Την περασμένη εβδομάδα, η κεντρική υπηρεσία της Interpol στη Λιόν δημοσιοποίησε τα στοιχεία επτά διεθνώς καταζητούμενων προσώπων. Αντίθετα με τις ανακοινώσεις ρουτίνας, οι φυγάδες δεν ήταν έμποροι ναρκωτικών και όπλων ή τρομοκράτες. Αντίθετα, διώκονταν για περιβαλλοντικά αδικήματα. Δύο Κινέζοι και τρεις Αφρικανοί καταζητούνται για παράνομη διακίνηση προστατευόμενων ειδών του ζωικού βασιλείου, όπως πιθήκων ή παπαγάλων, καθώς και λαθρεμπόριο παράγωγων ζώων, δηλαδή χαυλιόδοντα, γούνας κ.ά. Όμως, για δύο από τους επτά «περιβαλλοντικούς φυγάδες» (αναφέρονται ως “environmental fugitives”) έχει ζητήσει διεθνές ένταλμα σύλληψης η Ελλάδα.
Είναι δύο Αλβανοί, που κατηγορούνται για παράνομη υλοτομία σε προστατευόμενο δάσος. Σύμφωνα με την «Ερυθρά Αγγελία» της Interpol, πρόκειται για τον Ergest Memo, 34 ετών, και τον Taulant Memo, 33 ετών – ο δεύτερος κατηγορείται επιπλέον για κατοχή ενός όπλου. Παρότι έχουν το ίδιο επίθετο, δεν προκύπτει ότι είναι αδέρφια. Κατάγονται από το χωριουδάκι Gjonc Erseka της επαρχίας της Κορυτσάς, το πρώτο μετά τα σύνορα Ελλάδας-Αλβανίας στον ορεινό όγκο του Γράμμου. Στα διωκτικά έγγραφα σημειώνεται ότι διώκονται για «παράνομη υλοτομία σε δημόσια δασική fέκταση, από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, με κέρδος που ξεπερνά τα 10.000 ευρώ» – είναι το τυπικό όριο που ορίζει η ελληνική νομοθεσία, ώστε να θεωρηθεί η πράξη κακούργημα.
Περισσότερα στοιχεία δεν υπάρχουν στη δημοσιευμένη «Ερυθρά Αγγελία» της Interpol. Το VICE πληροφορείται, ωστόσο, ότι πρόκειται για μέλη της πιο δραστήριας ομάδας Αλβανών, οι οποίοι περνούν στο ελληνικό έδαφος και ξυλεύουν ολόκληρες πλαγιές στους ορεινούς όγκους των Ιωαννίνων και του Γράμμου. Από τον δικαστικό φάκελο των Ergest και Taulant Memo προκύπτει ότι η Εισαγγελία Ιωαννίνων είχε ζητήσει την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης στις 8 Μαρτίου 2018. Κατηγορούνται ότι για εννιά μήνες το 2013 είχαν αποψιλώσει δεκάδες στρέμματα δάσους στην ορεινή περιοχή πάνω από την Κόνιτσα, σε απόσταση περίπου 300 μέτρων εντός του ελληνικού εδάφους. Η αξία της ξυλείας που υλοτόμησαν παράνομα φέρεται να φθάνει τις 100.000 ευρώ. Δυστυχώς, δεν είναι οι μοναδικοί που το κάνουν οργανωμένα.
Τα μέλη του δικτύου κόβουν τα δέντρα με το πρώτο φως και το μεσημέρι άλλες ομάδες επιστρέφουν για να τα φορτώσουν στα μουλάρια. Το φαινόμενο σημειώνει αύξηση τους καλοκαιρινούς μήνες, διότι οι καιρικές συνθήκες και το πυκνό χιόνι τον χειμώνα, δεν τους επιτρέπουν να προσεγγίσουν τις πλαγιές, εκεί ακριβώς που πριν από έξι και πλέον δεκαετίες έπεσε η αυλαία του ελληνικού Εμφυλίου, αλλά και νοτιότερα προς τα Γιάννενα.
«Μπορεί τα δάσος να φαίνεται ατελείωτο, όμως το κακό που κάνουν είναι πολύ μεγάλο. Σαρώνουν ολόκληρες πλαγιές, αφήνουν πίσω τους έρημη γη», είπε στο VICE αστυνομικός που υπηρετεί στην ελληνο-αλβανική μεθόριο. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της οικολογικής καταστροφής, αρκεί να σημειωθεί ότι υπάλληλοι της πρώην νομαρχίας Καστοριάς, χρησιμοποιώντας αεροφωτογραφίες, υπολογίζουν ότι έχουν αποψιλωθεί τα τελευταία χρόνια περισσότερα από 3.500 στρέμματα δάσους. Τα περισσότερα δέντρα είναι κομμένα από τη ρίζα, πολλά σπάζονται βιαστικά, ώστε να πελεκηθούν πιο βαθιά στο δάσος. Ειδικοί λένε ότι κόβονται δέντρα ηλικίας 30-35 ετών. «Πρώτα οι δρύες, μετά τα πεύκα και κυρίως ένα είδος, τα ρόμπολα, που φυτρώνουν σε μεγάλο υψόμετρο, κι έπειτα όλα τα υπόλοιπα, οξιές, ακόμη και πουρνάρια που θα πάνε για καυσόξυλα» περιγράφουν.
