Η διατροφή των πληθυσμών των χωρών της Μεσογείου αποτελεί την ασφαλέστερη μέθοδο για την επίτευξη των σκοπών της διαιτολογικής επιστήμης και πρακτικής, για τη διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων, για την περιβαλλοντική προστασία και θεωρείται το βέλτιστο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης στον τομέα της παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων
Η διατροφή είναι ένα από τα στοιχεία που συνθέτουν τον πολιτισμό κάθε ιστορικής περιόδου συγκεκριμένων γεωγραφικών περιοχών, άμεσα συνδεδεμένο με τον κυρίαρχο τρόπο ζωής.
Η κρατούσα, ανά ιστορική εποχή διατροφική κουλτούρα καθορίζεται από την αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων και συνιστά ένα βασικό στοιχείο της συλλογικής τους ταυτότητας και της συνοχής τους, με αναφορά στην κοινή καταγωγή τους, την κοινή συνύπαρξή τους, εντός συγκεκριμένων κοινωνιών, εντός ορισμένων, αλλά και ευρύτερων, γεωγραφικών ορίων με συγγενές ανάγλυφο και κλίμα. Η διατροφή συνιστά ταυτόχρονα έναν μηχανισμό προώθησης και άμυνας για τη γεωργία, την αειφόρο αγροτική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος.
Βιώσιμη ανάπτυξη μέσα από την αλυσίδα τροφίμων
Η διατροφή των πληθυσμών των χωρών της Μεσογείου, ως ένα μοντέλο διαβίωσης και διατροφικών πρακτικών, μετράει 50 χρόνια συνεχόμενων επιστημονικών ερευνών και επιδημιολογικών –κλινικών μελετών, με συμπεράσματα και αποτελέσματα που επιβεβαιώνονται και ενισχύονται συνεχώς χωρίς καμία διάψευση. Tο περιεχόμενό της αποτελεί την ασφαλέστερη μέθοδο για την επίτευξη των σκοπών της διαιτολογικής επιστήμης και πρακτικής, για τη διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων, για την περιβαλλοντική προστασία και θεωρείται το βέλτιστο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης στον τομέα της παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων.
Επιπλέον, η παραγωγή των τροφίμων σχετίζεται και με την κλιματική αλλαγή.
Ας σκεφτούμε τις τεράστιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου (GHG), όπως διοξείδιο του άνθρακα (CO2), μεθάνιο (CH4) και οξείδιο του αζώτου (N2O), που παράγονται κατά τις διαδικασίες επεξεργασίας και μεταποίησης των περισσοτέρων τροφίμων και είναι υπεύθυνα για την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Τα τελικά προς κατανάλωση τρόφιμα διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους ως προς το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, το οποίο μετράται, μεταξύ πολλών άλλων, και από τους δείκτες κατανάλωσης ενέργειας, χρήσης γης και κατανάλωσης νερού. Για παράδειγμα τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης είναι ασύγκριτα πιο ενεργοβόρα σε σύγκριση με τα φυτικά τρόφιμα και αυτό επιβαρύνει αντίστοιχα το περιβάλλον.
Οι μεγαλύτερες περιβαλλοντικές αρνητικές επιπτώσεις δημιουργούνται κατά το πρωτογενές παραγωγικό στάδιο και κατά το ακόλουθο στάδιο συντήρησης και μορφοποίησης πολλών τροφίμων. Σε κατανάλωση ενέργειας, οι διαφορές είναι σημαντικές μεταξύ της παραγωγής προϊόντων θερμοκηπίου και της παραγωγής υπαίθριων καλλιεργειών, αλλά και μεταξύ της παραγωγής κονσερβοποιημένων ή κατεψυγμένων προϊόντων σε σύγκριση με την παραγωγή νωπών προϊόντων.
Επίσης άλλα μέρη του συστήματος τροφίμων συμβάλλουν στην εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα (CO2) μέσα από τη χρήση ορυκτών καυσίμων κατά την επεξεργασία και προετοιμασία του φαγητού (μεταφορά, λιανική πώληση, αποθήκευση).
Επομένως, τα διατροφικά πρότυπα συμβάλλουν τόσο στην κατανάλωση πόρων και τον επακόλουθο αντίκτυπό τους στο περιβάλλον,όσο και στον αντίκτυπο που έχουν στην υγεία ενός πληθυσμού.
Ως εκ τούτου, η Μεσογειακή διατροφή που στηρίζεται στη χαμηλή κατανάλωση κορεσμένου ζωικού λίπους, μηδενική μεταποίηση επεξεργασμένου κρέατος και αυξημένη κατανάλωση φυτικών τροφών είναι ένα εξαιρετικά και ασύγκριτα υγιεινό, προσιτό και περιβαλλοντικά βιώσιμο μοντέλο διατροφής, καθώς και μια αρχαία πολιτιστική κληρονομιά που αποδίδει ταυτότητα στον τόπο της απευθείας από την καρδιά της γης!
Η Μεσογειακή διατροφή απειλείται
Δυστυχώς η κρίση έφερε στο προσκήνιο τα αρνητικά της διατροφικής μας κουλτούρας . Αυτή η κουλτούρα του γρήγορου τρόπου ζωής, του fast food, του γρήγορου και επεξεργασμένου φαγητού και των αναψυκτικών, των σνακ πλούσιων σε ζάχαρη και κενές θερμίδες, διαμόρφωσε πλέον μια αρνητική πραγματικότητα για την υγεία του γενικού πληθυσμού και ιδίως για τα νέα παιδιά. Δυστυχώς σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι ατομικά και συλλογικά (οικογένειες, εργαζόμενοι, νέοι, λοιπές ομάδες ανθρώπων) τρέφονται καθημερινά με έναν τέτοιο τρόπο. Αυτό εκφράζει ένα χαμηλό «Διατροφικό Πολιτισμό» και ταυτόχρονα μια κακής ποιότητας ανατροφοδοτούμενη «διαφήμιση» και διάδοση ενός διατροφικού μοντέλου που υποσκάπτει την υγεία μας. Επιβάλλονται πρότυπα, παραγόμενα και από τον διαφημιστικό καταιγισμό, για την επιλογή γεύσεων με κατασκευασμένες χημικές ουσίες και χημικές συνθέσεις που δεν είναι καν τροφή! Δεν είναι αυτό που μας αξίζει γιατί αντιστρατεύεται το συμφέρον της δημόσιας υγείας, την οποία ως ατομική, συλλογική, κοινωνική και οικονομική αξία δεν έχουμε προωθήσει ως πολιτεία και δεν έχουμε αναπτύξει ως κοινωνία!
Άννα Παπαγεωργίου, PhD, Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Διδάκτωρ ΙατρικήςΣχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού.