Πέθανε η Ναταλία Μελά, η σπουδαία και διακεκριμένη Ελληνίδα γλύπτρια και εγγονή του Παύλου Μελά.
Η Ναταλία Μελά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923. Ο πατέρας της, Μιχαήλ, αξιωματικός του πυροβολικού, ήταν γιος του Παύλου Μελά και της Ναταλίας Δραγούμη, με καταγωγή από την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Η μητέρα της, Αλεξάνδρα Πεσμαζόγλου, ήταν κόρη του τραπεζίτη Ιωάννη Πεσμαζόγλου.
Το 1942 έδωσε εξετάσεις στο Εργαστήριο Γλυπτικής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών (Α.Σ.Κ.Τ.) και εκεί παρακολούθησε μαθήματα στα Εργαστήρια του Δημητριάδη και αργότερα του Τόμπρου. Παράλληλα πήγαινε και στο Εργαστήριο του Απάρτη. Την ίδια εποχή εγκαταστάθηκε στο δικό της εργαστήριο στην οδό Μουρούζη 5, στο οποίο εργάζεται μέχρι και σήμερα.
Το 1946 πήρε το Α’ βραβείο γυμνού και αποφοίτησε από την Α.Σ.Κ.Τ. Το 1951 παντρεύτηκε με τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά.
Τα έργα της έχουν εκτεθεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Την άνοιξη του 2008 το Μουσείο Μπενάκη έκανε μεγάλη αναδρομική έκθεση για το έργο της.
Τον Μάρτιο του 2011 η Ακαδημία Αθηνών την βράβευσε με το Αριστείον Καλών Τεχνών για την προσφορά της στην ελληνική γλυπτική μέσα από το «πρωτοποριακό και εκφραστικό της έργο».
Αποσπάσματα από συνεντεύξεις της:
– Η οικογενειακή σας ιστορία ήταν βάρος ή κίνητρο για να δημιουργήσετε; «Τα βλέπω πιο σεμνά τα πράγματα. Με επηρέασε πάρα πολύ βεβαίως το ηρωικό μέρος της οικογένειας, δηλαδή ο παππούς μου ο Παύλος Μελάς είναι ένα πρόσωπο πραγματικά ηρωικό… Και η ομορφιά του. Ο Αρης Κωνσταντινίδης ήταν κι αυτός μελαχρινός, ωραίος. Μου αρέσει η ομορφιά, όχι μόνο στη μορφή, αλλά και στην ψυχική διάθεση, στη φύση. Με απωθεί η ασχήμια και δυστυχώς ζούμε στην εποχή της λατρείας της ασχήμιας».
– Ο Παύλος Μελάς ήταν ένας ζωντανός μύθος για την οικογένεια; «Ποτέ δεν μιλούσαμε γι’ αυτόν, οι γονείς μου το απέφευγαν, το ίδιο έκανα κι εγώ με τα παιδιά μου. Ηταν κάτι το άπιαστο, έπρεπε να μείνει μύθος. Μου έλεγαν ότι έτυχες να γεννηθείς μια Μελά, δεν είσαι ο Μελάς. Αυτό που έμαθα είναι ότι οφείλουμε πάνω από όλα να είναι τα καθήκοντά μας, όχι τα δικαιώματά μας».
– Τι σκέφτεστε σήμερα βλέποντας όλα αυτά που γίνονται με την ονομασία των Σκοπίων; «Μην αγριέψω… αίσχος. Ο λαός καταλαβαίνει, όμως θα όφειλε το επάνω στρώμα να έχει περισσότερη συνείδηση. Ο Γιάννης Τσαρούχης μου έλεγε ότι υπάρχουν δύο ρυθμοί στην Ελλάδα, ο αγγλομενιδιάτικος και ο τουρκοβαγκνερικός. Μια μέρα του είπα: δεν νομίζεις ότι πρέπει να προσθέσουμε κι έναν άλλον ρυθμό, τον πουτανομιλιονέρ;
Δηλαδή, παλιά ήταν οι βασιλικοί κι έπειτα ήρθαν εξ ανατολών οι βενιζελικοί που μας έφεραν μια χλιδή, είχαν όμως και μια λεβεντιά, ήταν πατριώτες. Μετά όμως έφτασε το σημερινό κακό, να βγάζουν λεφτά από το ποδόσφαιρο. Οι πουτανομιλιονέρ μας άγουν και μας φέρουν. Τους συμφέρουν τα λεφτά που παίρνουν από τα Σκόπια, από το Κοσσυφοπέδιο. Δεν τολμάμε να μιλήσουμε και δεν ξέρουμε πια τι να κάνουμε».
– Ηρωες υπάρχουν σήμερα; «Κοιτάξτε όλα αυτά τα παιδιά που διαδηλώνουν εκεί έξω. Αυτοί είναι για μένα ήρωες».
– Τι σας έλεγε ο Άρης Κωνσταντινίδης για τα κτίρια της Αθήνας; «Πολλές φορές όταν γύριζε σπίτι από περίπατο το μεσημέρι δεν ήθελε να φάει γιατί είχε δει κάτι άσχημο που του χαλούσε τη διάθεση, ή κάτι το πομπώδες, το ψεύτικο. Αυτά τον ενοχλούσαν πολύ».
– Πώς νιώθετε όταν βλέπετε σήμερα να γκρεμίζουν τα «Ξενία» του; «Δεν υπάρχει σεβασμός γιατί δεν υπάρχει μέτρο. Ο Κωνσταντινίδης είχε αίσθηση του μέτρου, επειδή ήταν βαθύτατα Ελληνας. Για μένα ο Αρης ήταν ήρωας. Γι’ αυτά που έκανε. Γι’ αυτό τον ερωτεύτηκα».
– Πώς εξηγείτε ότι το έργο του, όπως και το δικό σας, είναι τόσο τοπικό και τόσο διεθνές ταυτόχρονα; «Κάθε είδους τέχνη άμα είναι δυνατή διαπερνά τα σύνορα με αδιόρατους τρόπους. Η συνείδηση ότι είσαι άνθρωπος δεν έχει πατρίδα, αλλά κάθε καλλιτέχνης έχει πατρίδα. Αν κοιτάξεις τα φυτά, αν μυρίσεις τη ρετσίνα από το δέντρο, αν δεις τα φύλλα της δάφνης κι από την άλλη δυστυχώς της πικροδάφνης, καταλαβαίνεις από τι είσαι φτιαγμένος».
– Mε ποιο γλυπτό σας είστε περισσότερο ερωτευμένη; «Με τον Διγενή Ακρίτα, που εγώ τον λέω «Ευγενή Ακρίτα». Ίσως με επηρεάζει στα συναισθήματά μου αυτά και η ατμόσφαιρα των ημερών, με τα εθνικά μας θέματα».
lifo.gr