Στις 7 Σεπτεμβρίου, το Εθνικό Μουσείο της Βραζιλίας είχε σχεδιάσει να τιμήσει την Ημέρα Ανεξαρτησίας της χώρας από την Πορτογαλία ( το 1822) με μια ομιλία του αρχιτέκτονα, ιστορικού και συγγραφέα Πάουλο Ρεζούτσι για τη Λεοπολδίνα, την πρώτη αυτοκράτειρα της Βραζιλίας, σύζυγο του Πέδρο Α’, η οποία σχεδίασε την ανεξαρτησία, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του μουσείου, που προς το παρόν δεν ανανεώνεται.
Η ομιλία μάλλον δεν θα πραγματοποιηθεί, και πάντως οπωσδήποτε όχι στο Εθνικό Μουσείο το οποίο, κατά τραγική ειρωνεία, φέτος που γιόρταζε τα 200 χρόνια από την ίδρυσή του, υπέστη μια ανυπολόγιστης ζημιάς καταστροφή καθώς εκατομμύρια εκθέματα τυλίχτηκαν στις φλόγες. Μάλιστα, ανάμεσα στα εκθέματα που φαίνεται ότι χάθηκαν είναι και η «Λουτσία», ο σκελετός μιας γυναίκας 12.000 ετών που βρέθηκε στη Βραζιλία το 1975 και είναι το αρχαιότερο λείψανο ανθρώπου στην αμερικανική ήπειρο.
Το Εθνικό Μουσείο είναι το παλαιότερο επιστημονικό ίδρυμα της Βραζιλίας και ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία φυσικής ιστορίας και ανθρωπολογίας στην Αμερική. Είχε εγκατασταθεί στο παλάτι του Αγίου Χριστόφορου μέσα στο πάρκο Κουίντα ντα Μπόα Βίστα του Ρίο ντε Ζανέιρο, το οποίο, πριν δοθεί στο μουσείο το 1892, υπήρξε κατοικία της βασιλικής οικογένειας της Πορτογαλίας (1808 – 1821), φιλοξένησε την αυτοκρατορική οικογένεια της Βραζιλίας (1822 – 1889) και τη συνταγματική συνέλευση των Ρεπουμπλικανών (1889 – 1891). Μάλιστα το κτίριο έχει καταχωρηθεί ως βραζιλιάνικη εθνική κληρονομιά από το 1938.
Η συλλογή του Εθνικού Μουσείου (UFRJ) δημιουργήθηκε από δωρεές, εξαγορές, ανταλλαγές και ανασκαφές σε ένα διάστημα μεγαλύτερο των διακοσίων χρόνων και περιλάμβανε περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντικείμενα από διάφορα μέρη του πλανήτη καλύπτοντας τους τομείς, Ζωολογία, Αρχαιολογία, Βοτανολογία, Εθνολογία, Γεωλογία, Παλαιοντολογία και Βιολογική Ανθρωπολογία. Από την ίδρυσή του το 1818 από τον βασιλιά Ιωάννη ΣΤ’, ήταν επίσης ερευνητικό κέντρο, ιδιαίτερα σημαντικό από το 1946, οπότε ενσωματώθηκε στο Πανεπιστήμιο του Ρίο ντε ΤΖανέιρο.
Τα εκθέματα, που, καταστράφηκαν αποτελούσαν την ερευνητική βάση των ακαδημαϊκών τμημάτων του μουσείου, τα οποία εκτός από το πεδίο της εκπαίδευσης, είναι υπεύθυνα για επιστημονικές δράσεις στη Βραζιλία και σε διάφορα μέρη του κόσμου, μεταξύ άλλων και στην Ανταρκτική. Το μουσείο διέθετε επίσης μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές βιβλιοθήκες της Βραζιλίας, με περισσότερους από 470.000 τόμους και 2.400 σπάνια έργα και μια από τις καλύτερες συλλογές βραζιλιάνικης λογοτεχνίας και έργων τέχνης στον κόσμο.
Η φωτιά ξεκίνησε από αδιευκρίνιστη αιτία μετά το κλείσιμο του Εθνικού Μουσείου την Κυριακή το βράδυ, 2 Σεπτεμβρίου, και εμαίνετο όλη τη νύχτα. Ο Μέρσιο Γκόμες, ανθρωπολόγος και πρώην πρόεδρος του «Fundação Nacional do Índio» (FUNAI), με ανάρτησή του στο Facebook,γράφει ο Guardian, συνέκρινε την απώλειά του με την καταστροφή της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας το 48 π.Χ. «Εμείς οι Βραζιλιάνοι έχουμε μόνο 500 χρόνια ιστορίας. Το Εθνικό μας Μουσείο ήταν 200 ετών, αλλά αυτό που είχαμε χάθηκε για πάντα. Πρέπει να το ξαναφτιάξουμε», είπε ακόμη.
