Παρ’ όλο που η Άνοιξη και οι ηλιόλουστες ημέρες της έκαναν την εμφάνιση τους, ο φετινός χειμώνας χαρακτηρίστηκε από την «άνευ προηγουμένου» έξαρση των εποχιακών ιώσεων. Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουμε εμπεριστατωμένα πλέον, πως οι Έλληνες, εμφανίζουν σε πολύ υψηλό ποσοστό έλλειψη βιταμίνης D, η οποία διαδραματίζει πολλαπλούς ρόλους στην προάσπιση της υγείας και της καλής λειτουργίας του οργανισμού μας. Η βιταμίνη D συντίθεται στον οργανισμό κατά βάση με την έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, ενώ μόνο ένα μικρό ποσοστό της βιταμίνης προσλαμβάνεται μέσω της τροφής. Για το λόγο αυτό ονομάζεται και «βιταμίνη του ήλιου».
Και ενώ ο έλεγχος των επιπέδων βιταμίνης D στον οργανισμό μας είναι απαραίτητος (αφού είμαστε «πλάσματα» του ήλιου), εντούτοις λίγοι γνωρίζουν πόσο πραγματικά σημαντική είναι η βιταμίνη αυτή.
Άμεση δράση της βιταμίνης D στο ανοσοποιητικό σύστημα, ειδικά τούτη την εποχή:
Δεν είναι τυχαίο ότι οι «προκλήσεις» του ανοσοποιητικού (όπως η γρίπη), ενδημούν πιο έντονα τους χειμερινούς μήνες, όταν, μαζί με άλλους παράγοντες, το ηλιακό φως δεν είναι αρκετό. Μια ανεπάρκεια της βιταμίνης D μπορεί, με άλλα λόγια, να εμποδίσει την ικανότητα του σώματος να διατηρεί την υγεία και την ανοσοποίησή του. Τελευταίες έρευνες μάλιστα, δείχνουν την τεράστια σημασία της βιταμίνης D για την προστασία μας, από πλήθος προβλημάτων υγείας. Ειδικότερα λοιπόν, η βιταμίνη D:
-Παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός ευρέος φάσματος ανοσοποιητικών διεργασιών, όπως η ενεργοποίηση και ο πολλαπλασιασμός των λεμφοκυττάρων αλλά και η εξειδίκευση τους ανά ιστό-στόχο, η διαφοροποίηση των Τ-βοηθητικών κυττάρων, η παραγωγή ειδικών αντισωμάτων και ισομερών τους και η ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης.
-Παίζει μείζονα ρόλο στην ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων, προστατεύοντας από λοιμώξεις αλλά και βοηθώντας στη σωστή λειτουργία των κυττάρων, αφού ο υποδοχέας της βιταμίνης D εμφανίζεται και εκφράζεται σε ανοσοκύτταρα (Β κύτταρα, Τ κύτταρα, μακροφάγα και άλλα), τα οποία είναι τελικά ικανά να συνθέσουν τον ενεργό μεταβολίτη βιταμίνης D. Έτσι, η βιταμίνη D έχει την ικανότητα να ενεργεί με αυτοκρινή τρόπο σε τοπική ανοσολογική αντίδραση και, ως εκ τούτου, να ρυθμίσει και τις έμφυτες αλλά και τις προσαρμοστικές ανοσολογικές αντιδράσεις. Τι εννοούμε με αυτό; Ότι η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για τη λειτουργία και των δύο βασικών μερών του ανοσοποιητικού συστήματος, της προσαρμοστικής και της έμφυτης (ή φυσικής ανοσίας). Η προσαρμοστική είναι το τμήμα του ανοσοποιητικού με «μνήμη» –αν για παράδειγμα περάσατε ιλαρά σε νεαρή ηλικία- εξασφαλίζει ότι δεν θα ξαναεμφανίσετε ιλαρά. Η έμφυτη ανοσία είναι το μέρος του ανοσοποιητικού όπου σχετίζεται με σημεία π.χ. όπως η μύτη, προκειμένου να σας προστατεύει από τις καθημερινές λοιμώξεις. Και οι δύο είναι απαραίτητες και χρειάζονται επαρκή επίπεδα βιταμίνης D για να λειτουργήσουν.
