Τι κοινό είχαν οι αρχαίες Ελληνίδες με τη βασίλισσα Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας; Ποιο ήταν το μυστικό ομορφιάς που μοιράζονταν οι γυναίκες σε χρονικό ορίζοντα χιλιετιών; Ήταν η κατάλευκη επιδερμίδα που εξασφάλιζαν με μία πούδρα από λευκό μόλυβδο. Αυτό το υλικό χρησιμοποιούσε η Ελισάβετ Α’ (1533-1603) για να έχει το ωχρό «φον ντε τεν» που βλέπουμε στα πορτρέτα της. Ανάλογη εικόνα θα πρέπει να παρουσίαζαν οι Ελληνίδες, που άπλωναν στο πρόσωπό τους ένα στρώμα κερουσίτη (λευκός μόλυβδος – ανθρακικό άλας μολύβδου). Ήταν το δημοφιλές «ψιμμύθιον» για να επιτευχθεί το ιδανικό κατάλευκο δέρμα, όπως εκείνο που διατηρούσαν οι γυναίκες της ανώτερης κοινωνικής τάξης στους κλασικούς χρόνους καθώς ζούσαν κλεισμένες στον γυναικωνίτη, προστατευμένες από τις ακτίνες του ήλιου.
Λευκός μόλυβδος και σκόνη κιμωλίας
Φαίνεται πως το μακιγιάζ είναι μια υπόθεση που κρατά από τα βάθη των αιώνων, όπως άλλωστε και η επιδίωξη της ομορφιάς. Ο μόλυβδος κατείχε περίοπτη θέση ανάμεσα στα υλικά που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίες Ελληνίδες για να παρασκευάσουν καλλυντικά, μόνες τους ή με τη βοήθεια ειδικών, επειδή ήταν εύκολη η κονιορτοποίηση των χρηστικών ουσιών του. Άλλα υλικά που χρησιμοποιούσαν για τα καλλυντικά τους ήταν διάφορα αρωματικά φυτά και βότανα, ρίζες, ξύλο, άνθη, φρούτα, σπόροι και ρετσίνι, αναμεμειγμένα με άλλα υλικά (χρωστικές ουσίες από ορυκτά κ.ά.), πολλά από τα οποία εισάγονταν από το εξωτερικό.
Η επιδίωξη της ωχρής επιδερμίδας συνεχίστηκε και στους ρωμαϊκούς χρόνους, όπως σημειώνει η αρχαιολόγος Έφη Οικονόμου στον επιστημονικό κατάλογο «Οι αμέτρητες όψεις του Ωραίου», ο οποίος συνοδεύει την ομότιτλη έκθεση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το επιθυμητό αποτέλεσμα αποκτιόταν τότε «με τη χρήση της μηλίνης, πηλού από τη Μηλία γη αναμεμειγμένου με ανθρακικό ασβέστιο». Άλλο καλλυντικό στο οπλοστάσιο της γυναικείας ομορφιάς ήταν η σκόνη κιμωλίας, «υλικό που χρησίμευε ως γυαλιστικό ή καθαριστικό και είχε την επιπρόσθετη ιδιότητα του λευκαντικού του προσώπου». Το τελευταίο ήταν επίσης ασφαλέστερο από τον τοξικό, λευκό μόλυβδο.
Γάλα γαϊδούρας και κροκοδειλέα
Ο Ρωμαίος ποιητής Οβίδιος (43 π.Χ – 17 μ.Χ.), στο έργο του «Medicamina Faciei Feminae» (Γιατροσόφια για γυναικεία πρόσωπα), δίνει συμβουλές για την ομορφιά του γυναικείου προσώπου, διαφημίζοντας «τις συνταγές του για κρέμες προσώπου που έκαναν το δέρμα χλωμό και διάφανο. Οι κυρίες της ανώτερης τάξης αναφέρεται ότι λούζονταν σε γάλα γαϊδούρας», συνεχίζει η κ. Οικονόμου, «καθώς θεωρούσαν ότι αυτό συνέβαλλε στη λευκότητα της επιδερμίδας. Κάποιες γυναίκες δεν δίσταζαν να κάνουν χρήση της κροκοδειλέας (Crocodilea), των περιττωμάτων του κροκόδειλου. Ματαιοδοξία που επέσυρε την μήνι και τις καταγγελίες του κυρίαρχου ανδρικού πληθυσμού».
