Ο επικεφαλής έρευνας της Regeneron, δρ Χρήστος Κυρατσούς, μιλάει στην «Κ» λίγο μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της γονιδιακής θεραπείας που οδήγησε δύο βρέφη να ακούσουν για πρώτη φορά
Δύο οικογένειες στην Αγγλία βίωσαν μία εμπειρία που θα τους μείνει αξέχαστη. Τα βρέφη τους που είχαν γεννηθεί χωρίς τη δυνατότητα ακοής άρχισαν να ανταποκρίνονται σε ηχητικά ερεθίσματα – αμφότερα συμμετέχουν σε δοκιμαστική θεραπεία γονιδίων της Regeneron, που σηματοδοτεί μια νέα εποχή στη θεραπεία της κώφωσης.
Η Οπάλ Σάντι γεννήθηκε με αδυναμία να ακούσει οτιδήποτε λόγω μιας ακουστικής νευροπάθειας που εμπόδιζε τη μεταφορά των νευρικών ερεθισμάτων από το έσω ους στον εγκέφαλο. Αυτό προκαλείται από ένα ελαττωματικό γονίδιο.
Το 18 μηνών κοριτσάκι έλαβε μια θεραπεία που περιείχε το λειτουργικό αντίγραφο του συγκεκριμένου γονιδίου, σε μια ρηξικέλευθη επέμβαση διάρκειας μόλις 16 λεπτών.
Εκτοτε η ικανότητα ακοής έχει αποκατασταθεί σχεδόν πλήρως και το νήπιο είναι σε θέση να ακούει σχεδόν τέλεια.
The adorable moment deaf toddler Opal Sandy hears for the first time following a world first gene therapy trial.
Opal’s parents Jo and James say the moment was ‘mind blowing.’ pic.twitter.com/S1h5kJEVuz
— The Mirror (@DailyMirror) May 9, 2024
Επικεφαλής της έρευνας είναι ένας Κοζανίτης επιστήμονας, ο δρ Χρήστος Κυρατσούς, που εντάχθηκε στη Regeneron το 2011 και πλέον έχει τη θέση του αντιπροέδρου έρευνας.
Είναι επικεφαλής της ανάπτυξης των γενετικών θεραπευτικών πλατφορμών επόμενης γενιάς και της θεραπευτικής περιοχής εστίασης των λοιμωδών νοσημάτων.
Το ραντεβού για τη συνέντευξη το κλείσαμε μία ημέρα αφότου βγήκαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της θεραπείας.
«Οι κλινικές δοκιμές είναι πραγματικά εντυπωσιακές, γιατί βλέπεις πολύ γρήγορα αποτελέσματα. Εχεις ένα μωρό το οποίο στην αρχή δεν ακούει τίποτα και μέσα σε μερικές εβδομάδες αρχίζει να καταλαβαίνει το περιβάλλον του» δηλώνει στην «Κ» ο δρ Κυρατσούς.
Υπογραμμίζει τη σημασία της ταχύτητας, σημειώνοντας ότι «αναπτύσσουμε πάρα πολλά φάρμακα των οποίων δεν ξέρουμε το αποτέλεσμα για πολλά χρόνια. Είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει ένας επιστήμονας, ειδικά τα άτομα που δουλεύουν στα εργαστήρια, ποιο είναι το πραγματικό αποτέλεσμα της θεραπείας τόσο γρήγορα. Είμαστε τυχεροί γιατί το αποτέλεσμα τώρα είναι άμεσο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες βλέπεις μια θεαματική πρόοδο σε ένα μωρό, το οποίο είναι κάτι πραγματικά εντυπωσιακό».
Η πρωτεΐνη-κλειδί
«Τα περισσότερα παιδιά, στα περισσότερα μέρη του κόσμου, όταν γεννιούνται περνάνε από ένα τεστ ακοής – αυτά είναι τα παιδιά τα οποία αποτυγχάνουν στο τεστ από τις πρώτες ημέρες με το που θα γεννηθούν. Η συγκεκριμένη μετάλλαξη που στοχεύουμε εμείς με τη γονιδιακή θεραπεία είναι σε ένα γονίδιο που ονομάζεται otoferlin. Κι όταν έχεις μετάλλαξη στο συγκεκριμένο γονίδιο, η ανατομία του αυτιού είναι ακριβώς ίδια όπως είναι σε όλα τα άτομα που ακούνε. Δηλαδή όλοι οι μηχανισμοί, όλα τα κύτταρα μέσα στο αυτί, είναι εκεί. Αυτό που λείπει είναι η συγκεκριμένη πρωτεΐνη, η otoferlin, την οποία χρειάζεται ο οργανισμός για να μεταδοθεί το σήμα από το αυτί προς τον εγκέφαλο».
Ο δρ Κυρατσούς επιχειρεί να εξηγήσει την «αρχιτεκτονική» πίσω από τη θεραπεία. «Για να ακούσουμε, τα ακουστικά κύματα περνάνε μέσα στο αυτί – υπάρχουν κάποια κύτταρα μέσα εκεί, τα οποία ονομάζονται hair cells, δηλαδή πολύ μικρά κύτταρα που μοιάζουν με τρίχες. Αυτά είναι σαν να κουνιούνται όταν πηγαίνει κάποιο ακουστικό κύμα μέσα στο αυτί και μεταδίδουν την πληροφορία στον εγκέφαλο. Για τη μετάδοση χρειάζεται η πρωτεΐνη otoferlin. Στα παιδιά αυτά, όλος ο μηχανισμός βρίσκεται εκεί, αλλά αυτή η πρωτεΐνη είναι το μοναδικό κομμάτι της ακοής που λείπει».
Και τι ακολουθεί κατόπιν; «Χορηγούμε στα παιδιά έναν ιό (που δεν προκαλεί ασθένεια), ο οποίος εισέρχεται στα κύτταρα και επιχειρεί να εκφράσει την otoferlin. Οπότε το αποτέλεσμα είναι ότι έχεις όλη την ανατομία, όπως ακριβώς είναι σε ένα άτομο που ακούει κανονικά, εκφράζεις την πρωτεΐνη otoferlin που λείπει, και τα παιδιά αρχίζουν να ακούν σχεδόν κανονικά», καθώς υπάρχει πλέον όλος ο μηχανισμός, ακριβώς όπως είναι σε ένα άτομο που δεν έχει προβλήματα ακοής.
Τα αρχικά πειράματα, που ξεκίνησαν πριν από περίπου πέντε χρόνια, είχαν γίνει σε ποντίκια. Εκεί οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ποντίκια έχουν ακριβώς την ίδια μετάλλαξη που έχουν οι άνθρωποι και δεν εκφράζουν otoferlin. Υπάρχουν ποντίκια που γεννιούνται και δεν μπορούν να ακούσουν.
«Κάνοντας την ένεση στα αυτιά των ποντικιών, εκφράζοντας την otoferlin, είδαμε ότι άρχισαν να ακούν μετά από μερικές εβδομάδες – ακριβώς αυτό είναι που θέλουμε τώρα και στους ανθρώπους».
Το ρίσκο και η χαρά των γονέων
Τα δύο παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο για τα οποία υπάρχουν ήδη αποτελέσματα ξεκίνησαν να ακούν μετά από περίπου τέσσερις εβδομάδες, αφότου με μία σύντομη εγχειρητική διαδικασία τους χορηγήθηκε η πρωτεΐνη της otoferlin. Το θετικό αποτέλεσμα το αντελήφθησαν για πρώτη φορά οι γονείς στο σπίτι και είναι και το πιο εντυπωσιακό.
Ενα παιδί το οποίο εκ γενετής δεν ακούει τίποτα, αρχίζει να κουνάει το κεφάλι του για πρώτη φορά σε ηχητικά ερεθίσματα. «Σιγά σιγά, αναγνωρίζοντας ήχους, ξεκινάει να ακούει τις γονείς του, να ακούει το περιβάλλον και φυσικά αυτό έχει ένα πολύ μεγάλο αποτέλεσμα – ελπίζουμε τώρα, μέσα στα επόμενα χρόνια, πως το παιδί αυτό θα ακούει όλους τους ήχους σχεδόν κανονικά, σαν ένα παιδί το οποίο δεν είχε ποτέ αυτή την ασθένεια».
Έχουμε μεγάλη ευγνωμοσύνη στους γονείς που βάζουν τα παιδιά τους στις κλινικές δοκιμές
«Κάθε γονέας παιδιού ενός έτους παίρνει πολύ μεγάλο ρίσκο για να βάλει το βρέφος σε μια κλινική δοκιμή. Γιατί όσο καλά να είναι και τα αποτελέσματα στις δοκιμές –σε ποντίκια ή σε οποιοδήποτε άλλο μοντέλο–, δεν ξέρεις πώς αυτό θα μπορέσει να γίνει στους ανθρώπους. Οπότε φυσικά έχουμε μεγάλη ευγνωμοσύνη στους γονείς που βάζουν τα παιδιά τους στις κλινικές δοκιμές», προσθέτει ο κ. Κυρατσούς.
Περιγράφει δε τη χαρά των γονέων: «Είναι συγκινητικό να μιλάς με τους γονείς και να καταλαβαίνεις την καθημερινή τους εμπειρία με τα παιδιά – αυτό δίνει την ελπίδα τώρα και σε πολύ περισσότερους γονείς παιδιών που πάσχουν από την ίδια ασθένεια, και με τα συγκεκριμένα αποτελέσματα έχουν μεγαλύτερη αισιοδοξία ότι με τα φάρμακα αυτά θα μπορέσουν και τα παιδιά τους να ακούσουν».
- Αυτή η θεραπεία αφορά μόνο σε παιδιά ή ανοίγει ένα παράθυρο και για μεγαλύτερες ηλικίες;
«Αυτό που έχουμε δει μέχρι τώρα είναι μία θεραπεία για παιδιά που έχουν γεννηθεί με μετάλλαξη στο συγκεκριμένο γονίδιο της otoferlin. Αλλά αυτό δείχνει δύο πράγματα: Το ένα είναι ότι σιγά σιγά θα αρχίσουμε να το δοκιμάζουμε και σε μεγαλύτερα άτομα, τα οποία έχουν μετάλλαξη στο ίδιο ακριβώς γονίδιο. Δεν ξέρουμε ποια είναι η μεγαλύτερη ηλικία που μπορούμε να διορθώσουμε την ακοή. Αυτό είναι κάτι το οποίο θα το καταλάβουμε σε κλινικές δοκιμές. Ξεκινήσαμε με πολύ μικρά παιδιά, γιατί ακόμα ο εγκέφαλος είναι πολύ πλαστικός. Το άλλο που αποδεικνύουν αυτές οι δοκιμές είναι πως από ό,τι ξέρουμε μέχρι τώρα είναι σχετικά ασφαλές να δώσεις έναν τέτοιο ιό μέσα στο αυτί σε ένα παιδί ενός έτους. Οπότε αυτό που κάνουμε είναι ότι προσπαθούμε να αναπτύξουμε αντίστοιχες θεραπείες για γονίδια πέραν της otoferlin. Η otoferlin ουσιαστικά ανοίγει τον δρόμο για γονιδιακές θεραπείες για παιδιά τα οποία γεννιούνται χωρίς την ικανότητα ακοής εξαιτίας άλλων μεταλλάξεων. Είναι αρκετά γονίδια τα οποία προκαλούν αντίστοιχο φαινότυπο».
- Ποια είναι η επόμενη ημέρα για την έρευνά σας;
«Να δούμε σε πόσο μεγάλη ηλικία μπορούμε να διορθώσουμε την ακοή με γονιδιακή θεραπεία otoferlin. Αλλά νομίζω από εδώ και πέρα είναι χρέος μας να δοκιμάσουμε και σε άλλες γενετικές ασθένειες το τι έχουμε μάθει από τις δοκιμές. Και ελπίζουμε ότι θα έχουμε αντίστοιχα εντυπωσιακά αποτελέσματα στις άλλες μεταλλάξεις».
- Σε ποιες γενετικές ασθένειες πέρα από την κώφωση;
«Είναι πολλές οι γενετικές ασθένειες που προκαλούν κώφωση, αλλά υπάρχουν και πολλές γενετικές ασθένειες που προκαλούν τύφλωση ή προβλήματα στους μυς ή στο νευρικό σύστημα».
- Τι είναι αυτό που σας έμεινε ως σκέψη, μετά από αυτό το επίτευγμα;
«Η επένδυση στις τεχνολογίες. Η ομάδα μου στο εργαστήριο δουλεύει στο πώς να χρησιμοποιήσουμε ιούς και γενετικές θεραπείες εδώ και πολλά χρόνια. Δεν είναι κάτι το οποίο το σκεφτήκαμε πριν από λίγους μήνες και το δοκιμάσαμε σε κλινικές δοκιμές. Οπότε, νομίζω, αυτό δείχνει το πόσο σημαντική είναι η μακροπρόθεσμη επένδυση τόσο σε τεχνολογίες όσο και σε θεραπείες. Η Regeneron είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα εταιρειών που επενδύουν στην έρευνα και στην τεχνολογία. Γι’ αυτό, νομίζω, βλέπουμε αυτά τα αποτέλεσμα στις κλινικές δοκιμές».