Συνοριοφύλακες κάνουν περιπολίες, όμως είναι πρακτικά αδύνατο να φυλαχθεί μια τέτοια περιοχή. Οι δράστες δεν αποθαρρύνονται ούτε από την επάνδρωση, τα τελευταία τρία χρόνια, ορισμένων στρατιωτικών φυλακίων στην περιοχή. Κάποια στιγμή, οι Αλβανοί είχαν αποθρασυνθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε άνοιξαν δρόμο βαθιά μέσα στο ελληνικό έδαφος κι έμπαιναν με φορτηγά. Κλιμάκιο του Στρατού έστησε αναχώματα στα περάσματα, όμως η λεηλασία συνεχίστηκε. Πού πηγαίνει, όμως, όλος αυτός ο όγκος ξυλείας; Λιγότερο από ένα χιλιόμετρο μέσα στο αλβανικό έδαφος, κοντά στο χωριό Βιντόβα, οι λαθροϋλοτόμοι έχουν στήσει υπόστεγα με πριονοκορδέλες, ανέφερε καλά ενημερωμένη πηγή. Μετά τη «δουλειά», οι Αλβανοί κατηφορίζουν προς την Κορυτσά, ώστε να κλείσουν συμφωνίες με εμπόρους. Ένα μέρος της πολύτιμης ξυλείας θα φτάσει στην Ιταλία για την κατασκευή βαρελιών σε οινοποιεία, ενώ οι πιο γεροί και ίσιοι κορμοί θα καταλήξουν κολόνες φωτισμού της αλβανικής εταιρείας ηλεκτρισμού.
Ακόμη, μια μεγάλη ποσότητα του λαθραίου φορτίου, λένε όσοι γνωρίζουν, θα πουληθεί για καυσόξυλα πίσω στην ελληνική αγορά, ολοκληρώνοντας έναν εμπορικό κύκλο μεγάλης αξίας. Αυτή είναι μια πειστική εξήγηση για τη διαιώνιση του φαινομένου. Ένα ακόμη στοιχείο για την εμπλοκή Ελλήνων είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν, οι λαθροϋλοτόμοι χτυπούσαν όχι σε δημόσιο δάσος, αλλά στοχευμένα σε αμφισβητούμενες ή αποχαρακτηρισμένες δασικές εκτάσεις. Οι ιδιώτες είναι πρακτικά αδύνατον να στραφούν εναντίον τους. Επιπλέον, η μαφία του ξύλου φέρεται να έχει κανόνες απαράβατους. Για παράδειγμα, πιο νότια προς την Ηπειρο, οι ομάδες των λαθροϋλοτόμων είναι μεικτές, με Αλβανούς και Ελληνες. Σε ορισμένες περιοχές, επίσης, το βουνό είναι χωρισμένο σε «ζώνες» και απαγορεύεται να πλησιάσουν μέλη αντίπαλης συμμορίας.
Τον περασμένο Αύγουστο, πριν αρχίσει ο βαρύς χειμώνας, συνελήφθησαν έξω από το Νεστόριο Καστοριάς τέσσερις Αλβανοί, ηλικίας 36 έως 64 ετών, για παράβαση της δασικής νομοθεσίας και παράνομο είσοδο στη χώρα. Είχαν περάσει με δύο άλογα και μουλάρια στο ελληνικό έδαφος και είχαν προλάβει να υλοτομήσουν μισό κυβικό μέτρο ξυλείας. Κατασχέθηκαν αλυσοπρίονα και τσεκούρια, ενώ σε βάρος του 36χρονου εκκρεμούσε παλιότερη απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Καστοριάς, επίσης για παράβαση της δασικής νομοθεσίας. Σταγόνα στον ωκεανό. Υπάρχει μια λεπτομέρεια. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις, τα μουλάρια και τα άλογα κατάσχονται ως μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν σε εγκληματική ενέργεια. Τα ζώα δεσμεύονται από το Δασαρχείο και βγαίνουν σε δημοπρασία. Όμως, κανένας κτηνοτρόφος δεν ενδιαφέρεται να τα αποκτήσει, γιατί οι Αλβανοί είναι βέβαιο ότι θα αναζητήσουν. Ετσι, τα ζώα αφήνονται στο βουνό από τους αστυνομικούς και οι λαθροϋλοτόμοι τα παίρνουν πίσω.
Σε μια παλιότερη επίσκεψη στην περιοχή, είχα παρατηρήσει ότι η λεηλασία του δάσους σταματούσε απότομα σε ορισμένα σημεία, σαν να υπήρχε ένα αόρατο σημάδι το οποίο κανείς δεν τολμούσε να περάσει. Ρώτησα κατοίκους και μου εξήγησαν ότι ήταν κορυφές και περάσματα σπαρμένα ακόμη με νάρκες από την περίοδο του Εμφυλίου. Οι ντόπιοι το γνώριζαν και δεν πατούσαν εκεί, όπως το γνώριζαν και οι λαθροϋλοτόμοι. Κι έτσι ο βουνό σε εκείνα τα σημεία παρέμενε πράσινο.
Vice