Μη φοβάσαι όσους γελούν, κερνούν κι ανοίγουν τις καρδιές τους

Δε μιλάει πάντα πολύ, μα χαιρετάει κάθε φορά με την καρδιά του όλους όσοι περνούν από μπροστά του στην πλατεία. Κερνάει τους θαμώνες στο καφέ που συχνάζει και κάποτε γελάει με την ψυχή του. Θέλει μονάχα λίγους καλούς φίλους για να τα ‘χει όλα.

Η μοναξιά είναι βαρύ φορτίο για όποιον τη σηκώσει στους ώμους του κι όμως υπάρχουν ελάχιστοι άνθρωποι εκεί έξω που δε ζητούν πολλά απ’ τη ζωή τους· λίγο καλό φαγητό, μια τζούρα από κρασί κι αγαπημένα πρόσωπα χρειάζονται για να μπορούν να ανταλλάσσουν γουλιές, μπουκιές κι όνειρα, αφήνοντας στην άκρη –έστω για λίγο– τα σεκλέτια τους.

Είναι αυτή η μαγική συγκυρία που κάνει τους ανθρώπους μονομιάς να αλλάζουν, δίνοντας το μήνυμα πως ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος αν ήταν λίγο πιο γενναιόδωρος, λιγότερο κλειδωμένος και σιωπηλός. Κι ας κάναμε τη μισανθρωπία και την αγένεια απαραίτητα στοιχεία επιβίωσης, δεν είναι αργά να αλλάξουμε.

Όταν επιτέλους βρεθείς σε ένα περιβάλλον ασφαλές για να αφεθείς, με ανθρώπους που σου ταιριάζουν κι εμπιστεύεσαι, σκορπίζεις γύρω σου χαμόγελα και την πιο θετική σου διάθεση κι είσαι σίγουρος πως την ίδια αισιοδοξία θα λάβεις κι απ’ τους γύρω σου. Η πιο όμορφη ανταπόδοση∙ όταν αναλαμβάνει η γλώσσα του σώματος, τα τσουγκρίσματα των ποτηριών, τα «στην υγειά μας» και τα χαχανητά όλα τα άλλα ξεχνιούνται.

Ένας άνθρωπος ευγενικός αλλά και γενναιόδωρος είναι αυθεντικός, θέλει να προσφέρει χωρίς να περιμένει κάτι να κερδίσει. Σέβεται τα όρια, δεν πέφτει σε υπερβολές κι απεχθάνεται τις φλύαρες κολακείες, τη δήθεν συμπάθεια ορισμένων και τα επιτηδευμένα κομπλιμέντα, που δεν εννοούν,  για να καλύψουν τη μικροψυχία τους. Δίνει το χαμόγελό του και την καλή του κουβέντα γιατί έτσι αισθάνεται.

Άλλωστε, δεν κοστίζει τίποτα το να πεις μια καλημέρα σ’ έναν άγνωστο που είδες προβληματισμένο στο δρόμο ή να πεις ένα ενθαρρυντικό «όλα θα πάνε καλά» στον πιεσμένο γνωστό σου. Δε θα φτωχύνεις αν κεράσεις τους φίλους σου ένα κρασί∙ σαν μια μικρή απόδειξη της αγάπης σου, σαν ένα «ευχαριστώ» για τις όμορφες στιγμές που περνάτε μαζί. Στιγμές που δεν κοστολογούνται αλλά αξίζουν πολλά. Στιγμές που ανοίγετε τις καρδιές σας και συζητώντας αδειάζετε λίγο απ’ το βάρος των ανείπωτων. Συνδυάζοντας τις πιο πικρές αλήθειες με χιούμορ, γέλια κι ελπίδα, όλα γίνονται πιο ανεκτά.

Πόσοι κάνουν πια κάτι για κάποιον πέρα απ’ τον εαυτό τους; Πόσοι κερνούν τους φίλους τους, πόσοι μοιράζονται τα όνειρά τους; Οι περισσότεροι αδιάφοροι, κλειδωμένοι και τσιγκούνηδες, κυρίως συναισθηματικά. Κι όμως, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν έχασαν ούτε για μια στιγμή τη γενναιοδωρία τους και την καλοσύνη τους. Που θα δώσουν το σάντουίτς τους στον άστεγο και τα ψιλά τους στους μουσικούς του δρόμου, που θα βάλουν λίγο νεράκι για τα αδέσποτα της γειτονιάς, που θα βγάλουν ένα ακόμη εισιτήριο για το φιλαράκι τους για ‘κείνη τη συναυλία που θέλουν να πάνε μαζί.

Είναι, ευτυχώς, ακόμα αρκετοί οι άνθρωποι εκεί έξω που απλόχερα προσφέρουν τη βοήθειά τους καθημερινά σ’ όποιον την έχει ανάγκη, που δεν ξεχνούν να χαμογελούν και να ελπίζουν, που μιλούν ανοιχτά για όσα τους πονούν, γιατί ξέρουν πως μόνο έτσι μπορούν να τα αντιμετωπίσουν.

«Με τα χρήματα δε σώθηκε κανείς τους· μπορεί να έκαναν επιφανειακά καλύτερη για λίγο τη ζωή τους, όμως αυτά δεν ήταν αρκετά για να ανοίξουν τις καρδιές τους. Να μπορούν να τρώνε και να πίνουν παρέα με καλούς φίλους, όπως εγώ, και να θυμούνται τις ιστορίες που τους έκαναν καλύτερους ανθρώπους, γιατί όλα αυτά που μετράνε δεν ανταλλάζονται με χρήματα. Η γενναιοδωρία έχει να κάνει με την ψυχή τους και τα συναισθήματα, κι εκεί όλοι έχουμε απόθεμα, απλά κάποιοι φοβόμαστε να το παραδεχτούμε, φοβόμαστε μη μας τα πάρουν και τα κρατάμε για μας, κι έτσι χάνουν το νόημά τους».

Η γενναιοδωρία κι η καλοσύνη δεν ανταλλάζονται με όλα τα χρήματα του κόσμου, γι’ αυτό μη φοβάστε όσους γελούν, κερνούν κι ανοίγουν τις καρδιές τους, όλες εκείνες τις γενναιόδωρες ψυχές.

Ανδρέας Πετρόπουλος