H σκέψη ότι οι νέοι στην Ελλάδα τώρα ή είμαστε πολιτικά αδιάφοροι ή δίνουμε μεγάλη υποστήριξη σε ακραίες πολιτικές ομάδες με ζορίζει κάθε φορά που την ακούω.
Ισχύει όμως. Δεν είναι της μόδας να ενδιαφερόμαστε για την πολιτική. Δεν εννοώ τα κόμματα. Τι γίνεται στην Ε.Ε.; Πού έχει πόλεμο; Τι συμβαίνει με την κλιματική αλλαγή; Για κάποιον λόγο δεν είναι θέματα συζήτησης στις παρέες μας αυτά. Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.
Η πολιτική ενεργοποίηση των νέων συνήθως είναι ένα χιπστερικό hashtag στη φωτογραφία προφίλ, δηλαδή ένας τρόπος να μιλήσουμε δήθεν για τα προβλήματα των άλλων, μιλώντας ουσιαστικά για τον cool, σπουδαίο, γαμάτο εαυτό μας πάλι. Μαζί μ’ αυτό, πολλοί από μας γίνονται ακροδεξιοί ή υποστηρίζουν τη βία.
Υπάρχουν πολλές αναλύσεις γι’ αυτό. Είναι περίπλοκο. Πολλοί παράγοντες καθορίζουν αυτά τα αποτελέσματα. Όμως, έγιναν η αφορμή να θυμηθώ το μάθημα της Ιστορίας στο σχολείο και να αναρωτηθώ αν φταίει κι αυτό σε κάτι.
Στην Ελλάδα πολλοί νέοι δεν ξέρουν παρά ελάχιστα για το Ολοκαύτωμα (από δακρύβρεχτες ταινίες συνήθως) και γνωρίζω ελάχιστους που διαβάζουν βιβλία Ιστορίας, ακόμα και από αυτούς που διαβάζουν βιβλία γενικά.
Πώς να καταλάβουμε τη σημασία τού να μένει καθαρό ένα μνημείο για τους Έλληνες Εβραίους, όταν δεν ξέρουμε ότι σ’ αυτήν τη χώρα υπήρξαν Εβραίοι, επειδή δεν κάνει ν’ ακούσουμε πώς τους φέρθηκαν όχι οι Γερμανοί αλλά οι ίδιοι οι Έλληνες συμπατριώτες τους;
Με το Μακεδονικό βγήκε μια πολύ περίεργη «γνώση» στην επιφάνεια, ενώ η σχέση μας με τα ιστορικά μνημεία είναι τουλάχιστον αρρωστημένη.
Δεν θα σταθώ σ’ αυτά που έχουν αναλυθεί. Ότι, δηλαδή, το σχολείο μάς κάνει ίσως πατριώτες με πολύ κακό τρόπο, οριακά εθνικιστές, ότι φωτίζει το παρελθόν στοχευμένα και μπερδεμένα και ότι στο τέλος οι μαθητές έχουν στο κεφάλι τους ένα τουρλουμπούκι που περιλαμβάνει τον τρούλο της Αγια-Σοφιάς, τους κούρους και τις κόρες και τις θητείες του Βενιζέλου. Θα σταθώ στην απίστευτη ικανότητα του σχολείου να κάνει την Ιστορία βαρετή. Την κάνει κάτι με το οποίο δεν θέλεις να ασχοληθείς.
Για να μην αγγίξει αυτά που δεν πρέπει, το αποσπασματικό μάθημα «χοροπηδάει» από δω κι από κει, σε περιόδους που βολεύουν ή «σ’ αυτά που πέφτουν και είναι sos», κομμάτια με πολλά ονόματα, χρονολογίες και τόπους.
Η ανάγκη να βγει η ύλη κόβει την όρεξη για περιπλάνηση σε ενδιαφέρουσες ιστορικές περιόδους ή σ’ αυτές που μας αφορούν άμεσα τώρα.
Πώς να καταλάβουμε τη σημασία τού να μένει καθαρό ένα μνημείο για τους Έλληνες Εβραίους, όταν δεν ξέρουμε ότι σ’ αυτήν τη χώρα υπήρξαν Εβραίοι, επειδή δεν κάνει ν’ ακούσουμε πώς τους φέρθηκαν όχι οι Γερμανοί αλλά οι ίδιοι οι Έλληνες συμπατριώτες τους;
Πώς να μην κατέβουν στο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό άνθρωποι που ποτέ δεν έμαθαν τίποτα για τη Μακεδονία (spoiler: δεν είναι μία); Άλλωστε, τελειώνοντας απ’ το σχολείο, έχουμε μέσα μας την πιο ανώμαλη εικόνα για τη γνώση: ότι την αποκτάς σαν σε συναλλαγή, για να πάρεις κάτι σε αντάλλαγμα.
Oι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης εξαναγκάζονταν σε γυμναστικές ασκήσεις από τους Γερμανούς τον Ιούλιο του 1942 και αν κάποιος έπεφτε τον χτυπούσαν. Η ανώμαλη αυτή θέαση συνεχίζεται ως απέχθεια για τα ιστορικά βιβλία στην ενήλικη ζωή. Έτσι, η πιθανότητα να ακυρωθεί το κακό που γίνεται σχολείο, επειδή κάποιος θα πάρει μόνος του μερικά βιβλία και θα μάθει Ιστορία, μειώνεται σοβαρά.
Αφού η Ιστορία είναι χρονολογίες και παράγραφοι με ονόματα που μαθαίνουμε στο σχολείο ως αγγαρεία, γιατί να μπλεχτούμε μ’ αυτά, όταν επιτέλους ξεμπερδέψουμε με τις εξετάσεις; «Επιλέγουμε» να μη διαβάζουμε Ιστορία και «αντιδρούμε» ετεροχρονισμένα στο τραύμα του σχολικού κειμένου που κακοποιούσε το μυαλό μας, κάνοντάς μας παπαγάλους.
Έτσι, στην Ελλάδα, λίγοι μάλλον απ’ όσους σήμερα είναι από 18 έως 30 γνωρίζουν τι έγινε στον Εμφύλιο ή στους παγκόσμιους πολέμους. Νομίζουμε ότι δεν έχουμε καμία σχέση με τον αντισημιτισμό, ενώ μάλλον είμαστε πρωταθλητές.
Έχουμε άμεση σχέση με τον Μ. Αλέξανδρο όμως! Την Ιστορία μας τη βλέπουμε μοναδική και είναι λογικό, αφού δεν ξέρουμε την Ιστορία κανενός άλλου. Ακόμα και οι άνθρωποι που διαβάζουν βιβλία διστάζουν να διαβάσουν Ιστορία.
Τα σκληρά θέματα, η πολύ σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης που αποκαλύπτεται, μάλλον δεν κάνουν ελκυστική την ιστορική γνώση.
Δεν έρχεται, φυσικά, στους περισσότερους η έλξη για την Ιστορία, πρέπει κάποιος να σου δείξει ότι είναι απολαυστική και σημαντική. Φυσικά, υπάρχουν σπουδαίοι δάσκαλοι που μπορούν να το πετύχουν αυτό.
Όμως, αυτό δεν λύνει το πρόβλημά μας. Αντίθετα, δείχνει ότι έτσι όπως είναι το σύστημα, είναι θέμα τύχης (ή χρημάτων, που αγοράζουν πρόσβαση σε καλά ιδιωτικά) το αν θα συνειδητοποιήσει κανείς πως του κάνει καλό να ξέρει Ιστορία ή αν θα νομίζει για πάντα πως είναι κάτι άσχετο, που δεν τον αφορά και που δεν θα τον ωφελούσε σε τίποτε αν το γνώριζε. Δεν λέω πως οι νέοι αδρανούμε ανησυχητικά όσον αφορά την επέκταση του πεδίου της ακροδεξιάς επειδή είμαστε ανιστόρητοι. Ή ότι η πολιτική μας ενεργοποίηση είναι μια επιφανειακή social media αγωνία, λόγω άγνοιας.
Δεν λέω πως πολλοί ψηφίζουν τους νεοναζί, επειδή δεν ξέρουν Ιστορία ή ότι κινητοποιούνται απ’ αυτό. Λέω πως αφηνόμαστε για πολλούς, περίπλοκους λόγους σε αδιανόητες συμπεριφορές και ηττημένες ιδεολογίες.
Ένας από αυτούς τους λόγους είναι ίσως η ανικανότητά μας να δούμε την ιστορική γνώση ως κάτι συναρπαστικό που αφορά την ίδια τη ζωή μας κι εμάς προσωπικά. Το σχολείο έχει ευθύνη γι’ αυτό
Βίβιαν Στεργίου