Tο άρθρο της εφημερίδας των συντακτών που δημοσιεύτηκε χθες (09.01.2022) στην ιστοσελίδα efsyn.gr
Την ώρα που όλο και πιο πολλές χώρες στην Ευρώπη καταργούν τη γουνοποιία, η ελληνική κυβέρνηση και η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας επιμένουν να παρέχουν στήριξη στα εκτροφεία που αποτελούν τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες ζώα, ευνοούν τη μετάδοση του κορονοϊού και έχουν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον ● Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει από το 2020 τη χορήγηση 3 εκατ. ευρώ στον κλάδο ως πληττόμενο από τις συνέπειες της πανδημίας. Η εξαγγελία δεν έχει γίνει πράξη μέχρι σήμερα, ωστόσο ο βουλευτής Καστοριάς της Ν.Δ., Ζήσης Τζηκαλάγιας, υποστηρίζει «πως βρισκόμαστε κοντά στην ικανοποίηση της δοθείσης υπόσχεσης»
του Τάσου Σαραντή
Με μια ανυπόστατη και ατεκμηρίωτη εμμονή -εξαιρουμένης της ψηφοθηρίας- η κυβέρνηση εξακολουθεί να υποστηρίζει τα εκτροφεία γουνοφόρων ζώων, που αποτελούν τόπο μαρτυρίας για χιλιάδες αιχμαλωτισμένα ζώα. Θέτει έτσι σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς έτσι ευνοείται η διάδοση και η μετάλλαξη του κορονοϊού, αδιαφορώντας για τις βλαπτικές επιπτώσεις τους στο περιβάλλον αλλά και στους ανθρώπους που διαμένουν κοντά στις εγκαταστάσεις αυτές, πόσο μάλλον για την ευημερία των ίδιων των ζώων.
Η απόφαση της κυβέρνησης να δώσει μια σημαντική ένεση ρευστότητας στους εκτροφείς γουνοφόρων ζώων εκδηλώθηκε πέρσι, όταν ο τότε υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Μ. Βορίδης ενέκρινε τον Σεπτέμβριο του 2020 τη χορήγηση 3.000.000 ευρώ στον κλάδο ως πληττόμενο από τις συνέπειες της πανδημίας. Η υπόσχεση έχει μείνει μέχρι σήμερα ως εξαγγελία, καθώς «προσέκρουε ίσως στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και στις υπόγειες υπονομεύσεις από τους ψευτοοικολόγους πολέμιους της γούνας» σύμφωνα με δήλωση του Ζήση Τζηκαλάγια, βουλευτή Καστοριάς της Νέας Δημοκρατίας (19/6/2021). Ωστόσο «φαίνεται πως βρισκόμαστε κοντά στην ικανοποίηση της δοθείσης υπόσχεσης και οι εκτροφείς να πάρουν τη σημαντική γι’ αυτούς ενίσχυση», κατά τον ίδιο.
Παράλληλα η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας έσπευσε με συνοπτικές διαδικασίες και παρά τις αντιρρήσεις των τοπικών κοινοτήτων να δώσει καινούργιες άδειες σε εκτροφείς, συμπεριλαμβανομένων αυτή τη φορά και Δανών επιχειρηματιών, που πλέον δεν μπορούν να δραστηριοποιηθούν στη χώρα τους η οποία καταργεί τη βιομηχανία γούνας. Από το 2019 έως σήμερα έχουν κατατεθεί 10 αιτήσεις που αφορούν νέες εγκαταστάσεις εκτροφείων ζώων, ενώ έχουν εγκριθεί 8 καινούργιες άδειες. Τα δύο τελευταία χρόνια η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας χρηματοδότησε τον κλάδο με τεράστια ποσά, γύρω στα 22 εκατομμύρια ευρώ.
Ενδεικτική της διάθεσης για την απλόχερη στήριξη προς τον κλάδο ήταν και η πρόσφατη εισήγηση του περιφερειάρχη Γιώργου Κασαπίδη προς το περιφερειακό συμβούλιο (10/11/2021) προκειμένου να πριμοδοτηθεί για ακόμη μία φορά ο κλάδος της γούνας. Και αυτό παρ’ όλο που ο ίδιος ομολόγησε ότι ο κλάδος βρίσκεται σε απόλυτη παρακμή, αναφέροντας ότι το 2013 «ο συνολικός κύκλος εργασιών εξαγωγών ετοίμων προϊόντων, γουνοδερμάτων, λιανικών πωλήσεων, υπηρεσιών κ.ά. ανήλθε στην πατρίδα μας σε ποσά άνω του μισού δισεκατομμυρίου ευρώ» και ότι «οι αντίστοιχες εξαγωγές έξι χρόνια μετά κατακρημνίστηκαν σε ποσά που δεν ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ».
