Στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης διατροφής, τα βιολογικά προϊόντα, ειδικά σε ορισμένα είδη τροφών, είναι μια καλή και επιθυμητή επιλογή, προκειμένου να έχουμε όσο το δυνατόν μια πιο «καθαρή» τροφή στα χέρια μας. Ισχύει, όμως, το ίδιο και με το βιολογικό κρέας; Ας δούμε τι λένε οι έρευνες.
Ερευνητές εξέτασαν 76 δείγματα διαφορετικών ειδών βιολογικού και συμβατικού κρέατος για 33 διαφορετικές καρκινογόνες ουσίες. Μια μελέτη, μάλιστα, για τον κίνδυνο καρκίνου σε σχέση με την κατανάλωση διαφόρων ειδών κρέατος εκτίμησε την πιθανότητα τόσο μεγάλη, που μετά από αυτό ίσως να μη θέλετε να δίνετε χοιρινό, μοσχάρι ή κοτόπουλο στα παιδιά σας περισσότερες από 5 φορές τον μήνα.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στην Ευρώπη, όπου οι μολύνσεις σε αρνιά αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, από την άλλη, αυτό που ξεχωρίζει είναι το κοτόπουλο και τα PBDEs (χημικά που προστίθενται σε τρόφιμα προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες να πιάσουν φωτιά), όχι μόνο σε σχέση με άλλα κρέατα, αλλά και σε σχέση με άλλες χώρες. Τα PBDEs σε κοτόπουλα στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν 10-20 φορές υψηλότερα σε σχέση με αυτά της Ισπανίας ή της Ιαπωνίας, αν και πρέπει να πούμε ότι η διατροφή δεν είναι η μοναδική πηγή έκθεσης. Οι χορτοφάγοι, ωστόσο, έχουν περίπου 25% χαμηλότερα επίπεδα στο αίμα σε σχέση με αυτούς που καταναλώνουν κρέας, με μεγάλο ποσοστό να φαίνεται ότι προέρχεται από το κοτόπουλο.
Για άλλα χημικά, η διατροφή μπορεί να παίζει μεγαλύτερο ρόλο. Μελέτες σε ουσίες στο μητρικό γάλα χορτοφάγων, που φτάνουν μέχρι και 30 χρόνια πίσω, έδειξαν ότι τα μέσα επίπεδα ορισμένων ουσιών σε χορτοφάγους ήταν μόλις το 1 ή 2% του εθνικού μέσου όρου. Στην πραγματικότητα, σε 6 από τις 7 ουσίες που μελέτησαν οι ερευνητές φάνηκε ότι η υψηλότερη τιμή σε χορτοφάγους ήταν χαμηλότερη από τη χαμηλότερη τιμή δείγματος στον γενικό πληθυσμό των Ηνωμένων Πολιτειών. Κι αυτό προκύπτει πιθανότατα από το ότι οι βλαβερές αυτές ουσίες συγκεντρώνονται στην τροφική αλυσίδα. Καταναλώνοντας, λοιπόν, φυτικές τροφές, που βρίσκονται χαμηλά στην τροφική αλυσίδα, έχετε πλεονέκτημα.
Σκεφτείτε, για παράδειγμα, τις διοξίνες. Το κρέας, το ψάρι και τα γαλακτοκομικά προϊόντα θεωρούνται ότι συμβάλλουν σχεδόν σε όλο το φορτίο διοξινών στο σώμα μας. Πράγματι, αν κοιτάξει κάποιος αυτούς που ακολουθούν αυστηρά φυτοφαγική διατροφή, θα δει ότι παρουσιάζουν περίπου το 1/3 των επιπέδων διοξινών και PCBs και λιγότερο από το 1/5 αυτών κυκλοφορεί στον οργανισμό τους.
