνωριστεί είτε ακαταλόγιστο ή μειωμένος καταλογισμός.
Μεταξύ άλλων, όπως φέρεται να υποστήριξε, εκτός από το Δαφνί και το Αττικόν νοσηλεύτηκε και σε ιδιωτικές κλινικές. Ο κατηγορούμενος φέρεται ακόμη να υποστήριξε ότι έχει διαγνωστεί με σοβαρές ψυχικές ασθένειες, οι οποίες του έχουν προκαλέσει και ψυχωσικα επεισόδια.
Ακόμη, στο υπόμνημά του υποστήριξε ότι του έχουν συνταγογραφηθεί ισχυρά ψυχοφάρμακα, περισσότερα από 10, και ότι έχει κάνει δύο απόπειρες αυτοκτονίας. Στο πλαίσιο αυτό ο κατηγορούμενος ζήτησε ακαταλόγιστο η μειωμένο καταλογισμό.