Η μεγάλη ληστεία της Γούνας – Γουνοποιός ζητά αποζημίωση άνω του 1 εκατ. ευρώ

Γουνοποιός από την Καστοριά ζητά αποζημίωση άνω του 1 εκατ. ευρώ για την κινηματογραφική ληστεία που τον κατέστρεψε οικονομικά

του Κώστα Κουκουμάκα

Ληστές ντυμένοι αστυνομικοί σταματούν για «έλεγχο» στην εθνικό οδό Αθηνών-Λαμίας ένα φορτηγό που μεταφέρει 4.000 γουναρικά. Το εμπόρευμα κοστίζει εκατομμύρια. Φορούν κουκούλα στον οδηγό και τον κρατούν για δύο ώρες σε ένα δασάκι στη Ριτσώνα. H ρυμουλκούμενη καρότσα του φορτηγού εντοπίζεται την επόμενη μέρα, όμως λείπουν 1.100 γουναρικά, τα οποία εκτιμάται ότι μεταφέρθηκαν στη μαύρη αγορά της Ρωσίας. Οι ληστές συλλαμβάνονται λίγο καιρό αργότερα και καταδικάζονται.

Η ιστορία δεν είναι καινούρια, κρατά περίπου μία δεκαετία. Όμως, μέχρι σήμερα εκκρεμεί στα δικαστήρια ένα σημαντικό κομμάτι της -η αποζημίωση ενός εκ των γουνοποιών της Καστοριάς, ιδιοκτήτη μέρους του κλεμμένου φορτίου, ο οποίος έχει καταστραφεί οικονομικά. Το αστικό Εφετείο της Δυτικής Μακεδονίας καλείται σήμερα να αποφασίσει αν ο οδηγός του φορτηγού είχε κάνει, στο μέτρο του δυνατού, όσα μπορούσε για να προστατεύσει το πανάκριβο εμπόρευμα.

Από τον φάκελο της υπόθεσης, στοιχεία του οποίου είναι σε γνώση του NEWS24/7, προκύπτει ότι η υπόθεση ξεκινά τον μακρινό Απρίλιο του 2014. Γουνοποιοί από την Καστοριά είχαν παραδώσει εμπορεύματα σε εμπόρους της Κρήτης, προκειμένου αυτοί να τα πουλήσουν σε τουρίστες, κυρίως ρωσικής καταγωγής που ξοδεύουν πολλά χρήματα στο νησί. Το καλοκαίρι πέρασε και όπως προέβλεπε η συμφωνία των δύο πλευρών, οι γούνες που δεν είχαν πουληθεί, θα επιστρέφονταν στους ιδιοκτήτες τους. Όμως, στην Κρήτη υπήρχε ένα «δόλωμα».

Ένας από τους κατηγορούμενους είχε καταφέρει να πιάσει δουλειά σε έμπορο γουναρικών στο νησί κι έτσι συνέλεξε πληροφορίες για το ταξίδι των εμπορευμάτων. Στο τέλος της σεζόν τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τα διωκτικά έγγραφα, ο ίδιος βοήθησε τον οδηγό της μεταφορικής εταιρείας να φορτώσει τις αδιάθετες γούνες σε ένα λευκό φορτηγό, μάρκας Mercedes, για να μεταφερθούν πίσω στην Καστοριά. Με το ίδιο δρομολόγιο θα επιστρέφονταν τα αδιάθετα εμπορεύματα ακόμη επτά εμπόρων. Σε κουτιά και κρεμάστρες τοποθετήθηκαν στο φορτηγό περίπου 4.000 γουναρικά, η αξία των οποίων υπολογίστηκαν στα 4 εκατ. ευρώ, όπως σημειώνεται στα δικόγραφα. Το φορτηγό μετέφερε έναν θησαυρό.

Η ΠΑΓΙΔΑ

Από το Ηράκλειο το φορτηγό μπήκε στο πλοίο για τον Πειραιά και το επόμενο πρωί βρισκόταν πλέον καθ’ οδόν για την Καστοριά. Στην εθνική οδό Αθηνών -Λαμίας, όμως, στο ύψος των Οινόφυτων, ο οδηγός παρατήρησε ότι ένα σκουρόχρωμο SUV με αναμμένο φάρο βγήκε από το πάρκινγκ και άρχισε να τον ακολουθεί. Τού έκανε σήμα να σταματήσει, όπως και έγινε. Από το μικρό όχημα βρήκαν δύο άντρες που ήταν ντυμένοι αστυνομικοί – φορούσαν σκουρόχρωμα παντελόνια, γάντια και μπουφάν με το διακριτικό “Police”.

