Η Παγκόσμια Ημέρα του Γονέα γιορτάζεται κάθε χρόνο την 1η Ιουνίου, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ του 2012 (A/RES/66/292), ως φόρος τιμής στους γονείς όλου του κόσμου.
Το σχετικό ψήφισμα του ΟΗΕ αναγνωρίζει το ρόλο των γονέων στην ανατροφή των παιδιών και καλεί τα κράτη – μέλη να γιορτάσουν την Παγκόσμια Ημέρα Γονέων (World Day of Parents) σε πλήρη συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών και με τη συμμετοχή των νέων και των παιδιών.
Ο ΟΗΕ στο ψήφισμά του επισημαίνει ότι η οικογένεια έχει την πρωταρχική ευθύνη για την ανατροφή και την προστασία των παιδιών και ότι για την πλήρη και αρμονική ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, τα παιδιά θα πρέπει να μεγαλώνουν σ’ ένα οικογενειακό περιβάλλον, όπου κυριαρχεί η ευτυχία, η αγάπη και η κατανόηση.
Η καθοριστική σημασία του γονεϊκού ρόλου αποδεικνύεται, αν ο καθένας από εμάς αναλογιστεί πόσο συχνά επικαλείται τους γονείς του μέσα στην καθημερινότητα του, συνειδήτα ή ασυνείδητα, άλλοτε με θετικό και άλλοτε με αρνητικό πρόσημο. Τους επικαλείται ως ένα αίσθημα ασφάλειας και προστασίας απέναντι στην αβεβαιότητα της ζωής, ως ένα αίσθημα αισιοδοξίας ότι όλα θα πάνε καλά στο τέλος. Τους επικαλείται ως ένα αίσθημα τρυφερότητας και αγάπης που αναζητά και βρίσκει σε σημαντικούς ανθρώπους της ενήλικης ζωής του. Πόσο συχνά ο καθένας από εμάς έχει καταφύγει στην φράση «μου στάθηκε σαν γονιός» για να περιγράψει τη στήριξη και το νοιάξιμο που συνάντησε, ή έχει αναφερθεί σε «οικογένεια» για να περιγράψει ένα ομαδικό κλίμα όπου κυριαρχεί η αμοιβαιότητα και η αλληλεγγύη. Από την άλλη όμως, δεν είναι λίγες οι φορές όπου κανείς καλείται, συνειδητά και ασυνείδητα, να αντιπαρατεθεί με τους γονείς του. Είναι οι περιπτώσεις που ένα αίσθημα περιορισμού επικρατεί, όπου οι γονείς, η οικογένεια γίνονται σύμβολο της «ανελευθερίας», των «εμποδίων» και του «προδιαγεγραμμένου», όπου το πρότυπο τους γίνεται ασφυκτικό και καθηλωτικό. Ταυτόχρονα, όμως, είναι οι στιγμές που μέσα από την δυνατότητα της επιλογής ανοίγεται ο δρόμος της διαφοροποίησης και της ευθύνης μιας περισσότερο «προσωπικής διαδρομής».
Όλα αυτά τα βιώματα, έχουν τη βάση τους στην παιδική μας ηλικία και στη σχέση μας με τους γονείς μας. Μια σχέση που παραμένει ζωντανή μέσα μας και αντικείμενο επεξεργασίας για όλη μας τη ζωή. Στηριζόμαστε σε αυτή για να εξελιχθούμε ώστε κάποια στιγμή να πάρουμε εμείς τη θέση των γονιών μας. Να γίνουμε γονείς του εαυτού μας, και στη συνέχεια γονείς των δικών μας παιδιών.
Η ιδιαίτερη σημασία όμως της γονικότητας προκύπτει και από το γεγονός ότι το ζευγάρι των γονέων αποτελεί τον πυρήνα της οικογένειας. Πριν υπάρξει πραγματικά ένα παιδί και μια οικογένεια, έχει υπάρξει στη φαντασία δυο ανθρώπων που επιθυμούν να ζήσουν μαζί, να μοιραστούν τη ζωή τους και να δημιουργήσουν οικογένεια. Η επιθυμία αυτή είναι επενδεδυμένη με φαντασιώσεις, συναισθήματα και νοήματα που συνδέονται άμεσα και με τις πολιτισμικές και κοινωνικές απαιτήσεις. Η σημασία της επιθυμίας αυτής, έγκειται στο γεγονός ότι σε σημαντικό βαθμό θα διαμορφώσει το συναισθηματικό κλίμα εντός του οποίου θα γεννηθεί, βιολογικά στην αρχή και ψυχικά στην συνέχεια, ένα παιδί. Οι γονείς αποτελούν το πρώτο περιβάλλον του παιδιού, καλούνται να το στηρίξουν βιολογικά και ψυχικά και σταδιακά να του παρουσιάσουν, αλλά και να το παρουσιάσουν, στην κοινωνία των ανθρώπων όπου το παιδί θα κληθεί να βρει τη δική του θέση. Το πρώτο αυτό περιβάλλον, λοιπόν, διαμορφώνεται από τις συνθήκες στις οποίες μεγαλώνει ένα παιδί αλλά και τη συναισθηματική ατμόσφαιρα που διαμορφώνεται από τις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις των μελών της οικογένειας. Είναι δυναμικό και εξελίσσεται καθώς διαμορφώνεται και προσαρμόζεται ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε ηλικίας.
Η σημασία όμως της γονεϊκής λειτουργίας, ίσως γίνεται περισσότερο φανερή στις περιπτώσεις εκείνες όπου απουσιάζει ή φανερά δυσλειτουργεί. Στις περιπτώσεις εκείνες οπού κανείς μπορεί να δυσκολεύεται ή αδυνατεί να ανακαλέσει και να ανατρέξει μέσα σε αυτά τα πρωταρχικά του βιώματα ασφάλειας, στοργής αλλά και πίστης σε έναν κόσμο κατά βάση «καλό», από τον οποίο μπορεί να αντλήσει χαρά και ικανοποίηση.