Ελενίδης: Η γλυκιά ιστορία πίσω από το μύθο των τριγώνων Πανοράματος

Από το γάλα σε γκιούμι στα τρίγωνα που έγιναν σήμα κατατεθέν για τη Θεσσαλονίκη. Ο διαχωρισμός του 1997 και το σχέδιο για την Αθήνα που δεν προχώρησε.

Για όποιον μένει στη Θεσσαλονίκη δεν τίθεται ζήτημα απορίας. Ένα ζαχαροπλαστείο είναι ταυτισμένο με τα γλυκά τρίγωνα από λεπτό, εύθραυστο φύλλο, γεμισμένα με φρέσκια κρέμα και συνοικία προέλευσης το Πανόραμα. Εξ’ ου και η ονομασία τους, η οποία σήμερα διατηρείται αναλλοίωτη σε όποια περιοχή και εάν έχουν επιχειρήσει να τα φτιάξουν. Πολλοί είναι εκείνοι που προσπάθησαν να φτιάξουν τρίγωνα Πανοράματος, ωστόσο, αυτομάτως η σύνδεση κατά την αναφορά του συγκεκριμένου γλυκίσματος, γίνεται με το επώνυμο Ελενίδης.

Για όποιον επισκέπτεται τη Θεσσαλονίκη η συγκεκριμένη επιχείρηση ταυτίζεται με το διάλλειμμά του για να δοκιμάσει κάτι, που θα το αναζητήσει και την επόμενη φορά που θα επισκεφθεί τη συμπρωτεύουσα.

Με ιστορία από το Μπορζόμ και το Βατούμ
Μία οικογένεια Ελλήνων Ποντίων, προσφύγων από τη Γεωργία, ήταν εκείνη που ξεκίνησε να φτιάχνει τρίγωνα Πανοράματος. «Ο πατέρας μου ήρθε 7 ετών στο Πανόραμα. Η γιαγιά κι ο παππούς μου κατάγονταν από το Μπορζόμ και το Βατούμ της Γεωργίας, όταν έφτασαν στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας μου ξεκίνησε ως γαλατάς. Και η αλήθεια είναι ότι δεν είχε καμία σχέση με τη ζαχαροπλαστική. Μοίραζε γάλα σε όλη τη Θεσσαλονίκη. Σιγά – σιγά άνοιξε το πρώτο του ζαχαροπλαστείο, λίγα μέτρα μετά το σημείο που βρίσκεται σήμερα το ξενοδοχείο Νεφέλη», αφηγείται ο ένας εκ των διαδόχων της φημισμένης βορειοελλαδίτικης επιχείρησης, Ευάγγελος Ελενίδης, στη Voria.gr.

Το Λουξ
Έτσι, ο Γιάννης Ελενίδης, συνέχισε να κάνει τη μοιρασιά του γάλακτος με το γκιούμι καθώς οι νοικοκυρές τον περίμεναν με την κατσαρόλα στην πόρτα για να το παραλάβουν. Και το 1956 ίδρυσε το δικό του γαλακτοπωλείο στο Πανόραμα: «το Λουξ».

Ο γιος του, Βαγγέλης, έζησε από τα 18 την καθημερινότητα στο ζαχαροπλαστείο. Και σήμερα στα 59 του χρόνια συνεχίζει μιλάει με θαυμασμό για την εταιρεία που παρέλαβε ο ίδιος και η οικογένειά του. Όπως λέει ο Ευάγγελος Ελενίδης, «αυτό που προσφέρουμε στη δουλειά μας, δεν πληρώνεται. Κι αυτό να το γράψετε με κεφαλαία γράμματα».

Η εξήγηση στα λόγια του έρχεται, όταν λέει ότι το σαλέπι φτάνει αχτύπητο στο ζαχαροπλαστείο, από το Βίτσι. «Αφήνω τη δουλειά μου, τρέχω στα βουνά να βρω το σαλέπι, ένα γιατρικό για όποιον το γευτεί. Να το χτυπήσω, για να το χρησιμοποιήσω στο παγωτό. Το ευτυχές είναι ότι έχουμε ανταπόκριση από τον κόσμο».