Η οικονομική κρίση που πλήττει τη χώρα και οι περικοπές κονδυλίων των τελευταίων χρόνων είχαν οδηγήσει προ πολλού το μουσείο σε μαρασμό. Ο αντιπρόεδρος του ιδρύματος Λουίζ Ντουάρτε κατηγόρησε ευθέως τις κυβερνήσεις της Βραζιλίας για την παρακμή και τελικά την ολοκληρωτική καταστροφή του μουσείου, όπως είπε μάλιστα, στην τελετή για τα 200 χρόνια που έγινε τον Ιούνιο δεν εμφανίστηκε ούτε ένας υπουργός.
«Για πολλά χρόνια δίναμε αγώνες με τις διάφορες κυβερνήσεις για να έχουμε πόρους και να διατηρήσουμε αυτό που έχει καταστραφεί τώρα», είπε, δηλώνοντας ότι διακατέχεται «από απόλυτη απογοήτευση και τεράστιο θυμό». Ο Ντουάρτε δήλωσε επίσης ότι τον Ιούνιο το μουσείο έκλεισε συμφωνία με την BNDES (κρατική τράπεζα ανάπτυξης της Βραζιλίας) για μια επένδυση ύψους 5,35 εκατ. δολαρίων με σκοπό την αποκατάσταση του ιστορικού κτιρίου και την ασφάλειά του που περιλάμβανε και ένα νέο σύστημα πρόληψης πυρκαγιάς: «Αυτή είναι η πιο τρομερή ειρωνεία», είπε.
Αν και ακόμα δεν είναι σαφές πόσα και ποια από τα εκθέματα κάηκαν, πιστεύεται ότι το μεγαλύτερο μέρος τους έχει χαθεί. Ανάμεσα στα πολύτιμα εκθέματα, που υπάρχουν φόβοι ότι καταστράφηκαν από την πυρκαγιά, είναι μια ρωμαϊκή τοιχογραφία από την Πομπηία που επέζησε της πυρκαγιάς του Βεζούβιου, αιγυπτιακές μούμιες και ελληνορωμαϊκά έργα τέχνης, απολιθώματα, δεινοσαύροι, ένας μετεωρίτης που βρέθηκε το 1784, και η «Λουτσία», το παλαιότερο ανθρώπινο απολίθωμα της Αμερικής που βρέθηκε στη Βραζιλία.
Ειδικά, η αρχαιολογική συλλογή του μουσείου περιλαμβάνει περισσότερα από 100.000 αντικείμενα διαφόρων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στην Αμερική, την Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή από την Παλαιολιθική Εποχή μέχρι τον 19ο αιώνα. Ανάμεσά τους υπήρχαν περισσότερα από 700 αρχαία αιγυπτιακά ευρήματα. Η αιγυπτιακή συλλογή ανήκε στον ιταλό εξερευνητή Τζιοβάνι Μπατίστα Μπελτζόνι ο οποίος είχε κάνει ανασκαφή στη Νεκρόπολη των Θηβών (σύγχρονο Λούξορ) και στον ναό του Καρνάκ και προοριζόταν για την Αργεντινή αλλά την αγόρασε (το 1826) ο αυτοκράτορας Πέδρο Α’ και τη δώρισε στο Εθνικό Μουσείο.
Το Μουσείο διέθετε επίσης τη μεγαλύτερη συλλογή αρχαιοελληνικών, ρωμαϊκών, ετρουσκικών και ιταλιωτικών αντικειμένων στη λατινική Αμερική. Η συλλογή ανήκε στην αυτοκράτειρα Τερέζα Κριστίνα, που την έφερε μαζί της όταν έφτασε στο Ρίο ντε Ζανέιρο το 1843 για να παντρευτεί τον αυτοκράτορα Πέδρο Β’.
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Μισέλ Τέμερ χαρακτήρισε τις απώλειες «ανυπολόγιστες». Με ανάρτησή της στο Twitter, εξάλλου, η ιστορικός Ανα Λουσία Αραούζο υπογράμμισε τη σημασία του Εθνικού Μουσείου λέγοντας ότι ήταν «το ισοδύναμο του Βρετανικού Μουσείου στη Βραζιλία», ενώ επισήμανε ακόμη ότι το μουσείο στη Βραζιλία στέγαζε 20 εκατ. αντικείμενα έναντι των 8 εκατ. εκθεμάτων Του Βρετανικού Μουσείου. Η Αραούζο κατηγόρησε επίσης την κυβέρνηση της Βραζιλίας για τις περικοπές του προϋπολογισμού για τις τέχνες, μεταξύ άλλων και των κονδυλίων για τη συντήρηση του μουσείου.