Σε ό,τι αφορά τα ποσά, η Ελληνική Ομοσπονδία Γούνας αναφέρει σε πρόσφατη ανακοίνωσή της (6/12/2021) ότι το 2019 οι εξαγωγές άγγιξαν τα 400.000 εκατ. ευρώ (προφανώς εννοεί 400 εκατομμύρια). Ωστόσο ο ίδιος ο πρόεδρός της, Απόστολος Τσούκας, είχε αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 19/11/2020 ότι «το 2019, που ήταν κακή χρονιά, ο τζίρος μας ήταν μόλις 250 εκατ. ευρώ. Το αντίστοιχο ποσό στις αρχές του φθινοπώρου φέτος υπολογίζω πως ήταν 3 εκατομμύρια».
Επικίνδυνα χημικά
Ωστόσο πέρα από την οικονομική κατάρρευση του κλάδου, που δεν δικαιολογεί την περαιτέρω ενίσχυσή του, αλλά και την ηθική διάσταση του θέματος, η οποία αφορά την καταφανή κακοποίηση των ζώων που εκτρέφονται αποκλειστικά για να γδαρθούν για τη γούνα τους, υπάρχει και η περιβαλλοντική διάσταση που πλήττει και τον ίδιο τον άνθρωπο.
Η εκτροφή μινκ αποτελεί μορφή εντατικής εκτροφής με όλα τα περιβαλλοντικά προβλήματα που τη χαρακτηρίζουν ως τέτοια (απόβλητα εκτροφείων, οσμές κ.λπ.), ενώ οι επιχειρήσεις επεξεργασίας γουνοδερμάτων χρησιμοποιούν εξαιρετικά επικίνδυνες ουσίες τόσο για την υγεία των κατοίκων όσο και για το ευρύτερο οικοσύστημα. Η παραγωγή γούνας θέτει επίσης σε κίνδυνο άλλους κλάδους, όπως την αγροτική παραγωγή και τον τουρισμό, και μπορεί να έχει επιπτώσεις στην άρδευση των καλλιεργειών.
Είναι ενδεικτικό ότι κάτοικοι των περιοχών όπου αδειοδοτούνται νέα εκτροφεία, όπως της περιοχής των Κορεστείων, φοβούνται την οικολογική υποβάθμιση και για αυτόν τον λόγο έχουν συστήσει τη Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα κατά των εκτροφείων, στην οποία συμμετέχει όλο το χωριό, και έχουν καταθέσει ασφαλιστικά μέτρα και προσφυγή στο τμήμα αναστολών του ΣτΕ («Ξεσηκωμός ενάντια σε φάρμες μινκ στην Καστοριά», «Εφ.Συν.», 26/11/2021) . Οι ίδιοι δηλώνουν αντίθετοι σε επενδύσεις που υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής και το περιβάλλον, γιατί ανακόπτουν την οποιαδήποτε ελπίδα για την ανάπτυξη ήπιων μορφών τουρισμού, όπως ο αγροτουρισμός και η ανάδειξη και επισκεψιμότητα των ιστορικών πλίνθινων οικισμών.
Εξάλλου η Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών σε επιστολή της προς την Περιφέρεια, το υπουργείο Περιβάλλοντος και αρμόδιους φορείς (12/11/20121) εκφράζει την ανάγκη επανεξέτασης της περιβαλλοντικής αδειοδότησης 4 μονάδων εκτροφής μινκ στον Δήμο Καστοριάς. Σε αυτήν τονίζει τον κίνδυνο από τη διαφυγή μινκ στις περιοχές Natura των λιμνών Πρεσπών και Καστοριάς εξαιτίας της μικρής απόστασης των εκτροφείων, υπενθυμίζοντας ότι την τελευταία δεκαετία έχουν καταγραφεί άτομα μινκ στην περιοχή των Πρεσπών προερχόμενα από πολύ μακρύτερα και συγκεκριμένα από το Χιλόδεντρο Καστοριάς και το Καλονέρι Σιάτιστας απ’ όπου είχαν διαφύγει το 2010.
Επιπλέον υποδεικνύει την αναγκαιότητα εκπόνησης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης για τις 4 νέες μονάδες, από κοινού από τους 4 επενδυτές, για τις σωρευτικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους στους κοντινούς οικισμούς και την ύπαιθρο, αφού οι σχεδιαζόμενες εγκαταστάσεις δεν γειτνιάζουν απλώς, αλλά χωροθετούνται πρακτικά σε ένα ενιαίο γήπεδο.
Πρόστιμα
Ενα ακόμη σοβαρότατο πρόβλημα της λειτουργίας των μονάδων γουνοφόρων ζώων είναι η σοβαρή ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα και του υπεδάφους που έχει διαπιστωθεί κατά τη διαδικασία κατεργασίας δερμάτων. Tη διετία 2018-2019 αναρτήθηκαν στη «Διαύγεια» πρόστιμα σε τουλάχιστον 25 εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του δέρματος και της γούνας στην περιοχή. Τα πρόστιμα αφορούν παραβιάσεις -πολλές φορές μακροχρόνιες- της περιβαλλοντικής νομοθεσίας που συνδέονται και με τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων.
Ενδεικτικά, στις σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμων προς τις επιχειρήσεις, η Περιφέρεια αναφέρει ως πλημμέλειες(!) τη χρήση τετραχλωροαιθυλένιου εκτός των μηχανημάτων στεγνού καθαρισμού των γουνοφόρων δερμάτων ή σε μη αδειοδοτημένα πλυντήρια γουναρικών, τη χρήση τετραχλωροαιθυλένιου χωρίς να έχει δηλωθεί στις αρμόδιες αρχές ή χωρίς παραστατικά διάθεσης αποβλήτου, την υπερχείλιση των λυμάτων έξω από οριοθετημένους χώρους, την αποθήκευση στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων μεγάλης ποσότητας επικίνδυνων αποβλήτων με τετραχλωροαιθυλένιο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της νόμιμης προσωρινής αποθήκευσης (που ορίζεται έως έναν χρόνο) και την παράλειψη παράδοσης απόβλητων ουσιών σε εξειδικευμένη εταιρεία προς περαιτέρω ασφαλή επεξεργασία.
Μάλιστα τον Οκτώβριο του 2019 επιβλήθηκε αναστολή λειτουργίας σε επιχείρηση του προέδρου του Συνδέσμου Γουνοποιών Καστοριάς και προέδρου της Ελληνικής Ομοσπονδίας Γούνας, Αποστόλη Τσούκα, εξαιτίας της ανίχνευσης του επικίνδυνου χρωμίου σε πολύ μεγάλη συγκέντρωση σε υπεδάφιο αγωγό ομβρίων, ο οποίος κατέληγε έξω από τα όρια της επιχείρησής του σχηματίζοντας μια λίμνη με συγκέντρωση σε χρώμιο καθώς και σε τετραχλωροαιθυλένιο και τριχλωροαιθυλένιο. Στην ίδια επιχείρηση είχαν επιβληθεί προγενέστερα ακόμα δύο ευτελή πρόστιμα για παρόμοιους λόγους («Τα πρόστιμα και τα ράμματα για τις γούνες της Καστοριάς», Θοδωρής Χονδρόγιαννος, «insidestory.gr», 6/12/2019).
Τον Νοέμβριο του 2018 Πανελλαδική Φιλοζωική και Περιβαλλοντική Ομοσπονδία (ΠΦΠΟ) προσέφυγε στον Συνήγορο του Πολίτη, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας και τον αντεισαγγελέα Περιβάλλοντος του Αρείου Πάγου προκειμένου να διερευνηθεί το ζήτημα της τοξικής μόλυνσης του υδροφόρου ορίζοντα και του υπεδάφους από γουνοποιητικές επιχειρήσεις. Παρεμβαίνοντας με επιστολή του προς όλους τους αρμοδίους (8/10/2021) ο Συνήγορος του Πολίτη πίεσε επιτέλους για μια απάντηση στο θέμα, τονίζοντας ότι από το σύνολο των δεδομένων που έχει στη διάθεσή του διαπιστώνεται σοβαρή ρύπανση των υδροφορέων του οικισμού Δισπηλιού, η οποία, ως εκτιμήθηκε, συνδέεται τουλάχιστον με τη λειτουργία μονάδων κατεργασίας δέρματος και τη μη σύννομη διαχείριση των παραγόμενων αποβλήτων τους, ενώ η ρύπανση αυτή υφίσταται επί πολλά έτη. Εξάλλου αναφέρεται πως προκύπτει επιβάρυνση του νερού με τριχλωρο-τετραχλωροαιθένιο στις πηγές Μπέης Μπουνάρ και Αρμενοχώρι με βάση σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας Κοινωνικής Μέριμνας της Π.Ε. Καστοριάς.
Σε ολόκληρο δε το έγγραφο τονίζεται ότι, παρά το γεγονός ότι έχει παρέλθει σημαντικός χρόνος, καμία απάντηση δεν έχει δοθεί από τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες για τις ενέργειες που έχουν γίνει για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος, ούτε ως προς τη λήψη μέτρων για την αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημίας που έχει προκληθεί από δύο συγκεκριμένες γουνοποιητικές επιχειρήσεις. Ανάλογη υπερβολικά μεγάλη καθυστέρηση αντιμετωπίζει και η προσφυγή της ΠΦΠΟ στον αντεισαγγελέα Περιβάλλοντος και η δικογραφία που με εντολή του σχηματίστηκε στην Εισαγγελία Καστοριάς αναφορικά με τη διακοπή λειτουργίας εργοστασίου μετεπεξεργασίας γουνοφόρων δερμάτων λόγω ρύπανσης ομβρίων υδάτων και υπεδάφους και ενώ αναμένεται η επαναλειτουργία της σε σύντομο διάστημα.
Κι αυτά συμβαίνουν στη χώρα μας, όταν όλο και πιο πολλές χώρες καταργούν τη γουνοποιία -τελευταίας προστιθέμενης της Γαλλίας- και όταν η Ολλανδία και η Αυστρία, με την υποστήριξη του Βελγίου, της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου και της Σλοβακίας, συνυπέγραψαν επιστολή ζητώντας τη μόνιμη κατάργηση της γούνας στην Ευρώπη κατά τη σύνοδο του Συμβουλίου Γεωργίας και Αλιείας που πραγματοποιήθηκε στις 28-29 Ιουνίου. Στη χώρα μας η Ελληνική Ομοσπονδία Γούνας υποστηρίζει ότι «ο κλάδος της γούνας είναι ο πιο πράσινος και ο πιο κυκλικός της ελληνικής οικονομίας και ο μοναδικός που έχει “μηδέν” αποτύπωμα άνθρακα», χωρίς να παραθέτει κανένα στοιχείο γι’ αυτό.
Αντίθετα, σύμφωνα με έρευνα ανεξάρτητων συμβούλων της «CE Delft», σε σύγκριση με άλλα υφάσματα η γούνα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο ανά κιλό σε 17 από τους 18 περιβαλλοντικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων της κλιματικής αλλαγής, του ευτροφισμού και των τοξικών εκπομπών. Αλλοι παράγοντες που συμβάλλουν σημαντικά στις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της γούνας βιζόν είναι οι εκπομπές υποξειδίου του αζώτου και αμμωνίας από την κοπριά των βιζόν. Αυτές οι εκπομπές συμβάλλουν κυρίως στην οξίνιση και στον σχηματισμό σωματιδίων.
Το ωραίο είναι ότι η Ελληνική Ομοσπονδία Γούνας υποστηρίζει ότι ο κλάδος της είναι μέρος του πολιτισμού μας και κληρονομιά των προγόνων μας, όταν τον Μάιο του 2018 η αίτηση για ένταξη της γουνοποιίας στο Εθνικό Ευρετήριο Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς απορρίφθηκε ομόφωνα από τη Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του υπουργείου Πολιτισμού: «Η συγκεκριμένη δραστηριότητα, που βασίζεται στη θανάτωση ζώων αποκλειστικά για την εκμετάλλευση της γούνας τους, δεν είναι συμβατή με την αειφορική ανάπτυξη, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου ένα στοιχείο να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο της Σύμβασης για τη Διαφύλαξη της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO».
Η ΠΦΠΟ επανειλημμένα έχει ζητήσει από κυβέρνηση και αντιπολίτευση να ξεκινήσουν και να επεξεργαστούν μαζί με τους τοπικούς φορείς την άμεση κατάργηση εκτροφείων και παραγωγής γούνας βασιζόμενοι στα επιστημονικά στοιχεία, αλλά και στην «ηθική του σύγχρονου κόσμου», έτσι ώστε να προετοιμάσουν το έδαφος για κατάργηση του κλάδου με αυστηρό χρονοδιάγραμμα και συγχρόνως δημιουργία εναλλακτικών οικονομικών μονάδων ή άλλων δραστηριοτήτων, προκειμένου οι άνθρωποι που ζουν από τέτοια εισοδήματα να προστατευτούν και να προχωρήσουν. Πρόκειται για ένα αίτημα που, αν μη τι άλλο, θα μπορούσε να συζητηθεί. Αλλωστε, εφόσον μπορεί να επιτευχθεί ολόκληρη «απολιγνιτοποίηση», γιατί να μην μπορεί να επιδιωχθεί τοπική «απογουνοποίηση»;