Οι κατασκευές βρέθηκαν μέσα σε μια καλυμμένη δεξαμενή νερού, ανακάλυψη την οποία η Αρχή χαρακτήρισε «σπάνια και ασυνήθιστη» διευκρινίζοντας ότι πρώτη φορά στο Ισραήλ πατητήρια για την παραγωγή οίνου βρέθηκαν μέσα σε μια αψιδωτή, ανενεργή δεξαμενή.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, όταν η αρχαία δεξαμενή δεν ήταν πλέον σε χρήση, πιθανώς κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ., προσαρμόστηκε κατάλληλα ώστε για να γίνει πατητήρι με πρόσθετη κατασκευή.
Το δάπεδο στο μεγαλύτερο πατητήρι είναι 3,2 τετραγωνικά μέτρα και η δεξαμενή συλλογής του κρασιού είναι 1,5 x 1,7 μέτρα και βάθους 2,15 μέτρων.
Το μικρότερο πατητήρι κρασιού ή χώρος προσωρινής αποθήκευσης των σταφυλιών έχει διαστάσεις 1,7 × 1,9 μέτρα και βρέθηκε δίπλα στο μεγαλύτερο, μαζί με ένα μικρό ελλειπτικό όρυγμα μήκους 0,6-0,7 μέτρων και βάθους 0,5 μέτρων.
Η παραγωγή κρασιού στο Ισραήλ γνώρισε άνθηση κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Περιόδου (4ος-15ος αι. μ.Χ.), λόγω της μεγάλης ζήτησης από τους Εβραίους, τους Χριστιανούς και τους Σαμαρείτες που ζούσαν στην περιοχή, ανέφερε η Αρχή προσθέτοντας ότι τα χρόνια εκείνα υπήρξε η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού.
Η πόλη Τσιπορί στην αρχαιότητα ήταν γνωστή ως Σεμφωρί ή Σεπφωρίς ή Σεπφωρίδα (ελλην. Διοκαισάρεια, λατιν. Diocesarea). Ποσότητες κρασιού εκείνη την περίοδο εξάγονταν.
Τα πατητήρια ανακαλύφθηκαν σε ανασκαφική έρευνα που ξεκίνησε το 2002 με στόχο την τουριστική ανάπτυξη του Εθνικού Πάρκου Τσιπορί, καθώς και την προώθηση των επιστημονικών μελετών της Αρχής Φύσης και Εθνικών Πάρκων του Ισραήλ.
Επικεφαλής της έρευνας είναι ο δρ. Ζβίκα Τζουκ, διευθυντής του Τμήματος Αρχαιολογίας της Αρχής, μαζί με τους δρ. Γιόσι Μπόρντοβιτζ και δρ. Ντρορ Μπεν – Γιόζεφ σε συνεργασία με τον καθηγητή Τζιμ Πάρκερ, αντιπρόεδρο της Θεολογικής Σχολής Βαπτιστών, ο οποίος εν μέρει χρηματοδοτεί την ανασκαφή.
Ο δρ. Τζουκ ανέφερε ότι «το υλικό, το οποίο επικαλύπτει τους τοίχους και τις καμάρες των δύο δεξαμενών είναι λευκό ασβεστοκονίαμα επάνω στο γκρίζο κονίαμα και υποδεικνύει ότι ήταν κατασκευασμένοι τον πρώτο αιώνα ή την αρχή του δεύτερου αιώνα C.E (Κοινής Εποχής) και πιστεύεται ότι χρησίμευσε ως δεξαμενή νερού της αρχαίας πόλης Τσιπορί».
Η πόλη Τσιπορί φιλοξενούσε μια ακμάζουσα μεικτή ειδωλολατρική, χριστιανική και εβραϊκή κοινότητα κατά τον 4ο-7ο αιώνα μ.Χ. Δεν υπάρχει εικονογραφία στα πατητήρια, κάτι που σύμφωνα με τον δρ. Τζουκ είναι αναμενόμενο. Σε μια τόσο ετερογενή κοινωνία, θα ήταν αδύνατο να γνωρίζουμε ποιος έφτιαχνε κρασί σε αυτά τα δύο πατητήρια, είπε.
«Με την ολοκλήρωση των ανασκαφών, οι επισκέπτες στο Εθνικό Πάρκο Τσιπορί θα εντυπωσιάζονται από την ομορφιά και τη ισχύ των αρχαίων δεξαμενών νερού και από τα αρχαία πατητήρια που ανακαλύφθηκαν» σημείωσε.
Αυτό που είναι μοναδικό στα πιεστήρια του Τσιπορί, ωστόσο, είναι η επαναχρησιμοποίηση μιας δεξαμενής νερού ως βάση της, δήλωσε ο Τζουκ.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ανασκαφικής έρευνας, «αυτό που κάνει μοναδική την ανακάλυψη είναι επανάχρηση της δεξαμενής ως βάση για τα πατητήρια».
Τα πιεστήρια σταφυλιών βρίσκονται στον μεγαλύτερο από τους δύο τοξωτούς ταμιευτήρες, οι οποίοι αποτελούν μέρος εντυπωσιακού συστήματος ύδρευσης στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδραγωγείων που τροφοδοτούσαν με νερό την αρχαία πόλη Τσιπορί.
Η Αρχή Φύσης και Εθνικών Πάρκων σκοπεύει να ανακατασκευάσει μέρος των αψίδων και της οροφής που βρέθηκαν.
Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών, εργάτες και το προσωπικό της Αρχής κατάφεραν να μεταφέρουν μία αρχαία χαρουπιά που φύτρωσε στη δεξαμενή και εκτιμάται ότι είναι 100 ετών. Με μια πολύπλοκη διαδικασία, με τη βοήθεια ενός εκσκαφέα και ενός γερανού, το δέντρο μεταφέρθηκε με επιτυχία στην άλλη πλευρά της εισόδου του Εθνικού Πάρκου δίπλα στα ελαιόδεντρα.
ΑΠΕ-ΜΠΕ