Ζήτησαν από τον οδηγό του φορτηγού να βγει έξω, τού πέρασαν χειροπέδες και τον επιβίβασαν στα πίσω καθίσματα του «αστυνομικού» οχήματος, στο οποίο  βρισκόταν ένας τρίτος συνεργός τους. Κάλυψαν το κεφάλι του με μία κουκούλα και τον κράτησαν σε κοντινή ερημική τοποθεσία. Ο ίδιος κατέθεσε ότι όλη αυτήν την ώρα οι κατηγορούμενοι μιλούσαν στα ρωσικά στο τηλέφωνο με συνεργούς τους. Δύο ώρες αργότερα, τον απελευθέρωσαν σε ένα δασάκι στην περιοχή της Ριτσώνας. Του έδωσαν 11 ευρώ «για να επιστρέψει στην Αθήνα» και επίσης τη συμβουλή να μην ειδοποιήσει τις αρχές, γιατί θα τον έβρισκαν και θα τού έκαναν κακό.

Ο οδηγός περπάτησε και κάλεσε την αστυνομία από ένα εργοστάσιο της περιοχής. Εξήγησε ότι στην καμπίνα του φορτηγού υπήρχε σύστημα εντοπισμού γεωγραφικής θέσης (GPS) και πράγματι η καμπίνα, χωρίς την καρότσα, εντοπίστηκε λίγες ώρες αργότερα, κλειδωμένη και χωρίς ίχνη παραβίασης. Ο οδηγός άνοιξε την πόρτα με τα δεύτερα κλειδιά που είχε κρυμμένα στη μάσκα του οχήματος. Από το εσωτερικό του έλειπαν τα προσωπικά του αντικείμενα και 1.445 ευρώ από το ντουλαπάκι. Οι αστυνομικοί ακολούθησαν αντίστροφα την πορεία που είχε καταγραφεί στο GPS προς το σημείο της ληστείας. Και έτσι η καρότσα του φορτηγού εντοπίστηκε την επόμενη μέρα σε ένα εγκαταλελειμμένο οικόπεδο. Οι ληστές είχαν αρπάξει 1.100 γούνες, περίπου το 1/4 του εμπορεύματος.

Ζητήθηκε άρση τηλεφωνικού απορρήτου, από την οποία προέκυψε ένα πλέγμα 89 συνδέσεων, τις οποίες φέρεται να είχαν χρησιμοποιήσει οι δράστες πριν και κατά τη διάρκεια της ληστείας. Οι 89 κάρτες είχαν αγοραστεί στην Αθήνα στο όνομα ενός Κινέζου. Ο κεντρικός κατηγορούμενος ακούγεται μετά τη ληστεία να ζητά στο τηλέφωνο από άγνωστο να του βρει ένα φορτηγό για μία «παρανομία» κι έναν φάρο της αστυνομίας. Επίσης, ακούγεται να ζητά μία φορητή συσκευή για να ακούσει τη συχνότητα της αστυνομίας και να απενεργοποιεί συστήματα GPS -μία παρόμοια συσκευή είχε βρεθεί στο φορτηγό και είναι κρίσιμη για τη συνέχεια.

Πέντε μήνες αργότερα, συνελήφθησαν εννέα άτομα, ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Ο οδηγός του φορτηγού αναγνώρισε τουλάχιστον δύο από τους κατηγορούμενους – ένας εξ αυτών ήταν το «δόλωμα» στην Κρήτη, ενώ βιολογικό υλικού ενός τρίτου βρέθηκε στο τιμόνι του οχήματος. «Η οργάνωση είχε βάθος χρόνου, υποδομή και εξοπλισμό», σημειώνεται στο κατηγορητήριο. ‘Ενα άλλο μέλος του δικτύου είχε αναλάβει να βρει αγοραστές για τα κλεμμένα γουναρικά στη μαύρη αγορά της Ρωσίας. Στο σπίτι του στην Κατερίνη εντοπίστηκε μικρός αριθμός των εμπορευμάτων, το ίδιο και στο σπίτι ενός ακόμη κατηγορούμενου στη Χαλκιδική.

Η ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ

Στο μεταξύ, η οικονομική ζημία των παραγωγών στην Καστοριά ήταν πολύ μεγάλη. Λίγο καιρό μετά, ένας εκ των γουνοποιών στράφηκε νομικά κατά του οδηγού του φορτηγού και της εταιρείας ιδιωτικής ασφάλισης που τον κάλυπτε, ζητώντας αποζημίωση για την καταστροφή του – στον φάκελο αναφέρεται ότι ο οδηγός του φορτηγού ήταν ασφαλισμένος έναντι τρίτων για αστική ευθύνη από την επαγγελματική του δραστηριότητα, για ζημίες ή απώλειες στα εμπορεύματα.