Ο διαχωρισμός το 1997
Στο πέρασμα των ετών η εταιρεία που δημιούργησε στη δεκαετία του 1950 ο Γιάννης Ελενίδης χωρίστηκε στα δύο. Το 1997, ο αδερφός του Γιάννη και θείος του Βαγγέλη Ελενίδη, Γιώργος, κράτησε το παλιό μαγαζί στο Πανόραμα και σήμερα διατηρεί άλλα δύο μαγαζιά στην Ανδριανουπόλεως και ένα στο κέντρο της πόλης, καθώς και παραγωγικές εγκαταστάσεις  1.000 τ.μ. στην Καρδία. «Δεν γινόταν να συντηρήσει μία επιχείρηση και τις δύο οικογένειες. Αναγκαστικά έπρεπε να χωριστούν ο πατέρας μου με τον αδερφό του», εξηγεί ο κ. Ελενίδης.

Σήμερα τον Γιώργο Ελενίδη έχουν διαδεχτεί σήμερα οι τρεις του κόρες.
Από την πλευρά του ο Βαγγέλης Ελενίδης, διατηρεί επίσης τρία καταστήματα. Ένα στη Γεωργίου Παπανδρέου, ένα ακόμα στην πλατεία του παλιού δημαρχείου στο Πανόραμα, και ένα καφέ που σερβίρει όλα τα προϊόντα στην οδό Σοφούλη. Ήδη η κόρη του έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στην επιχείρηση, ενώ ο γιος του που πρόσφατα ολοκλήρωσε το στρατιωτικό του, με σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων, προαλείφεται για την επόμενη μέρα στην εταιρεία.

Δύο εταιρείες με διαφορετικούς ιδιοκτήτες, αλλά παραπλήσια φιλοσοφία
Πρόκειται για δύο διαφορετικές επιχειρήσεις, με διαφορετικούς ιδιοκτήτες, διαφορετικό λογότυπο, αλλά με παραπλήσια φιλοσοφία, όπως παραδέχεται ο κύριος Ελενίδης. «Κάποιοι πελάτες μπερδεύονται. Οι περισσότεροι το γνωρίζουν. Ωστόσο, υπάρχουν και εκείνοι που δεν γνωρίζουν ότι υφίστανται δύο εντελώς διαφορετικές επιχειρηματικές οντότητες», λέει ο κύριος Ελενίδης.

Πέντε κωδικοί… όχι περισσότεροι
Το ζαχαροπλαστείο του παράγει πέντε κωδικούς. «Βασικό μας προϊόν είναι το τρίγωνο. Παράγουμε επίσης, παγωτά, μπακλαβά, κανταΐφι και πορτοκαλόπιτα. Κυρίως θέλουμε να διατηρήσουμε την ποιότητα, χωρίς να παράγουμε ανεξέλεγκτη ποσότητα και ποικιλία πραγμάτων».

Η σκέψη της Αθήνας
Κάποια στιγμή βρέθηκε κοντά στην Αθήνα, εξετάζοντας με ζωηρό ενδιαφέρον το ενδεχόμενο να ανοίξει ένα μαγαζί στην πρωτεύουσα. Η κρίση ανέστειλε το σχεδιασμό του, και ο ίδιος επέλεξε να παραμείνει στην πόλη καταγωγής του, αποφεύγοντας το ρίσκο μιας άλλης αγοράς, ακόμα και αν αυτή βρισκόταν εντός Ελλάδος. «Όταν ένα προϊόν είναι χειροποίητο, δεν είναι εφικτή η παραγωγή μεγάλης ποσότητας για να κρατήσουμε την ποιότητα.  Σκέφτηκα κάποια στιγμή να ανοίξω ένα μαγαζί στην Αθήνα. Προβληματίστηκα πολύ για το αν θα έπρεπε να στήσω ένα μαγαζί σε άλλη πόλη υπό τις επικρατούσες – κυρίως οικονομικές – συνθήκες. Φτάσαμε στο σημείο, να έχουμε υγιείς επιχειρήσεις, και να βγαίνουμε με το ζόρι. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι υπομονή, για να δούμε τι έπεται. Θα πρέπει να σημειώσω ότι ένα προϊόν όπως το δικό μας, το οποίο είναι παραδοσιακό, έχει μικρό περιθώριο κέρδους. Επομένως κάθε επιπλέον κίνηση, οφείλει να είναι βαθιά μελετημένη».

voria.gr