“Ένα στρώμα κερουσίτη (λευκός μόλυβδος) άπλωναν οι αρχαίες Ελληνίδες στο πρόσωπό τους για να έχουν κατάλευκη επιδερμίδα, ενώ ορυκτή χρωστική ουσία ήταν και η μίλτος, με την οποία πετύχαιναν ροδαλά μάγουλα
Ροδαλά μάγουλα και τοξωτά φρύδια
Εάν η επιδερμίδα έπρεπε να είναι αλαβάστρινη, τα μάγουλα έπρεπε να είναι ροδαλά, αποπνέοντας εικόνα καλής υγείας. Για ένα τέτοιο αποτέλεσμα, οι αρχαίες Ελληνίδες αλλά και οι Ρωμαίες χρησιμοποιούσαν τη μίλτο, ορυκτή χρωστική ουσία «σε τρεις αποχρώσεις, από το έντονο έως το απαλό κόκκινο, που προερχόταν κατά κανόνα από τρεις περιοχές, τη Σινώπη, τη Λήμνο και την Κέα». Άλλα υλικά ήταν η ρίζα της άγχουσας, τα ροδοπέταλα και τα πέταλα παπαρούνας, ενώ ερυθρό χρώμα εξασφάλιζε και η κιννάβαρη, κόκκινη χωριστή ουσία από ορυκτό του υδραργύρου.
Το μυστικό της αποπλάνησης, όπως λέει η κ. Οικονόμου, κρυβόταν στα μάτια. Χρησιμοποιώντας σταγόνες από τους καρπούς της ευθαλείας (μπελαντόνα), με τις οποίες διαστέλλονταν οι κόρες των ματιών, οι γυναίκες αποκτούσαν βλέμμα πιο ελκυστικό και σαγηνευτικό. Τα μάτια τονίζονταν με ένα έντονο περίγραμμα που τα μεγάλωνε και τα τόνιζε, για το οποίο χρησιμοποιούνταν «βαφή που είχε ως βάση τον γαληνίτη (θειούχο μόλυβδο) ή μείγμα σκόνης αντιμονίτη και λίπους».
“Σε γάλα γαϊδούρας λούζονταν οι κυρίες την ανώτερης τάξης στους ρωμαϊκούς χρόνους, πιστεύοντας ότι αυτό συνέβαλλε στην λευκότητα της επιδερμίδας, ενώ κάποιες δεν δίσταζαν να κάνουν χρήση της κροκοδειλέας, δηλαδή των περιττωμάτων του κροκόδειλου
Πινελιά ομορφιάς και επιπλέον σαγήνης αποτελούσαν και τα τοξωτά φρύδια. Σχηματίζονταν «με τη χρήση τριχολαβίδας και στη συνέχεια, με επάλειψη χυμού από το φυτό καπνιά ή καπνόχορτο, καταστρέφονταν οι ανεπιθύμητοι θύλακες, διατηρώντας το εντυπωσιακό σχήμα». Για τη σκίαση των ματιών χρησιμοποιούνταν χαλκούχες πράσινες και κυανές χρωστικές (μαλαχίτης και αζουρίτης, αντίστοιχα).
Έκθεση «Οι αμέρτητες όψεις του Ωραίου»
Αυτά είναι λίγα μόνο από τα μυστικά που αξιοποιούσαν οι γυναίκες στην αρχαιότητα, χωρίς να τις αποτρέπει το γεγονός ότι πολλές ουσίες ήταν τοξικές (ο μόλυβδος και όλα τα οξείδιά του, από τον γαληνίτη και τον κερουσίτη έως τον λιθάργυρο κ.ά.). Άλλωστε, εκτός από την κοσμετολογία, τα υλικά αυτά είχαν ευρεία χρήση και στην ιατρική, καθώς οι αρχαίοι πίστευαν ότι σε μικρές ποσότητες ενίσχυαν την άμυνα του οργανισμού και την ανάπλαση του δέρματος. Εάν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τα καλλυντικά, τα περίτεχνα αγγεία όπου φυλάσσονταν και γενικότερα για τον καλλωπισμό στον αρχαίο κόσμο, όλα αυτά αναδεικνύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην έκθεση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου «Οι αμέτρητες όψεις του Ωραίου», η οποία θα έχει ανοιχτές τις πόρτες της έως το τέλος του 2019.
Πορτραίτο της βασίλισσας Ελισάβετ Α΄. Έργο αγνώστου, φιλοτεχνημένο περί το 1600. Η Ελισάβετ εικονίζεται με την χαρακτηριστική, κατάλευκη επιδερμίδα της. Την διατηρούσε χρησιμοποιώντας πούδρα από λευκό μόλυβδο, όπως έκαναν οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο. Λονδίνο, National Portrait Gallery.
yougoculture.com