Στην αγωγή του ο παραγωγός αναφέρει ότι τα 528 γουναρικά σε κρεμάστρες ήταν δικά του και η αξία τους ήταν 700.000 ευρώ. Τα 146 από αυτά βρέθηκαν και του αποδόθηκαν, όμως ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Η αγωγή απορρίφθηκε από το Τριμελές Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, ωστόσο το αρμόδιο πολιτικό τμήμα του Αρείου Πάγου, στο οποίο προσέφυγε ο γουναράς της Καστοριάς, έκανε δεκτή την αίτηση αναίρεσης. Η υπόθεση εξετάστηκε πρόσφατα από νέα σύνθεση και η απόφαση εκκρεμεί. Το κρίσιμο είναι η συνδρομή ανωτέρας βίας στο πρόσωπο του οδηγού του φορτηγού. Ο Άρειος Πάγος λαμβάνει υπόψη μια σειρά από τεχνικά ζητήματα, που φαίνεται ότι έχουν σημασία.

Ο γουνοποιός στην Καστοριά λέει ότι θα έπρεπε να είχαν ληφθεί ειδικά μέτρα ασφάλειας για ένα τόσο πολύτιμο φορτίο – θα μπορούσε να υπάρχει δεύτερο ή και τρίτο άτομο στην καμπίνα του φορτηγού, να συνοδευόταν από εταιρεία σεκιούριτι ή ακόμη και από περιπολικά της Αστυνομίας, όπως είχε συμβεί παλαιότερα στη Διεθνή Έκθεση Γούνας στην Αθήνα. Το πρώτο δικαστήριο απέρριψε και τα τρία επιχειρήματα. Για τους επιπλέον οδηγούς στην καμπίνα, είπε ότι θα το γνώριζαν οι ληστές και θα είχαν φροντίσει να ήταν κι εκείνοι περισσότεροι. Εταιρεία σεκιούριτι δεν προβλεπόταν στο συμφωνητικό της μεταφοράς κι επίσης για την κινητοποίηση της Αστυνομίας απαιτείται ειδικό και αιτιολογημένο αίτημα από τον σύνδεσμο των γουνοποιών.

Το αρμόδιο πολιτικό τμήμα του Αρείου Πάγου, όμως, είχε διαφορετική γνώμη για την απόρριψη της αγωγής. Κρίνει ότι τα επιπλέον πρόσωπα στην καμπίνα του φορτηγού θα συνεκτιμούσαν καλύτερα την κατάσταση και θα είχαν περισσότερο χρόνο να ενημερώσουν για τον κίνδυνο, είτε τηλεφωνικά είτε με το πάτημα του κουμπιού SOS του GPS, εφόσον διέθετε τέτοιο η συσκευή στην καμπίνα – κάτι που δεν εξετάστηκε. Ο Άρειος Πάγος λέει, επίσης, ότι το Εφετείο στη Δυτική Μακεδονία δεν εξέτασε την επιπλέον τεχνική δυνατότητα να παρακολουθείται σε ζωντανό χρόνο, μέσω του GPS, η διαδρομή του φορτηγού μετά την αρπαγή του οδηγού και πριν μεταφερθεί από τους ληστές στο σημείο που ξεφορτώθηκε.

Τέλος, αναφορικά με το επιχείρημα του πρώτου δικαστηρίου ότι σε κάθε περίπτωση ο φορητός πομπών των ληστών θα είχε «τυφλώσει» το GPS, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο στην απόφασή του να εκδικαστεί εκ νέου η αγωγή, αναφέρει ότι δεν ερευνήθηκε αν ήταν τεχνικά εφικτή η εγκατάσταση GPS, εκτός από την καμπίνα, και στην αποσπώμενη ρυμουλκούμενη καρότσα – το επιχείρημα του οδηγού είναι ότι χρειαζόταν δεύτερη μπαταρία. Ο Άρειος Πάγος κρίνει ότι η δεύτερη συσκευή GPS θα είχε ως αποτέλεσμα να εντοπιστεί άμεσα η καρότσα και ενδεχομένως να αποτραπεί η αφαίρεση του πολύτιμου εμπορεύματος.

Η συνέχεια της κινηματογραφικής ληστείας των γουναρικών, περίπου δέκα χρόνια μετά το μπλόκο στα Οινόφυτα, αναμένεται πλέον με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου της Δυτικής Μακεδονίας.