Συγκλονιστική είναι και μια μελέτη από την Ινδία, η οποία αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα διαχείρισης αποβλήτων από ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά αγαθά, φτάνοντας κατά μέσο όρο τις 400 χιλιάδες τόνων e-αποβλήτων κάθε χρόνο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι εργάτες σε αυτές τις μονάδες ανακύκλωσης και αποσυναρμολόγησης, εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα τοξικών χημικών, παρουσιάζοντας συγκέντρωση PCBs στο αίμα σχεδόν διπλάσια από αυτούς που ζουν 400 χιλιόμετρα μακριά. Αυτά, ωστόσο, αφορούν εργάτες μη χορτοφάγους. Τα επίπεδα PCB στο αίμα σε χορτοφάγους εργάτες στο ίδιο εργοστάσιο ήταν χαμηλότερα, όχι μόνο σε σχέση με τους μη χορτοφάγους εργάτες, αλλά και σε σχέση με αυτούς που διέμεναν στην ακτή, 400 χιλιόμετρα μακριά.
Το πρόβλημα, όμως, με αυτές τις μελέτες είναι ότι δεν μπορούμε να απομονώσουμε τη διατροφή. Μπορεί, δηλαδή, οι χορτοφάγοι να είχαν και άλλους παράγοντες που τους προστάτευαν, να ακολουθούσαν συνολικά πιο υγιεινό τρόπο ζωής κ.ο.κ., κάτι που χρειάζεται διερεύνηση για να δώσει ευρήματα με σιγουριά –αν και είναι δύσκολο με ουσίες όπως τα PCBs που μπορεί να πάρουν ακόμη και δεκαετίες για να φύγουν από τον οργανισμό μας, κάτι που όμως δεν συμβαίνει και με τα βαρέα μέταλλα, τα οποία απομακρύνονται μέσα σε μήνες.
Πράγματι, μέσα σε 3 μήνες απομάκρυνσης κρέατος, πουλερικών, ψαριών και αυγών από τη διατροφή των συμμετεχόντων στη μελέτη, παρουσιάστηκε σημαντική πτώση μέχρι και 30% στα επίπεδα τοξικών βαρέων μετάλλων, συμπεριλαμβανομένου του υδράργυρου, του κάδμιου και του μόλυβδου.
Τι συμβαίνει, όμως, με το βιολογικό κρέας; Το πιστοποιημένο βιολογικό κρέας προέρχεται από ζώα που τρέφονται βιολογικές τροφές απαλλαγμένες από χημικά και ζωικά υποπροϊόντα. Κάποιος, λοιπόν, θα υπέθετε ότι σε αυτά τα κρέατα θα υπήρχε χαμηλότερη συγκέντρωση χημικών ουσιών. Πρακτικά, όμως, δεν υπήρχαν μελέτες για το περιεχόμενο χημικών σε βιολογικά κρέατα, μέχρι τώρα.
Ερευνητές πήραν, λοιπόν, 76 δείγματα από διαφορετικά είδη κρέατος, τόσο βιολογικού, όσο και συμβατικού και μέτρησαν τα επίπεδα επιμόλυνσής τους με 33 διαφορετικές καρκινογόνες ουσίες. Τα ευρήματα έδειξαν ότι κανένα δείγμα δεν ήταν απολύτως απαλλαγμένο από αυτές τις επικίνδυνες ουσίες, κάτι που μας δίνει ένα σοβαρό αποδεικτικό στοιχείο για το πόσο μολυσμένος είναι ο πλανήτης μας τη σύγχρονη εποχή. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι οι διαφορές μεταξύ του συμβατικού και του βιολογικού κρέατος στην ουσία ήταν μηδαμινές. Με κάθε τρόπο, λοιπόν, η κατανάλωση κρέατος όπως γίνεται σήμερα ξεπερνά τα ανώτατα όρια κάτι που συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου –μην ξεχνάτε, άλλωστε ότι το 90% της τωρινής μας έκθεσης σε αυτές τις ουσίες προέρχεται από την πέψη τροφών, ειδικά ζωικών, όπως ψάρια, γαλακτοκομικά και κρέας. Κι όπως φαίνεται, παρ’ όλο που υπάρχει μια τάση για κατανάλωση βιολογικών προϊόντων, στην περίπτωση του βιολογικού κρέατος, ο κίνδυνος καρκίνου δεν μειώνεται.
Δέσποινα Μαρσέλου – getactive