Αντιθέτως, η έλλειψη της βιταμίνης D σχετίζεται με αυξημένη αυτό-ανοσία (εμφάνιση δηλαδή αυτοάνοσων νοσημάτων), αλλά και αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις, λόγω ελλιπούς λειτουργίας των παραπάνω. Δεδομένου λοιπόν ότι τα ανοσοποιητικά κύτταρα στα αυτοάνοσα νοσήματα ανταποκρίνονται στις βελτιωτικές επιδράσεις της βιταμίνης D, η χορήγηση συμπληρώματος βιταμίνης D σε άτομα με έλλειψη της και που παρουσιάζουν αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ. θυρεοειδίτιδα) μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα, όπως και στα άτομα που είναι πιο ευαίσθητα στις λοιμώξεις. Και αυτό γιατί μεταξύ άλλων, η βιταμίνη D ενισχύει την ανοσία έναντι των παθογόνων οργανισμών ενώ ταυτόχρονα έχει και ανοσοκατασταλτικά αποτελέσματα, εμποδίζοντας τις επιβλαβείς επιδράσεις των παρατεταμένων φλεγμονωδών αποκρίσεων στο ξενιστή. Η βιταμίνη D δηλαδή όχι μόνο βοηθάει να μην «κολλήσουμε» ένα μικρόβιο, αλλά και να μετριαστούν τα συμπτώματα από αυτό και τελικά να επιταχυνθεί η ίαση.
Άλλωστε -και σε σχέση με το παραπάνω-, σε μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη σε παιδιά σχολικής ηλικίας, φάνηκε ότι η χορήγηση συμπληρώματος βιταμίνης D προστάτευσε τα παιδιά, αφού μείωσε σχεδόν στη μέση τον κίνδυνο μόλυνσης από τη γρίπη Α. Επιπρόσθετα, μειώθηκαν και τα ποσοστά εμφάνισης οξείων επεισοδίων άσθματος. Οι ερευνητές ανέφεραν πως τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα κατέχουν σημαντικό ρόλο στην προστασία του αναπνευστικού συστήματος, καθώς τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα, σχετίζονται με αυξημένες αναπνευστικές λοιμώξεις.
Τέλος, εργαστηριακές μελέτες (in vitro) έχουν δείξει ότι η βιταμίνη D εκτός από την ρύθμιση των έμφυτων κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος είναι απαραίτητη για μια πιο ισορροπημένη ανοσολογική κατάσταση, εν γένει.
Ποια είναι όμως τα επιθυμητά επίπεδα της 25 OHD, του διαγνωστικού δείκτη που προσδιορίζει αν εμφανίζουμε ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D;
Από το 2011 η Αμερικανική Ενδοκρινολογική Εταιρεία έχει καθορίσει ως ανεπάρκεια σε βιταμίνη D, επίπεδα της 25OHD στα 21-29 ng/ml και ως έλλειψη, αντιστοίχως επίπεδα της 25OHD κάτω από τα 20 ng/ml. Παράλληλα, το τμήμα συμπληρωμάτων διατροφής των Διεθνών Ινστιτούτων Υγείας των Η.Π.Α. καθορίζει ως έλλειψη βιταμίνης D επίπεδα της 25OHD κάτω από τα 12 ng/ml και ως ανεπάρκεια, αντιστοίχως επίπεδα 12 – 20 ng/ml. Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τις Κλινικές και Οικονομικές Επιπτώσεις της Οστεοπόρωσης, της Οστεοαρθρίτιδας και των Μυοσκελετικών Νόσων (ESCEO) θεωρεί τα 20 ng/ml ως την ελάχιστη ενδεικνυόμενη τιμή της 25OHD για το γενικό πληθυσμό και για ασθενείς με οστεοπόρωση, προκειμένου να θωρακιστεί η σκελετική τους υγεία. Ο ίδιος φορέας επισημαίνει πως στα άτομα της 3ης ηλικίας με υψηλό ρίσκο για κατάγματα, οι ελάχιστες επιθυμητές τιμές της 25OHD είναι στα 30 ng/ml.
Στο αντίποδα αυτών των αναφορών και στηριζόμενοι σε μια σειρά επιδημιολογικών μελετών, 48 ιδιαίτερα αξιόλογοι ερευνητές της βιταμίνης D από όλον τον κόσμο, οι οποίο συνιστούν και την επιστημονική επιτροπή του δικτύου grassrootshealth, επιμένουν πως τιμές της 25OHD κοντά στα 20 ng/ml μπορεί να «προστατεύσουν» μόνο από το ενδεχόμενο εμφάνισης ραχίτιδας και πως οι ενδεικνυόμενες τιμές της 25OHD που σχετίζονται με τη μέγιστη σκελετική αλλά και κυρίως εξωσκελετική υγεία, είναι αυτές που κυμαίνονται από 40–60 ng/ml.
Δημήτρης Πέτσιος Msc
Κλινικός Διαιτολόγος, Αθλητικός Διατροφολογος
&
Κωνσταντίνος Ξένος
Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος