Tι γίνεται όταν ένα παιδί λέει ψέματα ή όταν διαρκώς λέει όχι σε όλα; Γιατί γίνεται αυτό; Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς ως γονείς; Αυτό που κάνουμε εμείς οι ενήλικες, το ίδιο ακριβώς κάνει και το παιδί. Ποιος από μας δεν λέει μερικές φορές ψέματα; Ποιος δεν άφησε, εν γνώσει του, στη σκιά ένα γεγονός.
Ποιος δεν προσπάθησε να συγκαλύψει ένα λάθος, βλέποντας πως θα του κόστιζε ακριβά; Παρ’ όλο που συμφωνούμε με τα παραπάνω, όταν ψεύδεται το παιδί μας ή αρνείται πεισματικά κάτι, βγαίνουμε εκτός εαυτού.
Πρέπει, καταρχάς να καταλάβετε πως η διαφορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, δεν μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτή από ένα παιδί και η διαδικασία αυτή απαιτεί χρόνια. Το μικρό παιδί «αντιλαμβάνεται τις επιθυμίες του ως πραγματικότητα». Αν διηγηθεί ένα ψέμα, νομίζει ότι αυτό μπορεί, με την επιμονή του, να γίνει πραγματικότητα.
Για παράδειγμα, η Δανάη, τεσσάρων χρονών, με τα χέρια και το πρόσωπο πασαλειμμένα δηλώνει στη μαμά της «όχι δεν άνοιξα καθόλου τη σοκολάτα», μας διασκεδάζει και μας συγκινεί. Αντίθετα, σε ένα παιδί δέκα ετών, είναι εξοργιστικό! Το ζήτημα της σχέσης που έχουν τα παιδιά με την αλήθεια, πρέπει να εξεταστεί με άξονα την ηλικία τους.
Με λίγα λόγια η αντίληψη που έχουν τα παιδιά για την αλήθεια , εξελίσσεται με την ηλικία. Μέχρι τα τέσσερα χρόνια περίπου τα παιδιά έχουν ως στόχο να ευχαριστήσουν τους γονείς τους. Το καλό τα κάνει να χαίρονται και το κακό τα δυσαρεστεί.
Για παράδειγμα αν το μικρό παιδάκι παραδεχτεί ότι δεν υπάκουσε την μαμά του και πήγε στην μεγάλη τσουλήθρα, τότε η μαμά θα δυσαρεστηθεί. Η λύση που επιβάλλεται είναι να της πει ψέματα διαβεβαιώνοντάς την ότι δεν πήγε στην μεγάλη τσουλήθρα. Το μικρό παιδί δίνει την απάντηση που θα ευχαριστήσει περισσότερο την μητέρα του.
Εν συνεχεία, μέχρι τα έξι χρόνια περίπου, το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να κάνει τη διάκριση ανάμεσα σε ένα γεγονός που προέρχεται από την πραγματικότητα και σε κάτι που προέρχεται από τη φαντασία.
Στις τηλεοπτικές εκπομπές ή στα παραμύθια δεν μπορεί να ξεχωρίσει με ακρίβεια τι είναι αληθινό και τι δεν είναι. (π.χ. του μιλάμε για τον Άγιο Βασίλη σαν να είναι πραγματικό πρόσωπο).
Αντί να θυμώνετε είναι προτιμότερο να το βοηθήσετε μέσα από τα παιχνίδια και εμπειρίες που θα μοιραστείτε, να καταλάβει τη διαφορά του αληθινού και των υπολοίπων (π.χ. Ο λύκος που τρώει τη γιαγιά, τα τέρατα που είναι κρυμμένα μέσα στην ντουλάπα… δεν είναι αληθινά, υπάρχουν «στ’ αστεία». Αντίθετα, ο πόνος που νιώθει η αδερφή του που χτύπησε στο κεφάλι, είναι αληθινός).
Από τα έξι και ύστερα, στην ηλικία δηλαδή της λογικής, το παιδί γνωρίζει ότι ψεύδεται και πολλές φορές αισθάνεται άσχημα όταν το κάνει αυτό. Έχει καλούς λόγους για να το κάνει αυτό. Ο κυριότερος είναι για να αποφύγει την τιμωρία ή την επίπληξη.
Προτιμά να αρνείται να παραδεχτεί κάτι, ακόμη και αν είναι ολοφάνερο ότι το έκανε αυτό ή κατηγορεί κάποιον άλλον για τις αταξίες, συνήθως κάποιος που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του (π.χ. τον μικρότερο αδερφό ή το κατοικίδιο).
Αυτή η συμπεριφορά είναι συνηθισμένη ακόμα και στα παιδιά που μεγαλώνουν με γονείς που δείχνουν τρυφερότητα και κατανόηση. Ακόμα και στα παιδιά των δέκα ή έντεκα ετών που είναι πιο ώριμα και δεν ανέχονται να τους λένε ψέματα.
Παρακάτω ακολουθούν κάποιες συμβουλές ως προς την στάση που πρέπει να τηρήσετε:
1. Μην το οδηγείτε στο ψέμα. Μιλάμε για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες, όντα θυμωμένοι, ρωτάτε το παιδί αν φταίει: «Μην μου πεις ότι έσπασες κι άλλο ποτήρι!». Ακόμη και το πιο ειλικρινές και έντιμο παιδί θα προσπαθήσει να σας πείσει για το αντίθετο.
2. Μη θέτετε ερωτήσεις και αναφέρετε καλύτερα αυτό που έγινε και αυτό που θεωρείτε πως ισχύει: «Με ενοχλεί που έσπασε άλλο ένα ποτήρι και, πραγματικά, δεν νομίζω να το έκανε ο σκύλος και να πέταξε τα κομμάτια στον κάδο…».
3. Αγνοείστε τις αρνήσεις του, αλλά μην το στριμώχνετε. Μην το συνθλίβετε με τις αποδείξεις της λογικής. Ο σκοπός είναι να του δώσετε θάρρος, όχι να το ενοχοποιήσετε ακόμη περισσότερο.
4. Δώστε του διέξοδο: «Βλέπω ότι δεν έχουμε την ίδια άποψη γι’ αυτό που έγινε. Θα ξαναμιλήσουμε μία άλλη μέρα.» Ή «Αφού δε θες να μου πεις τίποτα, μπορείς να μου γράψεις κάτι; Θα είμαι υπερήφανη για σένα αν το κάνεις.»
5. Μην του επιβάλλετε υπερβολικές τιμωρίες για τις αταξίες του. Αν το κάνετε αυτό, με την άρνηση θα έχει περισσότερες πιθανότητες να αποφύγει την τιμωρία. Τα παιδιά είναι αδέξια, αλλά επιθυμούν πάντα να κάνουν το σωστό και να εξυπηρετήσουν. Αν κάνουν ζημιά δεν θα την έχουν κάνει επίτηδες. Μη δίνετε περισσότερη σημασία στα αντικείμενα απ’ ότι σε αυτόν που τα κατέστρεψε. Βρείτε καλύτερα μαζί του τον τρόπο να επανορθώσει.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι γονείς ρωτούν Οι ψυχολόγοι απαντούν», της Anne Bacus.
Το κείμενο επέλεξε και επιμελήθηκε ο Ψυχολόγος-Οικογενειακός Σύμβουλος, Γιάννης Ξηντάρας, Ψυχολόγος-Οικογενειακός Σύμβουλος